«Ηλίθιοι όσοι σκοτώθηκαν σκαρφαλώνοντας στο Τείχος του Βερολίνου»
Η Μάργκοτ Χόνεκερ είναι σήμερα 84 ετών. Την αποκαλούσαν "Πορφυρή Μάγισσα" λόγω της απόχρωσης των μαλλιών της και ήταν επί σειρά ετών υπουργός Παιδείας στην Ανατολική Γερμανία.
Σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις της, δήλωσε στο γερμανικό τηλεοπτικό κανάλι ARD ότι τόσο η ίδια όσο και άλλοι Ανατολικογερμανοί ηγέτες δεν κατάλαβαν ποτέ γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι ήθελαν να φύγουν στη Δύση πηδώντας το Τείχος, καθώς -όπως είπε- δεκάδες ήταν αυτοί που σκοτώθηκαν. Περίπου 5.000 άνθρωποι κατάφεραν να περάσουν στο Δυτικό Βερολίνο.
«Το ερώτημα που πάντα μας απασχολούσε ήταν: γιατί το ρίσκαρε; Γιατί; Δεν υπήρχε ανάγκη να το κάνει, δεν ήταν ανάγκη να σκαρφαλώσει στο Τείχος. Είναι σίγουρα πικρό που πλήρωσαν με τη ζωή τους αυτήν την ηλιθιότητα», είπε η ίδια. Σήμερα ζει στη Χιλή και σπανίως μιλά σε Γερμανούς δημοσιογράφους. Όταν συμβαίνει, τότε οι δηλώσεις της γίνονται πρωτοσέλιδα στο γερμανικό Τύπο.
«Δεν υπήρχε ανάγκη να σκαρφαλώσουν στο Τείχος», πιστεύει και δηλώνει: «Δεν υπήρχε άμεση εντολή να τους πυροβολούν στην Ανατολική Γερμανία αλλά ένας κώδικας για τη χρήση των όπλων, που δεν διέφερε απ' ότι γίνεται σε άλλες χώρες».
Ο Χόνεκερ αναγκάστηκε να παραιτηθεί λίγο πριν από την πτώση του Τείχους στις 9 Νοεμβρίου 1989. Το 1991, μετά την ένωση της Ανατολικής με τη Δυτική Γερμανία, το ζευγάρι κατέφυγε στη Μόσχα για να αποφύγει την ποινική δίωξη, ενώ έφυγαν και από εκεί με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Στη Γερμανία εκδόθηκε το 1992 και κατηγορήθηκε για εγκλήματα κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Ένα χρόνο μετά, ασθένησε από καρκίνο στο ήπαρ και αφέθηκε ελεύθερος. Έζησε για λίγο με τη σύζυγό του στο Σαντιάγο της Χιλής και πέθανε το 1994, σε ηλικία 81 ετών.
Η σύζυγός του Μάργκοτ, παραπονέθηκε γιατί λαμβάνει μηνιαίως σύνταξη 1.500 ευρώ από το γερμανικό κράτος. Χαρακτήρισε «αντεπανάσταση» τη διάλυση της Ανατολικής Γερμανίας και την πτώση του Τείχους, υπερασπιζόμενη το κομμουνιστικό κράτος. «Ποιό ήταν το έγκλημα στην Ανατολική Γερμανία; Ήταν εγκληματικό που οι άνθρωποι ζούσαν ειρηνικά; Ότι είχαν προοπτικές; Ότι μπορούσαν να συντηρηθούν δουλεύοντας τίμια;», αναρωτήθηκε η ίδια. Τόσα χρόνια μετά μένει με τις απορίες…