Ο θεωρητικός του Κρεμλίνου εξηγεί γιατί η «στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία δεν είναι εισβολή
Ο Αλεξάντρ Ντούγκιν είναι ένας Ρώσος φιλόσοφος και πολιτικός επιστήμονας που έχει στενούς δεσμούς με το Κρεμλίνο, θεωρείται «ιδεολόγος του Πούτιν» και περιγράφεται ως σύμβουλος και εμπνευστής του. Πολύ διαβασμένος και ενημερωμένος «είναι ένας αδέσμευτος στοχαστής που βλέπει τη Ρωσία με εντελώς διαφορετικά μάτια από τα δικά μας. Είναι μια άβολη φωνή - όχι απαλλαγμένη από μεροληψία και προπαγάνδα - αλλά χρήσιμη στην ακρόαση» τον συστήνει η εφημερίδα Il Giornale που του πήρε συνέντευξη.
Όταν ο δημοσιογράφος Λουίτζι Μασκερόνι τον ρωτάει αν μίλησε πρόσφατα με τον Πούτιν λέει οτι αυτή ειναι μία προσωπική ερώτηση, στην οποία δεν απαντάει. «Μιλάω για γεωπολιτική, αν θέλετε» προσθέτει και αρχίζει να εξηγεί την κοσμοθεωρία του.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία λέει δεν είναι εισβολή αλλά «στρατιωτική επιχείρηση. Ο Πούτιν εξήγησε πολύ καλά τους σκοπούς της, που είναι δύο. Πρώτον: αποναζιστικοποίησε μια χώρα της οποίας η κυβέρνηση όχι μόνο ανέχτηκε αλλά υποστήριξε νεοναζιστικές ομάδες που έδωσαν δύναμη σε μια ουκρανική εθνικιστική ταυτότητα που βασίζεται στο μίσος κατά των Ρώσων. Μια τεχνητή ταυτότητα που δημιουργήθηκε μέσω μιας ιδεολογίας που η Δύση προσποιήθηκε ότι δεν βλέπει επειδή το να μισείς τους Ρώσους είναι πιο σημαντικό από το να μισείς τους Ναζί.
Δεύτερον: αλλαγή του πολιτικού καθεστώτος στο Κίεβο για να επαναφέρει την Ουκρανία στη ρωσική πολιτική, στρατιωτική και στρατηγική σφαίρα. Προσοχή: η τρέχουσα στρατιωτική επιχείρηση δεν είναι πόλεμος ενάντια στο ΝΑΤΟ. Αλλά μια επιχείρηση για την υπεράσπιση μιας περιοχής ζωτικού ενδιαφέροντος για τη Ρωσία, η οποία για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν έμμεσα κατεχόμενη από τη δυτική δύναμη σε μια στιγμή αδυναμίας στη Μόσχα».
Τι συμβαίνει λοιπόν στην Ουκρανία; «Για να το κατανοήσουμε αυτό, είναι απαραίτητο να επιστρέψουμε στα αίτια και να διαβάσουμε τη διάλυση της ΕΣΣΔ μέσα σε ένα πλαίσιο που δεν είναι μόνο ιδεολογικό αλλά και γεωπολιτικό. Και αν η γεωπολιτική είναι η επιστήμη που θεωρεί τον κόσμο ως το πεδίο μάχης μεταξύ της θαλάσσιας δύναμης και της επίγειας δύναμης, με αυτή την έννοια το τέλος της ΕΣΣΔ ήταν η νίκη της δύναμης της θάλασσας και η κατάρρευση της δύναμης της γης. Μετά το 1989, η Ρωσία έχασε την εξουσία στις ζώνες ελέγχου της προς όφελος της Δύσης, και η Δύση απέκτησε επιρροή σε αυτό το κενό, που ήταν συνέπεια της αδυναμίας της δύναμης της Γης. Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας διαλύθηκε και το ΝΑΤΟ ενισχύθηκε».
«Όταν η Ουκρανία αποχωρίστηκε από τη Ρωσία και έγινε ανεξάρτητη, προσέγγισε σταδιακά το ΝΑΤΟ, αλλά μπόρεσε να το κάνει γιατί τη δεκαετία του 1990, την περίοδο του Γκορμπατσόφ και μετά του Γέλτσιν ήταν μια αδύναμη Ρωσία. Αλλά όταν επέστρεψε ισχυρή με τον Πούτιν, η μόνιμη πίεση του ΝΑΤΟ εναντίον των συνόρων μας -κάτι που κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί- δεν ήταν πλέον αποδεκτή. Ο Πούτιν έγινε ισχυρότερος και με πιο ανεπτυγμένη γεωπολιτική συνείδηση και έτσι η ισορροπία άλλαξε. Και απάντησε σε μια αφόρητη κατάσταση: πρώτα στη Γεωργία, μετά στην Κριμαία, μετά στο Ντονμπάς, όπου ο ουκρανικός στρατός αποτελούσε διαρκή κίνδυνο: ο πληθυσμός βομβαρδίστηκε και οι άμαχοι σκοτώθηκαν. Τα υπόλοιπα ήρθαν μόνα τους: η έκκληση της Ρωσίας να μην αφήσει την Ουκρανία να εισέλθει στη δυτική περιοχή επιρροής απορρίφθηκε, και έτσι είναι ο πόλεμος».
Ο Ντούγκιν παραδέχεται οτι η επιχείρηση στην Ουκρανία δεν είναι «περίπατος» για τη Ρωσία. «Ο Πούτιν γνώριζε ότι η Ουκρανία έχει μεγάλο στρατό και ότι δεν θα ήταν εύκολο να πάρει τον έλεγχο μιας χώρας με 40 εκατομμύρια ανθρώπους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι επιχειρήσεις πεδίου παρατείνονται. Το να νικήσεις έναν στρατό 600.000 που έχει με το μέρος του την υποστήριξη και την προπαγάνδα όλης της Δύσης, δεν είναι εύκολο. Κανείς εδώ δεν πίστευε σε μια σύντομη νίκη. Εν τω μεταξύ, η Ρωσία έχει τον απόλυτο έλεγχο των αιθέρων. Ο πόλεμος θα διαρκέσει ένα μήνα ή περισσότερο, αλλά ο ρωσικός στρατός θα κερδίσει. Δεν υπάρχει απροσδόκητο στοιχείο σε αυτόν τον πόλεμο για τον Πούτιν».
Οι αναλυτές λένε ότι ο Πούτιν είναι άρρωστος, όχι πολύ διαυγής, αποκομμένος από την πραγματικότητα ρωτάει ο δημοσιογράφος της ιταλικής εφημερίδας. «Τα μοντέλα παραπληροφόρησης σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πάντα τα ίδια: να περάσει η ιδέα ότι ένας ανεπιθύμητος πολιτικός ηγέτης είναι τρελός, άρρωστος, που δεν ελέγχει πλέον την κατάσταση. Αντίθετα, ο Πούτιν είναι υγιής, διαυγής και πολύ δυνατός. Ποτέ δεν ήταν καλύτερα».
Διακρίνετε στα βιβλία σας έναν σεληνιακό Πούτιν και έναν ηλιακό Πούτιν. Τι σημαίνει; «Ο ηλιακός Πούτιν είναι ο Πούτιν της Μεγάλης Ευρασίας, ο πατριώτης και κυρίαρχος Πούτιν, ο άνθρωπος που έρχεται σε ρήξη με τη δυτική μετανεωτερικότητα, ενάντια στην παγκοσμιοποίηση. Ο σεληνιακός Πούτιν, από την άλλη, είναι αυτός που συμβιβάζεται με τη Δύση, τον ΠΟΕ, το Νταβός, την ατλαντική φιλελεύθερη ελίτ».
Σήμερα όπως λέει ο Ντούγκιν ο Ρώσος πρόεδρος είναι «υπερηλιακός»
Τι απαντάει στους φόβους για τη χρήση της ατομικής βόμβας; «Αυτό είναι το μόνο πραγματικό πρόβλημα, ακόμη και για εμάς. Όλα εξαρτώνται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Εάν η Ουάσιγκτον περιοριστεί σε κυρώσεις, πολιτική πίεση και οικονομική υποστήριξη για την Ουκρανία, με λίγα λόγια, εάν η Δύση υποστηρίξει έμμεσα το Κίεβο για όλες τις νόμιμες ενέργειες, τίποτα δεν θα συμβεί. Αν όμως υπάρξει άμεση επίθεση του ΝΑΤΟ, τότε η Ρωσία θα απαντήσει με συμμετρικά μέσα. Αν νιώθουμε ότι απειλούμαστε στο έδαφός μας, θα χρησιμοποιήσουμε πυρηνικά όπλα».
Κατά τα άλλα ο Ρώσος φιλόσοφος ισχυρίζεται οτι «ο πληθυσμός υποστηρίζει πλήρως τον Πούτιν. Δεν υπάρχει πραγματική αντιπολίτευση. Και όχι τόσο επειδή υπάρχει λογοκρισία εναντίον εκείνων που επικρίνουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, αλλά επειδή ο ρωσικός λαός είναι πραγματικά αλληλέγγυος με τον Πρόεδρο. Η κοινή γνώμη εδώ έχει πολύ ξεκάθαρους στόχους του Πούτιν και είναι προετοιμασμένη γιατί κατανοεί ότι η πίεση του ΝΑΤΟ εναντίον των συνόρων μας είναι απαράδεκτη».
Οι συλλήψεις και οι διαδηλώσεις στη Μόσχα είναι όπως λέει περιορισμένες, κανένας δεν διαμαρτύρεται μόνο μικρές ομάδες, ή μεμονωμένα άτομα. «Η αντίληψη μιας εσωτερικής διαμαρτυρίας είναι αποτέλεσμα της παραπληροφόρησης των δυτικών ΜΜΕ. Φωτογραφίζουν γεγονότα από το παρελθόν, σε διαφορετικά πλαίσια, και περνούν ως διαφωνίες».