Ιταλία: Ο Ντράγκι έπεσε θύμα μίας πολιτικής τάξης που δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τον εαυτό της
Εφθασε περιβεβλημένος με το κλέος του σωτήρα της ευρωζώνης το 2012: ο Μάριο Ντράγκι που ανέλαβε την πρωθυπουργία τον Φεβρουάριο του 2021 για να σώσει την Ιταλία από τον μαρασμό, εγκατέλειψε σήμερα έχοντας πέσει θύμα των μικροπολιτικών καυγάδων που ταλανίζουν διαχρονικά την ιταλική πολιτική ζωή.
Η πολιτική κρίση που υπέβοσκε εδώ και μήνες στην Ρώμη, με εστία τις έριδες στους κόλπους του λαϊκιστικού Κινήματος των 5 Αστέρων, τορπίλισε τελικά τον ετερόκλητο κυβερνητικό συνασπισμό στην πορεία για τις εκλογές προγραμματισμένες για το 2023. Η τελευταία απόπειρα για ανάταξη απέτυχε χθες. Χρειάζεται ένα «νέο σύμφωνο εμπιστοσύνης, ειλικρινές και συγκεκριμένο», δήλωσε ενώπιον της ιταλικής Γερουσίας ο Μάριο Ντράγκι, ματαίως.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός εγκαταλείφθηκε τελικά πριν από την ψηφοφορία για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης όχι μόνο από το Κίνημα των 5 Αστέρων, αλλά και από τους εταίρους της δεξιάς, την Λέγκα και την Forza Italia, που δεν κατόρθωσαν να ξεπεράσουν τους μοιραίους εαυτούς τους.
Τον Φεβρουάριο 2021, ο Μάριο Ντράγκι είχε αποδεχθεί την πρόταση του προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας να γίνει πρωθυπουργός για να βγάλει την Ιταλία από την υγειονομική, οικονομική, πολιτική κρίση και για να διαπραγματευθεί με τις Βρυξέλλες ένα σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης από το οποίο η Ιταλία έλαβε την μερίδα του λέοντος.
Επάνω από τα κόμματα
Προσωπικότητα υπερκομματική και αξιοσέβαστη, αποδείχθηκε ένας τρομερός διαπραγματευτής που κυβέρνησε την χώρα ηγούμενος ετερόκλητου κυβερνητικού συνασπισμού ανταγωνιστικών πολιτικών κομμάτων που βάδιζε επί ξυρού ακμής. Οι συγκρούσεις με τις παρατάξεις του συνασπισμού, είτε επρόκειτο για το λαϊκιστικό νεφέλωμα του Κινήματος των 5 Αστέρων ή για την ακροδεξιά Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, δεν έλειψαν.
Με την εικόνα του «λειτουργού στην υπηρεσία των θεσμών», τα πρώτα δείγματα αρρυθμίας εμφανίσθηκαν από τον Δεκέμβριο, όταν ο Μάριο Ντράγκι επρόκειτο να διεκδικήσει την προεδρία της Ιταλικής Δημοκρατίας. Τα κόμματα του συνασπισμού έβαλαν φραγμό, μία εμπειρία που τον γέμισε πικρία.
Το μότο του ωστόσο ήταν «ποτέ δεν εγκαταλείπουμε», όπως είχε δηλώσει στον Τύπο πριν παραδώσει την θέση του επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Κριστίν Λαγκάρντ τον Οκτώβριο 2019, έπειτα από μία ταραχώδη θητεία. Για τον Μπενουά Κερέ, πρώην μέλος του διευθυντηρίου της ΕΚΤ, ο Μάριο Ντράγκι «έχει βαθύ αίσθημα της υπηρεσίας του δημοσίου συμφέροντος και του χρέους».
Αλλά ετοιμάζεται να εγκαταλείψει το πλοίο την στιγμή που η Ιταλία βρίσκεται αντιμέτωπη με το σοκ του πολέμου στην Ουκρανία, με νέο κύμα της πανδημίας, με την προετοιμασία του προϋπολογισμού του 2023 και με την υποχρέωση εφαρμογής όλων των μεταρρυθμίσεων που ζητούν οι Βρυξέλλες από την Ρώμη για να μπορέσει η Ιταλία να επωφεληθεί από το πακέτο των 200 δισεκατομμυρίων ευρώ του σχεδίου ανάκαμψης.
Διεθνής ακτινοβολία
Επί της ηγεσίας του, από το 2011 μέχρι το 2019, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έλαβε μέτρα αδιανόητα στις πρώτες ημέρες του ευρώ πριν από 20 χρόνια: μείωση των επιτοκίων μέχρι αρνητικό πρόσημο, ενέσεις ρευστότητας μέσω της μαζικής αγοράς ομολόγων στις αγορές και χορήγηση τεράστιων δανείων στις τράπεζες.
Απέναντι στην απειλή κατάρρευσης της ευρωζώνης, ο Σούπερ Μάριο ήταν έτοιμος για όλα...«whatever it takes» για την στήριξη της νομισματικής ένωσης. Οι μαγικές αυτές λέξεις που πρόφερε τότε ο Μάριο Ντράγκι καθησύχασαν τις αγορές και έσωσαν, κατά γενική παραδοχή, το ευρώ.
Η κρίσιμη θητεία του στην ΕΚΤ έδωσε στον Μάριο Ντράγκι διεθνή αίγλη. Η ανάληψη της πρωθυπουργίας από ένα πρόσωπο του δικού του διαμετρήματος επανατοποθέτησε την Ιταλία στον πρώτο ευρωπαϊκό κύκλο και εξασφάλισε για την Ευρώπη την σιγουριά της παρουσίας ενός ηγέτη στον οποίο μπορεί να στηριχθεί κανείς. Τιμώντας τον ο Economist κάνει λόγο για έναν «πρωθυπουργό άξιο και σεβαστό στην διεθνή σκηνή».
Παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών, ο Μάριο Ντράγκι έλαβε ιησουιτική εκπαίδευση και είναι κάτοχος διδακτορικού στην Οικονομία από το Massachusetts Institute of Technology (MIT). Αφού εκπροσώπησε την χώρα του στην Παγκόσμια τράπεζα από το 1984 μέχρι το 1990, το 1991 έγινε γενικός διευθυντής του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών ενορχηστρώνοντας τις μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις της περιόδου 1996-2001. Το 2002 εντάχθηκε στην Goldman Sachs, μία θέση που συνεχίζει σήμερα να προκαλεί επικρίσεις.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ