Το προφίλ της ελληνικής οικογένειας σήμερα

Τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές οικογένειες κάνουν λιγότερα παιδιά και τα κάνουν πιο αργά.
4'

Του Παναγιώτη Μαυραγάνη

Το απαισιόδοξο αυτό δημογραφικό γεγονός, όμως, φαίνεται ότι δεν έχει κλονίσει την πίστη στο θεσμό της οικογένειας. Μπορεί οι νέοι να εγκαταλείπουν την πατρογονική εστία σε μεγαλύτερες ηλικίες απ' ό,τι παλαιότερα, να δημιουργούν σε μεγαλύτερη ηλικία τη δική τους οικογένεια και να αυξάνεται η ηλικία που αποφασίζουν να κάνουν παιδιά, ωστόσο η στενή επαφή που υπάρχει μεταξύ των διαφορετικών γενεών σε κάθε νοικοκυριό της χώρας, παραμένει ακμαία και είναι αυτή που λύνει από μόνη της τα όποια δύσκολα προβλήματά αντιμετωπίζουν τα μέλη της.

Σύμφωνα με τις περισσότερες μελέτες που έρχονται στο φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια, η απασχόληση και η οικονομική ασφάλεια είναι οι καθοριστικοί παράγοντες, που επηρεάζουν την απόφαση για δημιουργία οικογένειας. Αυτοί είναι δύο από τους λόγους που έχουν συμβάλλει στην αισθητή αύξηση του αριθμού των γυναικών, οι οποίες επιλέγουν να τεκνοποιήσουν στα 35-39 έτη, όντας εργαζόμενες. Ανεξάρτητα, όμως, από την ηλικία που τα ζευγάρια επιλέγουν να κάνουν παιδιά, το βασικό στην περίπτωση της Ελλάδας είναι ότι οι νέοι θέλουν να κάνουν οικογένεια, σε αντίθεση με τους ευρωπαίους συμπολίτες μας, λόγου χάρη στη Γερμανία, όπου μία στις τρεις γυναίκες είναι «συνειδητά άτεκνες».

Χάρη στους βαθιά ριζωμένους συναισθηματικούς δεσμούς, που δημιουργεί διαχρονικά ο θεσμός της οικογένειας στην Ελλάδα, η χώρα μας αντιστέκεται στη συρρίκνωση του πληθυσμού, που προκαλεί το εκρηκτικό μείγμα της μείωσης των γεννήσεων και της γήρανσης των κατοίκων, που ζουν σε κάθε γωνιά της χώρας. Εξάλλου το φαινόμενο της πολύ χαμηλής γονιμότητας δεν είναι καινούριο, καθώς τα τελευταία χρόνια οι γεννήσεις δεν ξεπερνούν τις 1,4 ανά γυναίκα, όταν ο αντίστοιχος φυσιολογικός δείκτης στις αναπτυγμένες χώρες θεωρείται ότι είναι το 2,1.

Ποιο είναι, όμως, το προφίλ της οικογένειας σήμερα;

Αποκαλυπτικά είναι τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (EΛΣΤΑΤ) για το τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2019, τα οποία σκιαγραφούν την τρέχουσα δημογραφική, κοινωνική και οικονομική εικόνα των νοικοκυρών με τρόπο σαφή και εμπεριστατωμένο.

Στην Ελλάδα, λοιπόν, υπάρχουν 4.134.540 «ανθεκτικές» οικογένειες. Από αυτές οι 1.852.311 διαθέτουν από ένα έως εννέα μέλη, ενώ μόλις 2.216 οικογένειες φιλοξενούν πάνω δέκα. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, οι 3.021.425 είναι πυρηνικές οικογένειες -που δημιουργήθηκαν δηλαδή έπειτα από γάμο και περιλαμβάνουν μόνο τους συζύγους ή και τα παιδιά τους- εκ των οποίων οι 1.570.422 είναι παντρεμένα ζευγάρια με τουλάχιστον ένα τέκνο. Μάλιστα, η ηλικία των γονιών σε 1.201.808 οικογένειες κυμαίνεται από τα 40 έως τα 49 έτη, ενώ το προσδόκιμο ζωής των γιαγιάδων φθάνει τα 83,9 έτη και των παππούδων τα 78,8 έτη.

Την ίδια στιγμή, ο θεσμός της οικογένειας «κερδίζει» τα διαζύγια, τα οποία εμφανίζουν πτώση τα τελευταία χρόνια, παρά τις δυσκολίες της οικονομικής κρίσης, που δυσχεραίνει την καθημερινότητα των ζευγαριών στη χώρα μας. Κατά συνέπεια από 14.880 το 2012, μειώθηκαν στα 11.013 το 2016.

Παράλληλα, η ύφεση ενίσχυσε και το δείκτη εξάρτησης του μη οικονομικά ενεργού πληθυσμού, ηλικίας 0-14 και 65 ετών και άνω, προς τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, ηλικίας 15 έως 64 ετών, καθώς παρουσιάζει αύξηση σε σχέση με επτά χρόνια πριν: από 52,8% το 2012 σε 55,9% το 2016. Επίσης, η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για αγαθά και υπηρεσίες έχει μειωθεί από 1.509,39 ευρώ το 2013 στα 1.414,09 ευρώ το 2017, με το μεγαλύτερο ποσοστό των χρημάτων αυτών να προορίζεται για είδη διατροφής (289,04 ευρώ), στέγαση (198,75 ευρώ) και μεταφορές (182,31 ευρώ).

Τέλος, μία στις δύο ελληνικές οικογένειες διαμένουν σε σπίτι τριών δωματίων, με το εμβαδό της κατοικίας να είναι μεταξύ 61 και 100 τετραγωνικών μέτρων. Δυστυχώς, όμως, οι συνθήκες διαβίωσης δεν είναι σε όλα τα νοικοκυριά ιδανικές. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, εν έτει 2017 υπήρχαν ακόμα κατοικίες, που αντιμετώπιζαν προβλήματα στέγασης, με διαρροές και υγρασία σε τοίχους και χαλασμένα πατώματα ή σάπιες κάσες στα παράθυρα, το ποσοστό των οποίων άγγιζε το 20,2%! Τουλάχιστον, η πλειονότητα των οικογενειών των ελληνικών νοικοκυριών έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο και στην ενημέρωση από την κατοικία τους, σε ποσοστό που άγγιζε το 76,5% το 2018, το οποίο, ωστόσο, είναι προτελευταίο -μόλις μία θέση πάνω από την Βουλγαρία- στην Ευρωζώνη των 28 κρατών-μελών.

Σχετικές ειδήσεις