Βασίλισσα Ελισάβετ: Υπεράνω νόμου η μονάρχης – Οι 160 εξαιρέσεις που την θέτουν στο απυρόβλητο
Εξατομικευμένες εξαιρέσεις για τη Βασίλισσα Ελισάβετ έχουν εγγραφεί σε περισσότερους από 160 νόμους του Ηνωμένου Βασιλείου από το 1967, παρέχοντάς της «ασυλία» από τμήματα του βρετανικού νόμου.
Εξαιρέσεις με μια γκάμα από την καλή διαβίωση των ζώων μέχρι τα δικαιώματα των εργαζομένων κάνουν την Ελισάβετ την πλέον προνομιούχα στη χώρα παρά το γεγονός ότι τα χρόνια έχουν παρέλθει και οι καιροί των παντοδύναμων Βασιλέων ανήκουν στο παρελθόν.
"Φρένο" στην αστυνομία
Σύμφωνα με άρθρο της Guardian περισσότεροι από 30 διαφορετικοί νόμοι ορίζουν ότι η αστυνομία απαγορεύεται να εισέλθει στα ιδιωτικά κτήματα Balmoral και Sandringham χωρίς την άδεια της Βασίλισσας να διερευνήσει ύποπτα εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένων αδικημάτων κατά της άγριας ζωής και περιβαλλοντικής ρύπανσης - μια νομική ασυλία που δεν παρέχεται σε κανέναν άλλο ιδιώτη ιδιοκτήτη γης στη χώρα.
Επίσης η αστυνομία θα πρέπει να πάρει έγκριση από την 96χρονη Μονάρχη προτού μπορέσει να διερευνήσει ύποπτα αδικήματα στην ιδιωτική της επιχείρηση αλιείας σολομού και πέστροφας στον ποταμό Dee στο Balmoral, όπου οι ψαράδες χρεώνονται έως και 630 λίρες την ημέρα για να ψαρέψουν.
Σύμφωνα με το ίδιο άρθρο «δεν είναι δυνατόν να κινηθούν ποινικές και αστικές διαδικασίες κατά του μονάρχη ως αρχηγού κράτους. Ωστόσο, μια έρευνα από τον Guardian, βασιζόμενη σε επίσημα έγγραφα και ανάλυση της νομοθεσίας, αποκαλύπτει τον βαθμό στον οποίο έχουν γραφτεί ή τροποποιηθεί νόμοι για να προσδιορίσουν την ασυλία για τη συμπεριφορά της ως ιδιώτη. Ένας συνταγματολόγος προειδοποίησε ότι αυτές οι συνταγματικές παροχές υπονομεύουν την ιδέα ότι όλοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, ενώ ένας άλλος συνέστησε την αναθεώρηση της μοναρχίας και την απλοποίηση των εξαιρέσεων για χάρη της δημόσιας διαφάνειας. Ως μονάρχης, η βασίλισσα έχει δημόσιο και ιδιωτικό νομικό πρόσωπο. Η Ελισάβετ Β', είναι το δημόσιο πρόσωπο που υπηρετεί ως αρχηγός του κράτους και κατέχει ιστορικά περιουσιακά στοιχεία όπως το Παλάτι του Μπάκιγχαμ ή τη βασιλική συλλογή έργων τέχνης, τα οποία δεν μπορούν να πουληθούν. Την ίδια στιγμή η Ελισάβετ Γουίνσορ, είναι ένας ιδιώτης που μπορεί να αγοράζει και να πουλά περιουσιακά στοιχεία και να κάνει επενδύσεις όπως κάθε άλλος πολίτης. Για παράδειγμα τα βασιλικά κτήματα Sandringham και Balmoral είναι ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας Γουίνσορ».
Ασυλία από νόμους κατά των διακρίσεων
Όπως επίσης αναφέρει ο Guardian οι πιο αμφιλεγόμενες εξαιρέσεις απαγορεύουν στους υπαλλήλους της Βασίλισσας να υποβάλλουν καταγγελίες για σεξουαλικές και φυλετικές διακρίσεις. Ακόμη και το πιο σύγχρονο κομμάτι του νόμου κατά των διακρίσεων, ο Νόμος για την Ισότητα του 2010, έχει σχεδιαστεί για να μην προστατεύει όσους απασχολούνται από τη Βασίλισσα.
Άλλοι νόμοι περιέχουν αποσπάσματα που απαλλάσσουν τη βασίλισσα ως ιδιώτη εργοδότη από την υποχρέωση να τηρεί διάφορους νόμους για τα δικαιώματα των εργαζομένων, την υγεία και την ασφάλεια ή τις συντάξεις. Παράλληλα, απαλλάσσεται πλήρως ή εν μέρει από τουλάχιστον τέσσερις διαφορετικούς νόμους για τις συντάξεις των εργαζομένων και δεν υποχρεούται να συμμορφώνεται με τον νόμο για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία σύμφωνα με το νόμο του 1974.
Η πρακτική της αποτροπής των υπαλλήλων της Βασίλισσας από το να ασκούν αξιώσεις διακρίσεων χρονολογείται από τα τέλη της δεκαετίας του 1960
Φορολογικές απαλλαγές
Άλλες ρήτρες ασυλίας της Βασίλισσας την απαλλάσσουν από την πληρωμή φόρων ή την παροχή πληροφοριών στους φορείς που τους συλλέγουν. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το παλάτι του Μπάκιγχαμ παραδέχτηκε ότι η Βασίλισσα δεν πλήρωσε φόρο εισοδήματος ή κεφαλαιουχικών κερδών, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικών συμφερόντων της, και μετά από έντονη δημόσια κριτική συμφώνησε να πληρώσει ορισμένους φόρους «οικειοθελώς».
Ωστόσο η 96χρονη μονάρχης δεν πληρώνει δασμούς για αγορές γης, δεν καταβάλλει περιβαλλοντικά τέλη και απαλλάσσεται εν μέρει από δασμούς στα αεροπορικά ταξίδια.
Εξαιρέσεις που εισήχθησαν σε τέσσερις νόμους που εγκρίθηκαν από τα κοινοβούλια του Γουέστμινστερ, της Σκωτίας και της Ουαλίας μεταξύ 2008 και 2017 ορίζουν ότι εκτός από το ότι δεν πληρώνει φόρο, δεν είναι υποχρεωμένη να παρέχει πληροφορίες σε φορολογικούς επιθεωρητές ή επίσημους στατιστικολόγους.
Πηγή: Guardian