Ανέκρουσε πρύμναν ο Βορράς για το προσφυγικό - Πανικός με τη συνεχιζόμενη ροή εκτοπισμένων
Η πολιτική της Άγκελα Μέρκελ μπορεί να χαιρετίστηκε στην αρχή της προσφυγικής κρίσης ως βαθιά ανθρωπιστική αλλά από ότι φαίνεται το κλίμα αλλάζει. Γερμανοί και Σουηδοί που αρχικά θεωρήθηκαν ως οι πλέον ανεκτικοί με τη φιλοξενία προσφύγων στο έδαφός τους, μοιάζει να αλλάζουν γνώμη υπό το βάρος των χιλιάδων εκτοπισμένων που προσπαθούν να φθάσουν στο Βορρά.
Στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου ο Γερμανός υπουργός Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ επανέλαβε την πρότασή του να ελέγχονται οι ανάγκες για την παροχή ασύλου στους Σύρους πρόσφυγες και να περιοριστεί το δικαίωμά τους να επανενώνονται με τις οικογένειές τους, κάτι που προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στον κυβερνητικό συνασπισμό.
Παρά την αντίδραση της καγκελαρίας, ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά και ο πρόεδρος της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Χορστ Ζέεχοφερ εμφανίστηκαν να υποστηρίζουν τον ντε Μεζιέρ.
Σε συνέντευξή του το Σάββατο στον ειδησεογραφικό ιστότοπο n-tv ο Γερμανός υπουργός δήλωσε ότι στο μέλλον οι Σύροι πρόσφυγες θα λαμβάνουν μόνο «επικουρική προστασία». Βάσει της πρότασης αυτής ο χρόνος που θα επιτρέπεται στους πρόσφυγες να παραμένουν στη Γερμανία θα είναι περιορισμένος, ενώ δεν θα μπορούν να φέρουν στη χώρα και τις οικογένειές τους.
Ο ντε Μεζιέρ πρόσθεσε ότι κάθε υπόθεση θα πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά για να καθίσταται σαφές ποιος καθεστώς προστασίας είναι πιο κατάλληλο, αντί να εφαρμόζεται το ίδιο σε όλους.
Αυτή τη στιγμή το Ομοσπονδιακό Γραφείο για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες (BAMF) δίνει το καθεστώς του πρόσφυγα σε όλους τους Σύρους, βάσει της Συνθήκης της Γενεύης. Αυτό σημαίνει ότι ο/η σύζυγος του προσώπου που λαμβάνει άσυλο και τα παιδιά του μπορούν να έρθουν στη χώρα.
Παρόλο που η καγκελαρία αμέσως ξεκαθάρισε ότι δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα και ότι προς το παρόν θα συνεχίσει να ισχύει το καθεστώς που υπάρχει, κάποιοι πολιτικοί του CSU και των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) εξέφρασαν την υποστήριξή τους στον ντε Μεζιέρ.
Εξάλλου ο αρμόδιος για θέματα εσωτερικής πολιτικής του CSU Στέφαν Μάγιερ επεσήμανε ότι πολλοί Σύροι θα πρέπει να λαμβάνουν μόνο επικουρική προστασία διότι δεν έρχονται απευθείας από τη ζώνη του πολέμου, ενώ και ο γενικός γραμματέας του CSU Αντρέας Σόιερ τάχθηκε υπέρ του περιορισμού των δικαιωμάτων των Σύρων προσφύγων.
Η περίπτωση της Σουηδίας
Οι Σουηδοί παρακολουθούν «παγωμένοι» την προσφυγική ροή προς τη χώρα τους, σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Sifo.Το 41% των ερωτηθέντων στη Σουηδία τάσσεται εφεξής υπέρ μιας μείωσης του αριθμού των αδειών παραμονής που χορηγούνται στη χώρα τους, ενώ τον Σεπτέμβριο το ποσοστό αυτό έφτανε μόλις το 29%, σύμφωνα με την έρευνα αυτή που έγινε στις αρχές του μήνα σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.000 ανθρώπων για λογαριασμό της εφημερίδας Svenska Dagbladet.
Όταν είχαμε δημοσιεύσει την έρευνα του Σεπτεμβρίου, ήταν πολύ διαφορετικός ο τόνος και η συζήτηση. Σήμερα ο πρωθυπουργός Στέφαν Λεβέν ζητεί μια αναδιανομή (εντός της ΕΕ ενός μέρους) των προσφύγων που φτάνουν εδώ, σχολίασε ο Τόιβο Σγερέν, υπεύθυνος δημοσκοπήσεων στο Sifo.
Επίσης μια δημοσκόπηση του Ipsos που δημοσιεύτηκε αυτό το Σαββατοκύριακο από την εφημερίδα Dagens Nyheter δείχνει και αυτή μια αλλαγή της κοινής γνώμης στη Σουηδία, όπου αναμένονται φέτος έως και 190.000 πρόσφυγες και μετανάστες.
Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, το 26% των Σουηδών κρίνει ότι η χώρα τους θα έπρεπε να δέχεται περισσότερους πρόσφυγες και μετανάστες, έναντι ποσοστού 44% τον Σεπτέμβριο, ενώ ποσοστό 42% τάσσεται υπέρ μιας μείωσης του αριθμού των αιτήσεων για την χορήγηση ασύλου που γίνονται δεκτές, έναντι ποσοστού 30% τον Σεπτέμβριο.
Οι πιο επιφυλακτικοί είναι οι άνδρες και οι ψηφοφόροι της δεξιάς. Το 96% των υποστηρικτών του ακροδεξιού κόμματος των Δημοκρατών της Σουηδίας ζητεί μια μείωση του αριθμού των προσφύγων και των μεταναστών που λαμβάνουν άδεια να παραμείνουν στην Σουηδία.
Επίσης και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απηχούν αυτήν την αυξανόμενη αντίθεση στους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Σύμφωνα με μελέτη της Svenska Dagbladet, το 35% των πιο δημοφιλών δημοσιεύσεων στο Facebook, το Twitter και το Instagram εξέφραζαν μια αρνητική άποψη τον Οκτώβριο, έναντι ποσοστού 21% τον Σεπτέμβριο.