Έρευνα - ΣΟΚ στη Θεσσαλονίκη: Τουλάχιστον 23 παιδιά το χρόνο πέφτουν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης
Σοκαριστικά είναι τα στοιχεία της έρευνας του ΑΠΘ για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στη Θεσσαλονίκη.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τη Σχολή Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ, στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής, με τίτλο: «Η κακοποίηση στην παιδική ηλικία. Επιδημιολογική διερεύνηση του φαινομένου βάσει ιατροδικαστικών εκθέσεων και ευρημάτων».
Τα στοιχεία που αξιοποιήθηκαν προέρχονται από τα αρχεία του Εργαστηρίου της Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του Αριστοτελείου και της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης και αφορούν σε καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στα Αστυνομικά Τμήματα και την Εισαγγελία του νομού Θεσσαλονίκης και των όμορων νομών, για τη δεκαετία 2005-2015.
Στην έρευνα συμπεριλήφθηκαν περιστατικά που αφορούσαν σε καταγγελίες κακοποίησης παιδιών, που δεν συμπλήρωσαν το 18ο έτος της ηλικίας τους.
Εντοπίσθηκαν 229 καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που πιστοποιήθηκαν στο Εργαστήριο της Ιατροδικαστικής και την Ιατροδικαστική Υπηρεσία του νομού Θεσσαλονίκης.
Δημογραφικά χαρακτηριστικά θυμάτων
Από τα 229 παιδιά που εντοπίσθηκαν ως θύματα κακοποίησης, τo 72,1% ήταν κορίτσια και τo 27,9% αγόρια και αφορά παιδιά από 3 μηνών έως και 17 ετών, με μέσο όρο ηλικίας 11,25 έτη. Ειδικότερα, για τα αγόρια ο μέσος όρος ηλικίας είναι 9 έτη, ενώ για τα κορίτσια 12 έτη.
Το 49,8% των θυμάτων αφορά σε παιδιά εφηβικής ηλικίας (13-18 ετών), ενώ το 36,3% και το 13,9% αφορά σε παιδιά σχολικής ηλικίας, 6-12 ετών και προσχολικής ηλικίας (5 ετών ή μικρότερα), αντίστοιχα.
Θα μπορούσε να συμπεράνει κανείς, ότι τα αγόρια θυματοποιούνται συχνότερα σε μικρότερη ηλικία, σε σχέση με τα κορίτσια.
Ποιοι «σπάνε» τη σιωπή τους
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 59% των καταγγελιών γίνεται από κάποιο συγγενικό άτομο του παιδιού, όπως είναι η μητέρα, η γιαγιά και η αδερφή. Επιπρόσθετα, το 24,7% των καταγγελιών προέρχεται από το νοσηλευτικό ή εκπαιδευτικό ίδρυμα το οποίο φρόντιζε το παιδί. Στο 15,2% των περιπτώσεων η καταγγελία προήλθε από το ίδιο το παιδί, ενώ καταγράφηκαν και 1,1% περιπτώσεις, στις οποίες γνωστά στο παιδί άτομα ανέφεραν πιθανά επεισόδια κακοποίησης.
Το προφίλ του δράστη
Το 93% των παιδιών γνώριζαν τον δράστη και μόνο στο 7,0% των περιπτώσεων ο δράστης τους ήταν άγνωστος. Στο 38,2% των καταγγελιών ο δράστης φαίνεται να είχε σχέση συγγένειας με το παιδί. Ειδικότερα, το 15,1% των περιπτώσεων έχει κακοποιηθεί από τον πατέρα του και το 19,6% από κάποιον άλλο συγγενή του (θείος, ξάδερφος κ.ά.). Οι καταγγελίες κακοποίησης που η φέρεται να είναι η μητέρα ο δράστης αγγίζουν το 1,5% των περιπτώσεων.
Οι τρόποι προσέγγισης
Το 47,3% έχει εκμεταλλευθεί τη σχέση εμπιστοσύνης που είχε με το παιδί, συνήθως είναι περιπτώσεις συγγενικών προσώπων ή του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος. Ακόμα ένα τρόπος προσέγγισης είναι οι δράστες να γνωρίζουν για πρώτη φορά το παιδί με οποιονδήποτε τρόπο και στη συνέχεια το παιδί να κακοποιείται του με την άσκηση σωματικής βίας ή με τη χρήση κατασταλτικών ουσιών (18,8%). Ο βιασμός του παιδιού με την άσκηση σωματικής βίας παρατηρήθηκε λιγότερο συχνά, ενώ σε 11,8% και 5,4% περιπτώσεις η συναίνεση του θύματος εξασφαλίσθηκε με τη σύναψη σχέσης και την εξαγορά του, αντίστοιχα. Τέλος, υπάρχουν και 18,8% περιπτώσεις, στις οποίες δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο προσέγγισης των δραστών.
Παιδιά τα οποία κακοποιούνταν κατ’ επανάληψη φαίνεται να καθυστερούσαν να αποκαλύψουν το συμβάν, σε σχέση με εκείνα που κακοποιήθηκαν μία φορά. Επίσης, τα περισσότερα παιδιά, που δεν γνώριζαν και δεν είχαν αναπτύξει προηγουμένως σχέσεις με το δράστη, κατήγγειλαν άμεσα το γεγονός (76,9%).
Ιατροδικαστική εξέταση
Η ιατροδικαστική εξέταση των παιδιών για σωματικές κακώσεις, σε ένα μεγάλο ποσοστό (79%) απέβη αρνητική, όπως επίσης και για τυχόν ευρήματα, ενδεικτικά σεξουαλικής κακοποίησης οποιασδήποτε μορφής (51,3%). Συγκεκριμένα, ενδεικτικά ευρήματα για κατά φύση και παρά φύση συνουσία εντοπίσθηκαν σε 28,6% και 7,6% παιδιά, αντίστοιχα. Επιπλέον, σε 3,6% περιστατικά η ιατροδικαστική εξέταση αποκάλυψε ευρήματα συμβατά, όχι μόνο κατά φύση συνουσίας, αλλά και παρά φύση. Στο 8,9% των περιστατικών διαπιστώθηκαν μη ειδικά ευρήματα σεξουαλικής κακοποίησης, τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ενδεικτικά ασέλγειας, χωρίς όμως να είναι διαγνώσιμα, ενώ στο 51,3% των περιπτώσεων δεν ήταν δυνατό να ανιχνευθεί κάποιο στοιχείο κακοποίησης.
Διαβάστε επίσης:
Φωτογραφίες - ΣΟΚ: Έτσι έσπαγε κεφάλια ο Βίκτωρας Ρέστης