Έκτο πακέτο κυρώσεων επέβαλλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη Ρωσία
Στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αυτή τη φορά μπαίνουν υψηλόβαθμοι Ρώσοι στρατιωτικοί, τράπεζες αλλά και ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί.
Το 6ο πακέτο κυρώσεων κατά της Μόσχας, το οποίο θα περιλαμβάνει ένα σταδιακό εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, παρουσίασε σήμερα από το ΕυρωπαΪκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο η Πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Πρώτον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει την πρόσθετη καταχώριση στη μαύρη λίστα με τις κυρώσεις, αξιωματούχων και άλλων προσώπων που ενεπλάκησαν στα εγκλήματα πολέμου στην Μπούτσα, αλλά και των υπεύθυνων για τις «απάνθρωπες» σκηνές στην πόλη της Μαριούπολης, όπως είπε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Αυτό είναι ακόμα ένα μήνυμα στους δράστες του Κρεμλίνου: γνωρίζουμε ποιοι είστε, θα σας κρατάμε υπόλογους και δεν θα διαφύγετε», πρόσθεσε.
Δεύτερον, το 6ο πακέτο κυρώσεων περιλαμβάνει τον αποκλεισμό πρόσθετων σημαντικών ρωσικών τραπεζών, μεταξύ των οποίων τη ρωσική τράπεζα Sberbank, τη μεγαλύτερη τράπεζα της Ρωσίας, που κατέχει περίπου το 37% του ρωσικού τραπεζικού τομέα. «Χτυπάμε τράπεζες που είναι συστημικά σημαντικές στο ρωσικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και στην ικανότητα του Πούτιν να σπείρει την καταστροφή», δήλωσε η Πρόεδρος της Επιτροπής.
Τρίτον, μετά την απαγόρευση του Sputnik και του RT, απαγορεύεται η μετάδοση στην ΕΕ, τριών ακόμη ρωσικών ειδησεογραφικών καναλιών. «Δεν επιτρέπεται να μεταδίδουν το περιεχόμενό τους πλέον στην ΕΕ, ούτε δορυφορικά ούτε μέσω διαδικτύου. Τα κανάλια αυτά είναι φερέφωνα των ψευδών ειδήσεων και της προπαγάνδας του Πούτιν και δεν πρέπει να τους δίνουμε άλλο βήμα», σημείωσε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Τέταρτον, το Κρεμλίνο βασίζεται σε λογιστές και συμβούλους από την Ευρώπη και αυτό θα σταματήσει. Δεν θα παρέχονται πλέον αυτές οι υπηρεσίες στη Ρωσία.
Πέμπτον, μετά την απαγόρευση του ρωσικού άνθρακα σήμερα θα απαγορευθούν σταδιακά οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου. «Δεν θα είναι εύκολο, γιατί κάποια κράτη-μέλη εξαρτώνται από το ρωσικό πετρέλαιο, αλλά είναι κάτι που πρέπει να γίνει», παραδέχτηκε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Προτείνεται η απαγόρευση του ρωσικού πετρελαίου από την Ευρώπη, με πλήρη απαγόρευση εισαγωγής δια θαλάσσης και μέσω αγωγών διυλισμένου και αργού πετρελαίου. Αυτό θα γίνει με τρόπο σταδιακό, εντός 6 μηνών για το αργό πετρέλαιο και μέχρι το τέλος του έτους για τα διυλισμένα προϊόντα, ώστε «να περιοριστεί ο αντίκτυπος στην παγκόσμια αγορά», ανέφερε η Πρόεδρος της Επιτροπής. « Έτσι θα μεγιστοποιηθεί η πίεση στη Ρωσία, ενώ ταυτόχρονα θα ελαχιστοποιήσουμε την παράπλευρη ζημιά σε εμάς και σε όλο τον κόσμο», πρόσθεσε.
Η Πρόεδρος της Επιτροπής επισήμανε ότι με όλα τα παραπάνω βήματα η Ευρώπη στερεί από τη ρωσική οικονομία τη δυνατότητά της να εκσυγχρονιστεί. «Η Ρωσία ήθελε να σβήσει την Ουκρανία από τον χάρτη, όμως η Ουκρανία έχει υψώσει το ανάστημά της ενωμένη και με γενναιότητα και ο Πούτιν τελικά θα καταστρέψει τη δική του χώρα», ανέφερε.
Επιπλέον, η Πρόεδρος της Επιτροπής τόνισε ότι η ΕΕ δεν θέλει μόνο να βοηθήσει την Ουκρανία να νικήσει τον πόλεμο, αλλά και να ορθοποδήσει μετά τον πόλεμο. Πρότεινε η ΕΕ να αρχίσει να εργάζεται σε ένα φιλόδοξο πακέτο ανοικοδόμησης της χώρας, το οποίο θα φέρει μαζικές επενδύσεις. Η ίδια σημείωσε ότι η ΕΕ έχει ήδη κάνει πολλά, με άμεση στήριξη στον ουκρανικό προϋπολογισμό και πακέτο μακροοικονομικής βοήθειας, ενώ οι δασμοί από τα προϊόντα της χώρας έχον σταματήσει. Τόνισε, επίσης, ότι το ΑΕΠ της Ουκρανίας θα μειωθεί κατά 35-50% φέτος και ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι από το Μάιο και μετά η Ουκρανία θα χρειάζεται 5 εκατομμύρια ευρώ το μήνα για να συνεχίσει να υπάρχει.
«Πρέπει να τους στηρίξουμε, αλλά δεν μπορούμε να το κάνουμε μόνοι μας. Καλωσορίζω ότι και οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν σοβαρή στήριξη στον προϋπολογισμό της Ουκρανίας και πρέπει να κάνουμε και εμείς το ίδιο, ως ΕΕ», είπε η Πρόεδρος της Κομισιόν, προσθέτοντας ότι σε δεύτερο στάδιο θα έρθει η ανοικοδόμηση της χώρας, μετά τη συγκλονιστική καταστροφή σε σπίτια, σιδηροδρόμους, σχολεία, εργοστάσια. «Μέσα στο χάος του πολέμου είναι δύσκολο να καταλήξουμε σε μια ακριβή εκτίμηση, αλλά οι οικονομολόγοι μιλούν για εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ», ανέφερε η Πρόεδρος της Κομισιόν.