Ο Ελληνοκαναδός που πέρασε την «Πύλη της Κολάσεως»

Εδώ και σαράντα χρόνια ένας κρατήρας από φωτιά σιγοκαίει στην έρημο του βόρειου Τουρκμενιστάν. Ο λόγος για τον κρατήρα Darvaza που είναι ευρύτερα γνωστός ως η «πύλη της Κόλασης».
2'

Ο κρατήρας βάθους 30 μέτρων και πλάτους 65, δημιουργήθηκε όταν οι σοβιετικοί επιστήμονες έβαλαν φωτιά για να κάψουν δηλητηριώδη αέρια κάτω από μια εξέδρα γεώτρησης.

Πριν από ένα περίπου χρόνο ο ομογενής εξερευνητής και κυνηγός καταιγίδων Γιώργος Κουρούνης, σε αποστολή που χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από το National Geographic, έγινε ο πρώτος άνθρωπος που κατέβηκε στα βάθη του κρατήρα.

Ο Κουρούνης κατάφερε να συλλέξει δείγματα του εδάφους τα οποία εξέτασαν οι επιστήμονες που προσπαθούν να μάθουν αν κάτω από τέτοιες σκληρές συνθήκες μπορεί να υπάρξει ζωή.

Ο Κουρούνης προετοιμαζόταν 18 μήνες για το εγχείρημα το οποίο προβλήθηκε στη σειρά Die Trying του National Geographic Channel.

«Το σημείο πάντα με γοήτευε. Η ιστορία πίσω από το πώς εμφανίστηκε ο κρατήρας ήταν τυλιγμένη στο μυστήριο, και δεν υπάρχει άλλο μέρος σαν αυτό στη Γη. Είναι πολύ μοναδικό, δεδομένου ότι δεν υπάρχει άλλο μέρος με λάκκο καύσης μεθανίου που είναι σαν να εκτοξεύεται από το έδαφος σε υψηλή πίεση. Είναι συναρπαστικό, είναι εντυπωσιακό, και υπάρχουν πολλά που μπορούμε να μάθουμε για αυτό το φαινόμενο» αναφέρει.

Ουσιαστικά πρόκειται για μία πολύ σημαντική αποθήκη φυσικού αερίου, που καίει για περισσότερα από 40 χρόνια. Όπως εξηγεί ο Κουρούνης: «Η ιστορία που έχει κυκλοφορήσει στο διαδίκτυο είναι ελαφρώς διαφορετική από ότι έχουν διαπιστώσει οι τοπικοί γεωλόγοι.»

Για αυτή τη δύσκολη αποστολή εξηγεί: «Χρειάστηκα ενάμιση χρόνο για την προετοιμασία και το σχεδιασμό της αποστολής, για να πάρω την άδεια και να επανδρώσω την ομάδα μου.»

«Όταν μπήκα μέσα πρώτη φορά και κοίταξα κάτω ήταν σαν ταινία επιστημονικής φαντασίας. Η φωτιά και η ζέστη στρεβλώνει τον αέρα γύρω και το κύμα θερμότητας είναι τόσο μεγάλο που δεν μπορούσαμε να κοιτάξουμε κατ' ευθείαν προς τον άνεμο. Προστατεύαμε το πρόσωπό μας με τα χέρια μας όταν βρισκόμασταν την άκρη του κρατήρα», κατέληξε.