Θεόδωρος Πάγκαλος: Η ζωή και το έργο του - Από την υπόθεση Οτσαλάν στο «μαζί τα φάγαμε»
Ηγετικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, στο οποίο μετείχε από την ίδρυσή του, ο Θεόδωρος Πάγκαλος γεννήθηκε στις 17 Αυγούστου του 1938 και υπηρέτησε σε νευραλγικά υπουργεία ενώ υπήρξε αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ελλάδας επί πρωθυπουργίας Γ. Παπανδρέου.
Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε στην Ελευσίνα στις 17 Αυγούστου 1938 και είναι γιος του Αντιπτέραρχου της Πολεμικής Αεροπορίας Γεωργίου Πάγκαλου που διετέλεσε Υπαρχηγός ΓΕΑ. Από την πλευρά του πατέρα του είναι ανιψιός του Αντιναυάρχου του Πολεμικού Ναυτικού Θησέα Παγκάλου και εγγονός του ομώνυμου στρατηγού και δικτάτορα Θεόδωρου Δ. Πάγκαλου.
Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο Αθηνών. Σπούδασε Νομική και Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης ανακηρύσσεται το 1973 διδάκτορας των Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Παρισιού 1 (Πάνθεον-Σορβόννη).
Από το 1969 έως το 1978 εργάστηκε ως ερευνητής στο ίδιο Πανεπιστήμιο και κατόπιν ορίστηκε Διευθυντής του Ινστιτούτου Οικονομικής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου. Συμμετείχε στον αντιδικτατορικό αγώνα και το 1968 το δικτατορικό καθεστώς του αφαίρεσε την ελληνική ιθαγένεια, την οποία επανέκτησε μετά τη Μεταπολίτευση.
Πολιτική σταδιοδρομία
Σε νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τον φοιτητικό συνδικαλισμό, συμμετέχοντας σε διάφορες φοιτητικές ομάδες. Υπήρξε μέλος της ομάδας που προχώρησε στην αναγραφή του συνθήματος «1 1 4» σε τοίχους δημοσίων κτιρίων (που εν συνεχεία καθιερώθηκε ως κυρίαρχο στις φοιτητικές διαδηλώσεις της δεκαετίας του 1960).
Υπήρξε επίσης ιδρυτικό μέλος της Δημοκρατικής Κίνησης Νέων «Γρηγόρης Λαμπράκης», που μετονομάστηκε σε Νεολαία «Γρηγόρης Λαμπράκης», καθώς και της αριστερής οργάνωσης «Δημοκρατική Αντίσταση Σπουδαστών».
Το 1978 έβαλε υποψηφιότητα για δήμαρχος στην Ελευσίνα και κατετάγη τρίτος. Επίσης σε νεαρή ηλικία είχε δραστηριοποιηθεί και στο ΚΚΕ. Στη διάρκεια της μεταπολίτευσης υπήρξε ηγετικό στέλεχος της ευρύτερης κεντροαριστερής παράταξης με το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα.
Εξελέγη Βουλευτής Αττικής για πρώτη φορά το 1981 με το ΠΑΣΟΚ και έκτοτε εξελέγη σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις στις οποίες έθεσε υποψηφιότητα.
Υπόθεση Οτσαλάν
Είναι γνωστή αλλά ασαφής η ακριβής ανάμιξη, στις αρχές του 1999, του Πάγκαλου, ως τότε υπουργού Εξωτερικών, στην υπόθεση του Κούρδου Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ιδρυτή ηγέτη του PKK, ο οποίος κατέφυγε στην Ελλάδα ενώ καταδιωκόταν από την Τουρκία.
Ο Οτζαλάν μεταφέρθηκε, με την έγκριση του Πάγκαλου, στην ελληνική πρεσβεία της Κένυας και συνοδευόταν από τον αξιωματικό της ΕΥΠ Σάββα Καλεντερίδη, ο οποίος αργότερα δέχτηκε προφορικές εντολές αμφισβητούμενης προέλευσης να πετάξει τον Οτσαλάν έξω από την πρεσβεία.
Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι οι εντολές αυτές προέρχονταν από τον Πάγκαλο, αν και ο ίδιος το αρνιόταν μέχρι τέλους. Επίσης, ο Πάγκαλος παρείχε διαβεβαιώσεις στον Έλληνα πρέσβη της Κένυας ότι είχε εξασφαλίσει δίοδο για τον Οτσαλάν προς την Ολλανδία σε συνεργασία με τις κενυάτικες αρχές, οι οποίες όμως παρέλαβαν τον Οτζαλάν από την ελληνική πρεσβεία και τον οδήγησαν σε άγνωστη κατεύθυνση, σε μια επιχείρηση ενορχηστρωμένη κρυφά από την ΜΙΤ με την βοήθεια της CIA.
Ο Πάγκαλος είχε επικριθεί και για το γεγονός ότι δεν εξασφαλίστηκαν εγγυήσεις από τους Κενυάτες για την ασφαλή μεταφορά του Οτσαλάν στην Ολλανδία, αλλά ο ίδιος δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι απουσίαζε τρεις μέρες από την Αθήνα και δεν παρακολουθούσε την υπόθεση.
Με την σύλληψη του Οτσαλάν από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, προκλήθηκε πολιτική κρίση στην Ελλάδα που οδήγησε στην παραίτηση τριών υπουργών, συμπεριλαμβανομένου και του Πάγκαλου.
Πολιτική δράση μετά το 2004
Τον Μάρτιο του 2004 επανεξελέγη Βουλευτής Αττικής. Ορίστηκε υπεύθυνος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ στον Τομέα Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Πολιτικής Καταναλωτών και Αγροτικής Ανάπτυξης, καθώς και εισηγητής του ΠΑΣΟΚ στη Συνταγματική Αναθεώρηση. Μετέχει στην αντιπροσωπεία της Ελληνικής Βουλής στο Συμβούλιο της Ευρώπης και τη Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση.
Μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ το 2009 στις εκλογές, ορίστηκε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ελλάδας, θέση που διατήρησε και στους δύο ανασχηματισμούς της κυβέρνησης Παπανδρέου. Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης παρέμεινε και κατά τη θητεία της μεταβατικής κυβέρνησης του Λουκά Παπαδήμου. Αποχώρησε από την ενεργό πολιτική δράση πριν τις εκλογές του Μαΐου του 2012.
Το περίφημο «Μαζί τα φάγαμε»
Στις 21 Σεπτεμβρίου του 2010 κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της «Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης» σχετικά με τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την κατάργηση και τη συγχώνευση υπηρεσιών, οργανισμών και φορέων του δημοσίου τομέα, ο Θεόδωρος Πάγκαλος από το βήμα της Βουλής, είπε τη φράση που έμελλε να ξεσηκώσει πλήθος αντιδράσεων από όλες τις κομματικές παρατάξεις, από τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης αλλά και από τους ίδιους τους πολίτες.
«Η απάντηση εις την κατακραυγή που υπάρχει εναντίον του πολιτικού προσωπικού της χώρας “πώς τα φάγατε τα λεφτά;”, που μας ρωτάει ο κόσμος, είναι αυτή: “Σας διορίσαμε. Τα φάγαμε όλοι μαζί. Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.”»
Το 2012 στο e-book του «Μαζί τα φάγαμε» αναλύει περαιτέρω το σκεπτικό του: «Η φράση «τα φάγαμε όλοι μαζί» σημαίνει ότι ένα μεγάλο τμήμα από εμάς -τον ελληνικό λαό- συμμετείχαμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε μη ορθολογικές πρακτικές και συμπεριφορές, στην πορεία του χρόνου, σε σχέση με τις δαπάνες και τα έσοδα του κράτους. Αυτό που λέμε «δημοσιονομική κρίση» είναι και δικό μας δημιούργημα...
Οι πολίτες είτε με πράξεις, είτε με την εκπορευόμενη από την ενοχή απραξία τους, είτε απλά εκλέγοντας ακατάλληλα πολιτικά πρόσωπα για να διαχειριστούν τα κοινά, συμμετέχουν με συλλογικό τρόπο στη δημοκρατία και έχουν την ευθύνη των επιλογών τους...Φυσικά δεν έχουν όλοι το ίδιο μερίδιο ευθύνης, η ευθύνη ξεκινάει από πάνω προς τα κάτω». Συνεχίζει παρακάτω λέγοντας: «Η πλειοψηφία των βουλευτών της Αριστεράς όχι μόνο δεν πρότεινε και δεν βοήθησε στο πολιτικό και άρα κοινωνικό έργο αλλά αποτέλεσε φραγμό στις τεκμηριωμένες και σοβαρές προτάσεις των άλλων.
Ολα αυτά τα χρόνια ουδέποτε εκπρόσωπος της Αριστεράς αντέδρασε σε προσλήψεις, σε αυξήσεις μισθών, σε θέσπιση επιδομάτων, σε αυξήσεις συντάξεων, σε κοινωνικοποιήσεις επιχειρήσεων, σε απεργιακές κινητοποιήσεις ή σε διαδηλώσεις...Αντίθετα, σε συζητήσεις και προτάσεις τους ήθελαν και άλλες, πιο πολλές ακόμα παροχές...»