Η Κομισιόν «καρφώνει» την Τουρκία: Ανησυχία για την πολιτική των προκλήσεων
Τον προβληματισμό της για την πολιτική της Τουρκίας και την προκλητικότητα της Άγκυρας εξέφρασε η Κομισιόν την ετήσια έκθεσή της, στηρίζοντας παράλληλα την Ελλάδα και την Κύπρο.
Η συζήτηση της έκθεσης που ξεκινά σήμερα, Δευτέρα, στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, γίνεται σε περίοδο που οι εκβιασμοί της Άγκυρας απέναντι στην Δύση ενισχύονται με φόντο τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και μοχλό πίεσης για τις διεκδικήσεις της Άγκυρας τις υποψηφιότητες Φινλανδίας και Σουηδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Την Τρίτη αναμένεται η ψηφοφορία με εισηγητή τον Ισπανό σοσιαλιστή Ευρωβουλευτή, Νάτσο Αμόρ.
Τα σημεία προβληματισμού
Στο κείμενο, αν και αναγνωρίζονται κάποια βήματα προόδου της Άγκυρας στο δρόμο της μείωσης των εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο, διατηρείται ο αστερίσκος ότι η κατάσταση μπορεί να ανατραπεί.
Στο κείμενο εκφράζεται η λύπη των Βρυξελλών για τις δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων που αμφισβητούν την κυριαρχία της Ελλάδας επί ορισμένων νησιών της, και χαρακτηρίζονται ως αντιπαραγωγικές και υπονομευτικές στις προσπάθειες αποκλιμάκωσης.
Η έκθεση προτρέπει την Τουρκία καθώς και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να συμμετάσχουν σε μια καλόπιστη ειρηνική διευθέτηση των διαφορών και να απέχουν από κάθε μονομερή ενέργεια ή απειλή.
Στο κείμενο καλούνται επίσης όλες οι πλευρές να επιδείξουν πραγματική συλλογική δέσμευση για τη διαπραγμάτευση της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών (ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας) με καλή πίστη και σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες και αρχές.
Στήριξη Ελλάδας και Κύπρου
Επίσης γίνεται αναφορά στην Κυπριακή Δημοκρατία και η Κομισιόν καταδικάζει τις οχλήσεις από τουρκικά ερευνητικά σκάφη τα οποία διενεργούν έρευνες στα ορια της ΑΟΖ που έχει οριοθετηθεί από την Λευκωσία.
Η έκθεση κάνει αναφορά και στην πολιτική των υπερπτήσεων και παραβιάσεων της Άγκυρας απέναντι στην Αθήνα, καταδικάζοντας τις παραβιάσεις του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου, καθώς και τις υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένες περιοχές.
Ενέργειες οι οποίες χαρακτηρίζονται ως παραβίαση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών μελών της ΕΕ, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου.
Γίνεται ακόμα αναφορά στο casus belli και σημειώνεται με λύπη το γεγονός ότι δεν έχει ακόμα αρθεί.
Το κείμενο χαιρετίζει την συνέχεια των διερευνητικών Ελλάδας – Τουρκίας (σς οι οποίες ωστόσο επί του παρόντος έχουν παγώσει με απόφαση Ερντογάν), με στόχο την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ενώ καλεί για μία ακομα φορά την Άγκυρα να υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Μία σύμβαση που αποτελεί κεκτημένο της ΕΕ.
Στο κείμενο εκφράζεται ακόμα η απόλυτη αλληλεγγύη σε Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία. Την ίδια στιγμή επιβεβαιώνεται το δικαίωμα της Λευκωσίας να προχωρά στη σύναψη διμερών συμφωνιών που αφορούν την ΑΟΖ της για να εξερευνά και να εκμεταλλεύεται τους φυσικούς της πόρους σε πλήρη συμμόρφωση με το διεθνές δίκαιο. Η έκθεση υποστηρίζει την πρόσκληση που απηύθυνε η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Τουρκία να διαπραγματευτεί με καλή πίστη τη θαλάσσια οριοθέτηση μεταξύ των αντίστοιχων ακτογραμμών τους ή να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο.
Καλεί δε την Τουρκία να αποδεχθεί την πρόσκληση της Κύπρου. Επίσης χαιρετίζει την τουρκική συμβολή στην ασφάλεια του εφοδιασμού με φυσικό αέριο μέσω της σύνδεσης του Δια-Ανατολικού Αγωγού (TANAP) με τον ολοκληρωμένο Δια-Αδριατικό Αγωγό (TAP)- επαναλαμβάνει την υποστήριξή του στην πρόταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για πολυμερή διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο και υπογραμμίζει ότι η Πράσινη Συμφωνία και η ενεργειακή μετάβαση θα μπορούσαν να προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες για την επίτευξη συνεργατικών, βιώσιμων και χωρίς αποκλεισμούς ενεργειακών λύσεων στην Ανατολική Μεσόγειο- ζητεί να καταστεί η Ανατολική Μεσόγειος πραγματικός καταλύτης στην εξωτερική διάσταση της Πράσινης Συμφωνίας.
Στην έκθεση σημειώνεται ακόμα με λύπη το γεγονός ότι το Κυπριακό παραμένει άλυτο και σημειώνεται ότι μία λύση σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και εντός του συμφωνημένου πλαισίου θα έχει θετικό αντίκτυπο στις σχέσεις της Τουρκίας – ΕΕ.
Επαναβεβαιώνει ακόμα ότι η μόνη βιώσιμη λύση του Κυπριακού είναι αυτή της δίκαιης, συνολικής και βιώσιμης διευθέτησης, συμπεριλαμβανομένων των εξωτερικών πτυχών του, εντός του πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών, στη βάση μιας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με ενιαία διεθνή νομική προσωπικότητα, ενιαία κυριαρχία, ενιαία ιθαγένεια και πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και στη βάση του σεβασμού των αρχών στις οποίες βασίζεται η Ένωση.
Στο κείμενο εκφράζεται λύπη για το γεγονός ότι η τουρκική κυβέρνηση εγκατέλειψε τη συμφωνημένη βάση της λύσης και το πλαίσιο του ΟΗΕ για να ταχθεί υπέρ της λύσης δύο κρατών και καλεί την Άγκυρα να εγκαταλείψει αυτή την απαράδεκτη πρόταση. Παράλληλα καλεί την Τουρκία να απέχει από κάθε μονομερή ενέργεια που θα εδραίωνε τη μόνιμη διαίρεση του νησιού και να απέχει από ενέργειες που μεταβάλλουν τη δημογραφική ισορροπία.
Επίσης η έκθεση καταδικάζει το γεγονός ότι η Τουρκία συνεχίζει να παραβιάζει τα ψηφίσματα 550(1984) και 789(1992) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, σε σχέση με τα Βαρώσια, που καλούν την Τουρκία να μεταβιβάσει την περιοχή στους νόμιμους κατοίκους της υπό την προσωρινή διοίκηση του ΟΗΕ.
Θεωρεί ότι το άνοιγμα των Βαρωσίων υπονομεύει την αμοιβαία εμπιστοσύνη και, ως εκ τούτου, την προοπτική επανέναρξης άμεσων συνομιλιών για μια συνολική λύση του Κυπριακού.
Η έκθεση ζητάει από την τουρκική κυβέρνηση την επιστροφή στο διάλογο με βάση το σχήμα του ΟΗΕ, το οποίο αποτελεί το μόνο βιώσιμο δρόμο προς τη συμφιλίωση, προτρέπει οι διαπραγματεύσεις για την επανένωση της Κύπρου να συνεχιστούν υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ το συντομότερο δυνατό από το σημείο όπου σταμάτησαν στο Κραν Μοντανά το 2017.
Ακόμα καλείται η Τουρκία να προχωρήσει στην πλήρη, χωρίς διακρίσεις εφαρμογή του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Συμφωνίας της Άγκυρας προς όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Κυπριακής Δημοκρατίας, εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Τουρκία εξακολουθεί να μην έχει σημειώσει πρόοδο προς την κατεύθυνση της εξομάλυνσης των σχέσεών της με την Κυπριακή Δημοκρατία- υπογραμμίζει το γεγονός ότι η συνεργασία εξακολουθεί να είναι ουσιαστικής σημασίας σε τομείς όπως η δικαιοσύνη και οι εσωτερικές υποθέσεις, καθώς και το αεροπορικό δίκαιο και οι επικοινωνίες εναέριας κυκλοφορίας με όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Άγκυρα καλείται σύμφωνα με την έκθεση να δώσει στην τουρκοκυπριακή κοινότητα χώρο για να ενεργήσει σύμφωνα με το ρόλο της ως νόμιμη κοινότητα του νησιού, δικαίωμα που κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στο ίδιο πλαίσιο καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειές της για συνεργασία με την τουρκοκυπριακή κοινότητα, υπενθυμίζοντας ότι η θέση της είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και καλεί όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν μια πιο θαρραλέα προσέγγιση για την προσέγγιση των κοινοτήτων.
Η έκθεση σημειώνει ακόμα την ανάγκη να εφαρμοστεί το κεκτημένο της ΕΕ σε ολόκληρο το νησί μετά τη συνολική λύση του Κυπριακού προβλήματος και αναφέρει ότι μέχρι τότε η Κυπριακή Δημοκρατία είναι υπεύθυνη για την εντατικοποίηση των προσπαθειών της για τη διευκόλυνση της εμπλοκής των Τουρκοκυπρίων με την ΕΕ.
Επαινείται το έργο της Λευκωσίας επί της δικοινοτικής Επιτροπής Αγνοουμένων (ΔΕΑ) και επαναλαμβάνει την εκτίμηση για το γεγονός ότι, μετά τη χειρότερη φάση της πανδημίας, η Τουρκία παρέχει σταδιακά και πάλι πρόσβαση στη ΔΕΑ στους σχετικούς χώρους, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών περιοχών.
Η Τουρκία καλείται ακομα να ενισχύσει τις προσπάθειές της για την παροχή κρίσιμων πληροφοριών από τα στρατιωτικά της αρχεία, καθώς και για την πρόσβαση σε μάρτυρες σε αποκλεισμένες περιοχές.
Επίσης η Τουρκία καλείται να συνεργαστεί με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, ιδίως το Συμβούλιο της Ευρώπης, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης και της σκόπιμης καταστροφής της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Αναφορά κάνει η έκθεση και στις τουρκικές στρατιωτικές επεμβάσεις στη Συρία, τις οποίες καταδικάζει και σημειώνει ότι παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και υπονομεύουν τη σταθερότητα και την ασφάλεια ολόκληρης της περιοχής. Η Άγκυρα καλείται να τερματίσει την παράνομη κατοχή της βόρειας Συρίας και του Αφρίν, ενώ σημειώνονται για μία ακομα φορά ότι οι όποιες ανησυχίες για την ασφάλεια δεν μπορούν να δικαιολογήσουν μονομερή στρατιωτική δράση σε μια ξένη χώρα.
Η έκθεση καταγγέλλει το γεγονός ότι η Τουρκία και οι τοπικές συριακές παρατάξεις καταπατούν τα δικαιώματα των αμάχων και περιορίζουν τις ελευθερίες τους ατιμώρητα στα κατεχόμενα από την Τουρκία εδάφη, καταδικάζει την παράνομη μεταφορά Σύρων προσφύγων στη βόρεια Συρία προκειμένου να αναδιαμορφωθεί ο δημογραφικός χαρακτήρας μιας κυρίως κουρδικής περιοχής στη Συρία.
Ακόμα καταγγέλλεται ότι η Τουρκία συνεχίζει να μεταφέρει παράνομα Σύρους υπηκόους στην Τουρκία για να δικαστούν με κατηγορίες για τρομοκρατία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ισόβια κάθειρξη, καθώς και οι συνεχιζόμενες τουρκικές επιθέσεις και η συνεχιζόμενη στρατιωτική παρουσία στο ιρακινό έδαφος. Ιδιαίτερα οι επιθέσεις στην περιοχή Σιντζάρ, όπου πλειοψηφούν οι Γιεζίντι.
Ζητείται ακόμα από την Τουρκία να προχωρήσει σε πλήρη δέσμευση για ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης στη Λιβύη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Όπως αναφέρεται η επίμονη ξένη ανάμειξη στη Λιβύη εξακολουθεί να θέτει σε σοβαρή αμφισβήτηση την εφαρμογή της διαδικασίας του Βερολίνου υπό την ηγεσία του ΟΗΕ. Η Τουρκία καλείται να τηρήσει πλήρως το εμπάργκο όπλων που έχει επιβάλει το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, να συνεργαστεί πλήρως με τη Ναυτική Δύναμη της ΕΕ για τη Μεσόγειο (EUNAVFOR MED) IRINI και να επιτρέψει την αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ της τελευταίας και της επιχείρησης Sea Guardian του ΝΑΤΟ.
Στα σημαντικά για την Αθήνα το γεγονός ότι η έκθεση επαναλαμβάνει την καταδίκη της υπογραφής των δύο μνημονίων κατανόησης μεταξύ της Τουρκίας – Λιβύης σχετικά με τη συνολική συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας και του στρατού και την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους και αποτελούν σαφείς παραβιάσεις τόσο του διεθνούς δικαίου και των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ όσο και των κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών μελών της ΕΕ. Τέλος η Τουρκία καλείται να υιοθετήσει μια πιο εποικοδομητική προσέγγιση για τη σταθεροποίηση της Σομαλίας αυξάνοντας τον πολιτικό και επιχειρησιακό συντονισμό της με την ΕΕ και σε αυτό το ζήτημα.