Όλα όσα δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε χωρίς το νερό
Του Παναγιώτη Μαυραγάνη
Ίσως το ερώτημα αυτό να είναι εύλογο, αν κάποιος γνωρίζει ότι ο συνολικός όγκος του πολύτιμου αυτού φυσικού αγαθού στη Γη το 2019, ήταν περίπου 1,4 δισεκατομμύρια κυβικά χιλιόμετρα - δηλαδή 1,4 δισ. τρισεκατομμύρια λίτρα. Από αυτόν τον όγκο δροσιάς, όμως, λίγοι είχαν αντιληφθεί ότι μόνο 200.000 km³, ή λιγότερο από 0,015%, ήταν χρησιμοποιήσιμο πόσιμο νερό. Μέχρι τότε, η ποσότητα αυτή έμοιαζε υπεραρκετή και δεν ήγειρε ανησυχίες, παρά τις προειδοποιήσεις επιστημόνων για τις συνέπειες της κατασπατάλησης των υδάτινων πόρων και της κλιματικής αλλαγής.
Ο πλανήτης άλλαξε
Μέσα σε λίγα μόλις χρόνια, οι -μέχρι πρότινος προβλέψιμοι- αστάθμητοι παράγοντες, άρχισαν να αλλάζουν το πρόσωπο του πλανήτη. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου, λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας, οδήγησε στο λιώσιμο των πάγων και κατά συνέπεια στην άνοδο της στάθμης των ωκεανών. Οι πόλεις που βρίσκονταν κοντά στη θάλασσα, άρχισαν να κινδυνεύουν να πλημμυρίσουν, με αποτέλεσμα να εκκενώνονται, η μία μετά την άλλη και εκατομμύρια πληθυσμοί αναγκάστηκαν να μετακινηθούν για να επιβιώσουν.
Παράλληλα με την ξηρασία, αυξανόταν και ο παγκόσμιος πληθυσμός κατά 100 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο, με τις ανάγκες για «λευκό χρυσό» να έχουν ήδη υπερδιπλασιαστεί πριν από το 2030. Οι απαιτήσεις άρδευσης, για την καλλιέργεια αγροτικών τροφίμων παγκοσμίως - όπου μέχρι πρότινος χρησιμοποιείτο το 70% του φρέσκου νερού του πλανήτη, αυξήθηκαν κατά 69% το 2035, προκειμένου να περιοριστεί η καλπάζουσα επισιτιστική κρίση.
Η πλειονότητα των βιομηχανικών -κι όχι μόνο- τεχνολογιών, που είχαν αναπτυχθεί, για να εξυπηρετούν την καθημερινότητα των πολιτών άρχισαν να «κατεβάζουν» διακόπτες, καθώς η ποσότητα του νερού, που χρειαζόταν για την ψύξη των μονάδων παραγωγής ενέργειας, μεγάλωνε κατά 20% ετησίως, δημιουργώντας συνεχώς μη εξυπηρετούμενες ανάγκες. Την ίδια στιγμή, η άνοδος της θερμοκρασίας προκάλεσε την ταχύτερη επιδείνωση του κλίματος της Γης και οι ζώνες βροχοπτώσεων μετακινήθηκαν, από τον Ισημερινό προς το Βορρά. Κάπως έτσι, ξεκίνησε η ερημοποίηση του κάτω τμήματος της εύκρατης ζώνης, η οποία πυροδότησε αλυσιδωτές αντιδράσεις στα είδη βλάστησης, στις γεωργικές και δασικές εκτάσεις.
Αν και η Γη είναι μία βιόσφαιρα που δεν χάνει ή κερδίζει νερό, οι υδάτινοι πόροι της περιορίστηκαν δραματικά, εξαιτίας της μεταβολής του ρυθμού του υδρολογικού κύκλου, και μετέτρεψαν το νερό, από αγαθό εν αφθονία, σε είδος υπό εξαφάνιση. Τα ίδια υδάτινα στοιχεία, δηλαδή, που υπήρχαν στον πλανήτη εκατομμύρια χρόνια πριν, συνεχίζουν να υπάρχουν μέχρι σήμερα σε κάποια άλλη κατάσταση της ύλης, αλλά δεν είναι σε εκμεταλλεύσιμη μορφή. Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 100 χρόνων, εκτιμάται ότι ένα μόριο νερού παραμένει 98 χρόνια σε υγρή μορφή στον ωκεανό και μόλις δύο εβδομάδες σε λίμνες και ποτάμια, 20 μήνες σε στερεή μορφή και λιγότερο από επτά ημέρες ως υδρατμός στην ατμόσφαιρα. Έτσι, το νερό της ΕΥΔΑΠ, που έτρεχε κάποτε από μία βρύση στην Αθήνα, μπορεί να είχε διαβρώσει στο παρελθόν μέρος του «Grand Canyon» στις ΗΠΑ ή να είχε καταναλωθεί από ένα προϊστορικό μαμούθ.
Η μία λειψυδρία ακολουθούσε την άλλη και ο αριθμός των 2,1 δισεκατομμυρίων ανθρώπων, που δεν είχαν πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό και εγκαταστάσεις υγιεινής παγκοσμίως το 2020, διπλασιάστηκε μέσα σε λιγότερο από 30 χρόνια. Οι θάνατοι από υδατογενείς ασθένειες τριπλασιάστηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο και ο μέγιστος χρόνος της μίας εβδομάδας, που μπορούσε να αντέξει ένας ανθρώπινος οργανισμός χωρίς νερό, άρχισε να μειώνεται στα λίγα εικοσιτετράωρα, λόγω της υπερβολικής ζέστης και των αντίξοων περιβαλλοντολογικών συνθηκών.
Πόσο «μακριά» είναι το 2050;
Επιστημονική φαντασία ή προδιαγεγραμμένη πορεία προς το ανέφικτο; Κι όμως, οι παραπάνω «εικόνες» βασίζονται στα χειρότερα σενάρια ερευνών, που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθών, την UNSECO, τον ΟΟΣΑ και άλλους διεθνείς ερευνητικούς και μη κυβερνητικούς φορείς, για το δυσοίωνο μέλλον του νερού στον πλανήτη.
Η κλιματική αλλαγή, η αρδευόμενη γεωργία και άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, αυξάνουν περισσότερο από ό,τι είχε εκτιμηθεί μέχρι σήμερα, τη συνολική παγκόσμια κατανάλωση γλυκού νερού, επειδή είχε υποτιμηθεί κυρίως η επίπτωση της εξατμισοδιαπνοής. Το φαινόμενο αυτό μεγιστοποιεί τις απώλειες νερού, το οποίο εξατμίζεται στην ατμόσφαιρα, με αποτέλεσμα να μειώνονται τα διαθέσιμα για ανθρώπινη κατανάλωση υδάτινα αποθέματα και να καθίστανται λιγότερο βιώσιμα τα τωρινά επίπεδα κατανάλωσης καθαρού νερού.
Γιατί, όμως, να χρειαστεί να φθάσει κάποιος να ζει χωρίς πόσιμο νερό για να δει πόσα πράγματα δεν θα μπορούσε να κάνει στη ζωή του, προκειμένου να το εκτιμήσει; Γιατί να πρέπει να φτάσει στο σημείο να αναπολεί τις «χρυσές εποχές» και να νοσταλγεί όλες εκείνες τις στιγμές που άνοιγε τη βρύση του για να απολαύσει ένα από τα ποιοτικότερα νερά της Ευρώπης, αυτό της ΕΥΔΑΠ;
Μπορεί η χώρα μας να είναι «ευλογημένη», γιατί διαθέτει τόσο τους φυσικούς πόρους, όσο και τους ανθρώπους για να διασφαλίζουν, εν έτει 2019, υψηλής ποιότητας νερό, ωστόσο, δεν συμβαίνει το ίδιο με εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, που στερούνται αυτό το «ιερό» δικαίωμα στο πολυτιμότερο συστατικό του πλανήτη. Οι υδάτινες ισορροπίες μπορεί να αποδειχθούν αρκετά «εύθραυστες», εάν κάθε ένας από εμάς δεν βάλει το δικό του λιθαράκι για να διασφαλιστεί η πρόσβαση, όλων των ανθρώπων ανεξαιρέτως, σε ασφαλές πόσιμο νερό και υπηρεσίες αποχέτευσης, καθώς πρόκειται για ανθρώπινα δικαιώματα υψίστης σημασίας και βασικές προϋποθέσεις παγκόσμιας ευημερίας. Χωρίς νερό, δεν υπάρχει ζωή, δεν υπάρχει μπλε, δεν υπάρχει πράσινο.