Νέα Υόρκη, Τελ Αβίβ και οι οκτώ ακόμη πιο ακριβές πόλεις στον κόσμο

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η άνοδος του πληθωρισμού και οι συνέπειες της πανδημίας έφεραν αλλαγές στηφετινή λίστα με τις ακριβότερες πόλεις του κόσμου σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Economist Intelligence Unit (EIU). Την πρώτη θέση της λίστας καταλαμβάνουν η Νέα Υόρκη και η Σιγκαπούρη
Η Νέα Υόρκη είναι η πιο ακριβή πόλη στον κόσμο για να ζεις
Α.Ρ
6'

Η ενεργειακή κρίση, η αναταραχή στην εφοδιαστική αλυσίδα και η ακρίβεια που «έφερε» ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν επηρεάσει ολόκληρο τον πλανήτη. Ποια όμως είναι η πιο ακριβή πόλη στον κόσμο για να ζει κανείς;

Σε αυτό το ερώτημα απάντησε η ετήσια έρευνα του Economist Intelligence Unit που μελέτησε το κόστος ζωής σε 172 μεγάλες πόλεις του κόσμου, διαπιστώνοντας οτι το κόστος ζωής εκτοξεύτηκε κατά μέσο όρο 8,1% τον περασμένο χρόνο.

Ο συνδυασμός των υψηλών εισοδημάτων και η ισχυρή συναλλαγματική ισοτιμία έστεψε «βασίλισσα» της ακρίβειας τη Νέα Υόρκη, η οποία αναδείχθηκε για πρώτη φορά ως η πιο ακριβή πόλη του κόσμου για να ζει κανείς το 2022. Μοιράζεται την πρώτη θέση με τη Σιγκαπούρη για τους ίδιους λόγους.

Οι δύο αυτές πόλεις κατάφεραν να εκθρονίσουν το Τελ Αβίβ που το 2021 βρέθηκε στην πρώτη θέση της κατάταξης, αλλά φέτος υποχώρησε στην τρίτη θέση. Ο λόγος που έπεσε είναι τα ισχυρότερα νομίσματα και ο υψηλότερος ρυθμός πληθωρισμού που ισχύουν για τη Νέα Υόρκη και τη Σιγκαπούρη. Την κορυφαία πεντάδα των ακριβότερων πόλεων συμπληρώνουν το Χονγκ Κονγκ και το Λος Άντζελες.

Η Νέα Υόρκη δεν είναι η μόνη πόλη των ΗΠΑ που έχει ανέβει στην κατάταξή ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης του δολαρίου. Συνολικά οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν έξι πόλεις στην δεκάδα των πιο ακριβών τοποθεσιών. Η Πόλη του Μεξικού ανέβηκε επίσης κατά 33 θέσεις, με το πέσο να υποστηρίζεται από τις αυξήσεις των επιτοκίων της χώρας.

Οι μεγαλύτερες ανοδικές κινήσεις, ωστόσο, αφορούν τις ρωσικές πόλεις Μόσχα και Αγία Πετρούπολη, οι οποίες ανέβηκαν στην κατάταξη κατά 88 και 70 θέσεις, καταλαμβάνοντας δηλαδή την 37η και 73η θέση αντίστοιχα. Οι δυτικές κυρώσεις, οι περιορισμοί στις εισαγωγές και η μετατροπή των ευρωπαϊκών πληρωμών φυσικού αερίου σε ρούβλια υποστηρίζουν την αξία του τοπικού νομίσματος.

Εν τω μεταξύ, οι τοπικές τιμές έχουν αυξηθεί λόγω των δυτικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας. Σύμφωνα με την έρευνά του Economist Intelligence Unit για τις τιμές, ο πληθωρισμός στη Μόσχα είναι στο 17,1% σε ετήσια βάση σε τοπικό νόμισμα, ενώ στην Αγία Πετρούπολη έφτασε το 19,4%.

Οι φθηνότερες πόλεις

Οι φθηνότερες πόλεις στην κατάταξη του Economist Intelligence Unit είναι η Δαμασκός, η Τρίπολη και η Τεχεράνη, κάτι που αντικατοπτρίζει τις αδύναμες οικονομίες και τα αδύναμα εθνικά νομίσματα.

Η Δαμασκός και η Τρίπολη, που είναι «συχνές» στην κατάταξη με τις πιο φθηνές πόλεις, κατέγραψαν μέτριο πληθωρισμό σε τοπικό νόμισμα το περασμένο έτος. Η Τεχεράνη είναι πλέον η τρίτη φθηνότερη πόλη στη συγκριτική κατάταξη, ενώ πέρυσι βρέθηκε πολύ ψηλότερα. Από τις δέκα πρώτες πόλεις με τις μεγαλύτερες πτώσεις στην κατάταξη, οι ευρωπαϊκές πόλεις καταλαμβάνουν πέντε θέσεις, μεταξύ των οποίων το Λουξεμβούργο και η Στοκχόλμη.

Ενώ ο πληθωρισμός στην Ευρώπη έχει αυξηθεί, η ενεργειακή κρίση που ακολούθησε την εισβολή της Ρωσίας της Ουκρανίας οδηγεί την ήπειρο σε ύφεση και υποτιμά τα νομίσματα έναντι του δολαρίου, μειώνοντας επομένως τους δείκτες για ορισμένες ευρωπαϊκές πόλεις, εξηγεί η ανάλυση. Στο τέλος Αυγούστου το ευρώ έπεσε κάτω από την ισοτιμία το δολάριο για πρώτη φορά εδώ και 20 χρόνια.

Ο πληθωρισμός στα ύψη

Η κρίση του κόστους ζωής επηρεάζει το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, διαπιστώνει η φετινή έρευνα του Economist Intelligence Unit. Στην Κωνσταντινούπολη, οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 86% σε όρους τοπικού νομίσματος από πέρυσι, ενώ αυξήθηκαν κατά 64% στο Μπουένος Άιρες και 57% στην Τεχεράνη.

Ο υψηλότερος ρυθμός πληθωρισμού καταγράφηκε στο Καράκας, όπου οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 132% σε τοπικό νόμισμα από πέρυσι. Ενώ αυτό συνιστά τεράστια βελτίωση σε σχέση με τον υπερπληθωρισμό του 2019 του 25.504%, η Βενεζουέλα αποκλείεται από τη σύγκριση για τους παγκόσμιους μέσους όρους ώστε να αποφευχθεί η παραμόρφωση των υπολογισμών, σημειώνεται.

«Τσουχτερές» αυξήσεις

Το προϊόν που επηρεάζεται περισσότερο είναι η βενζίνη, οι τιμές της οποίας έχουν αυξηθεί κατά μέσο όρο σε τοπικό νόμισμα κατά 22%. Με το πετρέλαιο να κοστολογείται σε δολάρια, μέρος του πληθωρισμού προέρχεται από την αδυναμία του νομίσματος: η μέση ετήσια άνοδος των τιμών σε δολάρια είναι ένα συγκριτικά μέτριο ποσοστό 11%. Αυτή η δραματική άνοδος στις τοπικές τιμές της βενζίνης έχουν προκαλέσει δημόσιες διαμαρτυρίες σε πολλές πόλεις σε όλο τον κόσμο φέτος, από τη Σρι Λάνκα έως Ισπανία.

Η έρευνα διαπιστώνει επίσης αυξήσεις τιμών σε άλλα προϊόντα. Οι υψηλές τιμές της ενέργειας σημαίνουν ότι οι λογαριασμοί κοινής ωφελείας για ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο αυξάνονται κατά μέσο όρο κατά 11% σε τοπικό νόμισμα όρους στις 172 πόλεις της έρευνας. Στη Δυτική Ευρώπη, οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά μέσο όρο κατά 29% εν μέσω ενεργειακής κρίσης που πυροδοτήθηκε από τις προσπάθειες απογαλακτισμού της περιοχής από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Οι τιμές των αυτοκινήτων παγκοσμίως έχουν επίσης αυξηθεί κατά 9,5% κατά μέσο όρο σε τοπικό νόμισμα, καθώς τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας έχουν περιορίσει την παραγωγή, δημιουργώντας μάλιστα λίστες αναμονής σε ορισμένες πόλεις. Εν τω μεταξύ, οι τιμές για τρόφιμα και τα είδη οικιακής χρήσης έχουν
αυξηθεί ταχύτερα από τις τιμές για ρούχα και προϊόντα προσωπικής περιποίησης. Αντίθετα, η τιμή αυξάνεται υποτονικά για υπηρεσίες οικιακής βοήθειας και ψυχαγωγικά αγαθά- υπηρεσίες.

«Τα καλά νέα είναι ότι οι τιμές μπορεί να αρχίσουν να μειώνονται σε ορισμένες χώρες καθώς τα επιτόκια αυξάνονται και η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνεται. Τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας θα πρέπει επίσης να αρχίσουν να χαλαρώνουν καθώς οι ναύλοι μειώνονται, όπως και η ζήτηση. Αν δεν κλιμακωθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, προβλέπουμε ότι οι τιμές των εμπορευμάτων για ενέργεια, τρόφιμα και προμήθειες όπως τα μέταλλα είναι πιθανό να μειωθούν απότομα το 2023 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2022, αν και είναι πιθανό να παραμείνουν υψηλότερα από τα προηγούμενα επίπεδα».