Μαλάουι: Σαρώνει η επιδημία χολέρας - Ξεπέρασαν τους 1000 οι νεκροί
Ο απολογισμός των θυμάτων της επιδημίας χολέρας ξεπερνά τους 1.000 νεκρούς στο Μαλάουι
Η επιδημία χολέρας που βρίσκεται σε εξέλιξη από το Μάρτιο του 2022 στο Μαλάουι έχει πλέον στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από 1.000 ανθρώπους, ανακοίνωσε χθες Τρίτη το υπουργείο Υγείας, στηλιτεύοντας πως πλέον αντιμετωπίζει έλλειψη εμβολίων.
Ο αριθμός των θανάτων έφθασε χθες τους 1.002, που σημαίνει πως η τρέχουσα είναι η φονικότερη επιδημία χολέρας που έχει καταγραφεί ποτέ σε αυτή τη φτωχή χώρα του νότιου τομέα της Αφρικής. Η προηγούμενη φονικότερη επιδημία χολέρας είχε καταγραφεί την περίοδο 2001-2002 και είχε απολογισμό 968 νεκρούς, σύμφωνα με δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Από τον εντοπισμό των πρώτων κρουσμάτων πέρυσι, έχουν επιβεβαιωθεί εργαστηριακά κάπου 30.600 μολύνσεις.
Η χολέρα μεταδίδεται μέσω του μολυσμένου νερού και των ανθρωπίνων περιττωμάτων. Έπειτα από βραχεία περίοδο επώασης, που κυμαίνεται από τις δύο ως τις πέντε ημέρες, προκαλεί εξαιρετικά οξεία διάρροια, εμετούς, αφυδάτωση του σώματος και —αν δεν χορηγηθεί άμεσα θεραπεία— τον θάνατο μέσα σε ώρες. Είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τα μικρά παιδιά.
Το Νοέμβριο, το Μαλάουι παραλάμβανε από τον ΟΗΕ σχεδόν τρία εκατομμύρια δόσεις εμβολίου που χορηγείται από το στόμα.
Όμως «χρησιμοποιήσαμε όλα τα εμβόλια που διαθέταμε», δήλωσε την Τρίτη στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας Έιντριαν Τσικούμπε.
«Το γεγονός ότι δεν υπάρχει παρά μόλις ένας κατασκευαστής εμβολίων κατά της χολέρας στον κόσμο κάνει δύσκολη την απόκτηση του σκευάσματος», πρόσθεσε, καθώς «βρισκόμαστε σε ανταγωνισμό για το ίδιο εμβόλιο με όλο τον υπόλοιπο κόσμο».
Μέρος του πληθυσμού του Μαλάουι εξάλλου αρνείται κάθε θεραπεία, λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων, κάτι που επιτρέπει η νόσος να εξαπλώνεται.
Το Σεπτέμβριο, ο ΠΟΥ έκανε λόγο για «ανησυχητική αναζωπύρωση» της χολέρας σε διεθνές επίπεδο, έπειτα από χρόνια ύφεσής της, καθώς η κλιματική αλλαγή προστίθεται στους παράγοντες που συμβάλλουν στην εξάπλωσή της, πέρα από τη φτώχεια και τις ένοπλες συρράξεις.
Η ασθένεια μολύνει κάθε χρόνο σε παγκόσμια κλίμακα 1,3 ως 1,4 εκατ. ανθρώπους και σκοτώνει από 21.000 ως 143.000 ανθρώπους, υπολόγιζε το 2021 ο διεθνής οργανισμός.