Ανεξιχνίαστες υποθέσεις: Τι απέγινε το «καταραμένο» πλοίο Mary Celeste
Το βρετανικό πλοίο Dei Gratia βρισκόταν περίπου 400 μίλια ανατολικά των Αζορών στις 5 Δεκεμβρίου του 1872, όταν τα μέλη του πληρώματος εντόπισαν ένα ακυβέρνητο πλοίο να παρασύρεται από τα κύματα. Ο πλοίαρχος David Morehouse αιφνιδιάστηκε όταν ανακάλυψε ότι το πλοίο ήταν το Mary Celeste, το οποίο είχε φύγει από τη Νέα Υόρκη οκτώ ημέρες πριν από το Dei Gratia και θα έπρεπε να είχε ήδη φτάσει στη Γένοβα της Ιταλίας. Το Dei Gratia άλλαξε πορεία για να προσφέρει βοήθεια, όμως αυτό που αντιμετώπισαν ήταν ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια στην ιστορία της ναυσιπλοΐας.
Ο Morehouse έστειλε μια ομάδα του πληρώματος στο πλοίο. Στα κάτω καταστρώματα, οι χάρτες του πλοίου είχαν πεταχτεί και τα υπάρχοντα των μελών του πληρώματος ήταν ακόμα στα δωμάτια τους. Η μοναδική σωσίβια λέμβος του πλοίου έλειπε και η μία από τις δύο αντλίες του είχε αποσυναρμολογηθεί. Στο κατώτερο μέρος του καραβιού είχε μπει νερό και είχε φτάσει περίπου το 1 μέτρο, ενώ βρέθηκε φορτίο 1.701 βαρελιών με επεξεργασμένο αλκοόλ, το οποίο ήταν σε μεγάλο βαθμό άθικτο.
Στο καράβι βρέθηκαν επίσης αποθέματα τροφής και νερού αρκετά για ένα εξάμηνο. Το περίεργο ήταν ότι δεν υπήρχε ίχνος ανθρώπου πάνω στο πλοίο.
Η ιστορία του Mary Celeste
Το Mary Celeste ξεκίνησε το μοιραίο ταξίδι του στις 7 Νοεμβρίου του 1872, πλέοντας με επτά μέλη του πληρώματος και τον καπετάνιο Μπέντζαμιν Σπούνερ Μπριγκς, τη σύζυγό του, Σάρα, και τη 2χρονη κόρη του ζευγαριού, Σοφία. Το καράβι αυτό ήταν ένα είδος ιστιοφόρου που το ονόμαζαν Βριγαντίνο και το βάρος του ήταν 282 τόνοι. Η τελευταία φορά που εθεάθη ήταν φτάνοντας στις Αζόρες, στις 5 το πρωί της 25ης Νοεμβρίου.
Κατασκευάστηκε στη Νέα Σκωτία του Καναδά και ξεκίνησε την πορεία του με το όνομα Amazon το 1861. Το πλοίο στη συνέχεια, το 1868, άλλαξε χέρια και πήρε το όνομα Mary Celeste. Αν και μέχρι το 1872 δεν είχε εμφανίσει προβλήματα, υπήρχε λόγος που το έλεγαν «καταραμένο».
Στο παρθενικό του ταξίδι ο καπετάνιος και ο ιδιοκτήτης αρρώστησαν βαριά με πνευμονία και πέθαναν. Σε ένα ακόμα ταξίδι του αργότερα άλλος ένας καπετάνιος πέθανε από ανακοπή καρδιάς. Κάποια στιγμή χτύπησε ένα αλιευτικό και ρυμουλκήθηκε για επισκευή. Κατά τη διάρκεια της επισκευής ξέσπασε φωτιά και κατέστρεψε το κατάστρωμα.
Αυτό που συνέβη στο καράβι παραμένει ένα άλυτο μυστήριο, καθώς κανείς δεν έχει καταφέρει να εξηγήσει γιατί εγκαταλείφθηκε και τι απέγιναν όσοι επέβαιναν σε αυτό.
Υπάρχουν αρκετές θεωρίες, ωστόσο κανένα πειστικό στοιχείο δεν βρέθηκε για να τις στηρίξει.
Η εύρεσή του
Το Mary Celeste εντοπίστηκε 10 ημέρες μετά τον απόπλου του, 5 Δεκεμβρίου του 1872, από το πλοίο Dei Gratia. Βρισκόταν περίπου 400 μίλια ανατολικά των Αζορών.
Όλα έμοιαζαν άθικτα. Το φαγητό ήταν ακόμα πάνω στο τραπέζι και τα παιχνίδια της κόρης του καπετάνιου ήταν ακόμη στο κατάστρωμα. Επίσης, όπως προαναφέρθηκε υπήρχαν αποθέματα τροφής και νερού αρκετά για ένα εξάμηνο.
Τα μόνα που έλειπαν ήταν η μία σωσίβια λέμβος, οι χάρτες και η πυξίδα.
Αφού εντόπισαν το Mary Celeste, τα μέλη του πληρώματος του Dei Gratia κίνησαν το πλοίο περίπου 800 μίλια μέχρι το Γιβραλτάρ, όπου πραγματοποιήθηκε δικαστήριο για να εξεταστεί αν το πλήρωμα του Dei Gratia θα έπρεπε να πληρωθεί για την ανεύρεση του πλοίου ή αν υπήρχε δόλος. Υποψιάζονταν ότι ίσως εκείνοι είχαν «εξαφανίσει» τους επιβάτες. Εν τέλει, αν και οι αρχές δεν ήταν απολύτως πεπεισμένες για την αθωότητα του πληρώματος, δεν βρήκαν κάποιο ενοχοποιητικό στοιχείο και ενέκριναν την πληρωμή τους.
Στις 23 Δεκεμβρίου, ο εισαγγελέας Frederick Solly-Flood διέταξε να γίνει έρευνα στο Mary Celeste, η οποία διενεργήθηκε από τον John Austin, Επιθεωρητή της Ναυτιλίας, με τη βοήθεια ενός δύτη, του Ricardo Portunato. Ο Austin βρήκε κοψίματα σε κάθε πλευρά του τόξου του πλοίου, που προκλήθηκαν, όπως είπε, από ένα αιχμηρό εργαλείο και βρήκε πιθανά ίχνη αίματος στο ξίφος του καπετάνιου. Η έκθεσή του τόνισε ότι το πλοίο δεν φαινόταν να χτυπήθηκε από έντονες καιρικές συνθήκες, αναφέροντας ένα φιαλίδιο με λάδι ραπτομηχανής που βρέθηκε όρθιο στη θέση του.
Η έκθεση του Portunato για το κύτος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πλοίο δεν είχε εμπλακεί σε σύγκρουση ή ότι προσάραξε. Μια περαιτέρω επιθεώρηση από μια ομάδα κυβερνητών του Βασιλικού Ναυτικού επικύρωσε την έκθεση του Austin ότι τα κοψίματα στην πλώρη είχαν προκληθεί εσκεμμένα. Ανακάλυψαν, επίσης, λεκέδες σε μια από τις ράγες του πλοίου που μπορεί να ήταν αίμα, μαζί με ένα σημάδι που πιθανώς προκλήθηκε από ένα τσεκούρι. Αυτά τα ευρήματα ενίσχυσαν τις υποψίες του εισαγγελέα ότι πίσω από το μυστήριο κρύβεται ανθρώπινο χέρι.
Στις 22 Ιανουαρίου 1873, ο Flood έστειλε τις εκθέσεις στο Συμβούλιο Εμπορίου του Λονδίνου, προσθέτοντας το δικό του συμπέρασμα ότι το πλήρωμα του Mary Celeste, πιθανόν, ήθελε να «βάλει χέρι» στο αλκοόλ και δολοφόνησε τον καπετάνιο και την οικογένειά του. Σύμφωνα με τη θεωρία του, προκάλεσαν ζημιές στο καράβι ώστε να φαίνεται σαν να συγκρούστηκε και στη συνέχεια τράπηκαν σε φυγή.
Θεωρίες
Θεωρία 1: Το πλοίο εγκαταλείφθηκε λίγο πριν βρεθεί
Ακόμη και σήμερα πολλοί είναι εκείνοι που αναρωτιούνται τι πραγματικά συνάντησαν οι πρώτοι άνθρωποι που ανέβηκαν στο εγκαταλελειμμένο καράβι. Με βάση το γεγονός ότι δεν βρέθηκε κανένα ίχνος ζωής, ενώ υπήρχε ακόμα φαγητό και ήταν όλα όπως τα άφησαν, κάποιοι υποστηρίζουν ότι το πλήρωμα και ο καπετάνιος με την οικογένεια του εγκατέλειψαν για κάποιο λόγο το πλοίο λίγο πριν καταφέρει να τους βρει το Dei Gratia.
Στην τελευταία καταγραφή του στο ημερολόγιο, στις 25 Νοεμβρίου, ο καπετάνιος είχε αναφέρει ότι αντιμετώπιζαν πρόβλημα με την κακοκαιρία. Άρα, ίσως να θεώρησαν ότι το καράβι θα βουλιάξει και αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν άρον άρον.
Θεωρία 2: Ο καπετάνιος και το πλήρωμα έκλεψαν το εμπόρευμα και εξαφανίστηκαν
Ένα σενάριο που θα μπορούσε να ισχύει σε πολλές άλλες περιπτώσεις, ήταν το να «βάλουν χέρι» στο εμπόρευμα τα μέλη του πληρώματος είτε με τη βοήθεια του καπετάνιου είτε χωρίς. Το φορτίο του Mary Celeste αποτελούνταν από 1.701 βαρέλια με επεξεργασμένο οινόπνευμα. Αν και ακατάλληλο για την παρασκευή οινοπνευματωδών και -κατά συνέπεια- πολύ πιο φτηνό, σίγουρα είχε κάποια αξία. Ήταν όμως τόσο μεγάλη ώστε ένας καπετάνιος να προβεί σε μια τόσο ακραία πράξη για ένα σχετικά μικρό κέρδος, το οποίο μάλιστα θα έπρεπε να μοιραστεί με τα 8 μέλη του πληρώματος;
Επίσης, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι από 9 βαρέλια έλειπε το περιεχόμενο. Μήπως υπήρξε απλά διαρροή του εύφλεκτου αυτού υλικού και φοβήθηκαν για έκρηξη και γι' αυτό έφυγαν;
Θεωρία 3: Χτυπήθηκε από την κακοκαιρία
Το αμπάρι ήταν γεμάτο νερά και στην περιοχή που βρέθηκε έπνεαν πολύ δυνατοί άνεμοι. Τα χτυπήματα των κυμάτων ήταν τέτοια που κατέστησαν το καράβι άχρηστο. Έτσι θα μπορούσαν να εξηγηθούν και τα κοψίματα που βρέθηκαν. Είναι επομένως πιθανό, με κατεστραμμένα όργανα, ο κυβερνήτης να έδωσε εντολή εγκατάλειψης.
Όμως με την κακοκαιρία να μαίνεται, χάθηκε και η λέμβος με τους επιβαίνοντες.
Θεωρία 4: Ανταρσία ή πειρατεία
Η θεωρία της ανταρσίας φάνηκε από πολλούς πιθανή, όπως και από τον εισαγγελέα. Κάποιοι υποστήριξαν ότι το πλήρωμα ήθελε να κλέψει το εμπόρευμα και για να το πετύχει επιτέθηκε στον καπετάνιο και την οικογένειά του.
Η θεωρία της πειρατείας απορρίφθηκε γρήγορα από τη στιγμή που όλα βρέθηκαν απείραχτα πάνω στο καράβι. Ακόμα και αντικείμενα αξίας είχαν μείνει άθικτα.
Θεωρία 5: Δέχτηκε επίθεση από το πλήρωμα του Dei Gratia
Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, την οποία εξέτασε αρχικά και το δικαστήριο, το πλήρωμα του Dei Gratia δεν ανέβηκε ποτέ στο καράβι για να το σώσει, αλλά με σκοπό να κερδίσει ό,τι μπορεί από αυτό.
Άλλοι πάλι υποστηρίζουν πως το διάστημα που και τα δύο εμπορικά καράβια ήταν δεμένα στη Νέα Υόρκη είχε προκύψει κάποιο επεισόδιο μεταξύ των πληρωμάτων και εκείνο του Dei Gratia περίμενε υπομονετικά για να πάρει την εκδίκησή του στη μέση του Ατλαντικού Ωκεανού. Εκεί που δεν θα υπήρχε κανένας μάρτυρας.
Το τέλος του Mary Celeste
Το πλοίο μετά το συμβάν πέρασε σε άλλους ιδιοκτήτες. Το 1885 ο καπετάνιος Gilman Parker έβαλε φωτιά στο πλοίο και το βύθισε σκόπιμα για να εισπράξει τα χρήματα από την ασφαλιστική. Στο δικαστήριο αποδείχθηκε η απάτη του. Λίγους μήνες αργότερα πέθανε, και αυτός, από ανακοπή.
Επίσης, και οι δύο συνεργοί του στην απάτη «πλήρωσαν» για το έγκλημά τους. Ο ένας αυτοκτόνησε και ο άλλος κλείστηκε σε ψυχιατρείο.
Διαβάστε ακόμα:
Ανεξιχνίαστες υποθέσεις: Οι περιπτώσεις Adamski - Godfrey και τα UFO
Ανεξιχνίαστες υποθέσεις: Ο «αδύνατος» φόνος στο κλειδωμένο δωμάτιο
Ανεξιχνίαστες υποθέσεις: Το σπίτι με τους τοίχους που έσταζαν αίμα