Χαβάη: Οι πυρόπληκτοι καταγγέλλουν τις Αρχές για καθυστέρηση στις εκκενώσεις
Τουλάχιστον 80 νεκρούς έχουν αφήσει πίσω τους οι καταστροφικές πυρκαγιές στο νησί Μάουι της Χαβάης κι ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη έρευνες στα καμένα της ιστορικής πόλης της Λαχέινα.
Πρόκειται για την πλέον πολύνεκρη φυσική καταστροφή στην ιστορία της πολιτείας, ξεπερνώντας τον τραγικό απολογισμό του τσουνάμι που έπληξε το Μεγάλο Νησί της Χαβάης και στοίχισε τη ζωή σε 61 ανθρώπους το 1960, έναν χρόνο αφότου η Χαβάη έγινε αμερικανική πολιτεία.
Ενώ λοιπόν οι κάτοικοι μετρούν τις πληγές τους μετά την τραγωδία, πληθαίνουν και οι καταγγελίες για αργοπορία των Αρχών σε ό,τι αφορά τις εντολές εκκένωσης περιοχών που τυλίχθηκαν στις φλόγες.
Οι πυρκαγιές ξεκίνησαν την Τρίτη, αλλά δεν υπήρξε συγκεκριμένη προειδοποίηση πριν από αυτές, σύμφωνα με το BBC.
Η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία εξέδωσε μια σειρά προειδοποιήσεων για ισχυρούς ανέμους και ξηρασία που μπορεί να δημιουργήσουν επικίνδυνες συνθήκες για πρόκληση πυρκαγιών.
Αλλά αυτή η προειδοποίηση ακυρώθηκε την Τετάρτη. Λίγο μετά την αναφορά φωτιάς στο Μάουι το πρωί της 8ης Αυγούστου, οι Αρχές διέταξαν την εκκένωση μιας περιοχής κοντά σε ένα σχολείο στα ανατολικά της Λαχάινα.
Λίγο πριν από τις 9 το πρωί, ο επίσημος ιστότοπος της κομητείας Μάουι δημοσίευσε μια δήλωση στην οποία ανέφερε ότι η πυρκαγιά σε θάμνους είχε «περιοριστεί 100%», αν και «οι άνεμοι στην περιοχή εξακολουθούν να προκαλούν ανησυχία».
Εκτός από μια προειδοποίηση να αποφεύγονται οι αποκλεισμένοι δρόμοι, οι αξιωματούχοι δεν έδωσαν περαιτέρω προειδοποιήσεις σχετικά με τη Λαχάινα μέχρι τις 16:45 τοπική ώρα, όταν η κομητεία δήλωσε ότι «μια προφανής αναζωπύρωση» της φωτιάς είχε προκαλέσει το κλείσιμο μιας παράκαμψης κοντά στην πόλη, καθώς και κάποιες εκκενώσεις.
Περισσότερες εκκενώσεις ανακοινώθηκαν αργότερα το απόγευμα, ενώ ακολούθησε κήρυξη έκτακτης ανάγκης από τον δήμαρχο Ρίτσαρντ Μπίσεν πριν από τις 22:00 τοπική ώρα εκείνης της νύχτας. Οι τουρίστες σε ορισμένα ξενοδοχεία έλαβαν εντολή να παραμείνουν στη θέση τους για να αποφευχθεί μποτιλιάρμα στο τοπικό οδικό δίκτυο.
Μέχρι τότε, οι φλόγες είχαν ήδη φτάσει σε τμήματα της Λαχάινα, αναγκάζοντας ορισμένους κατοίκους να καταφύγουν στη θάλασσα.
Η Χαβάη διαθέτει αυτό που οι αξιωματούχοι έχουν προηγουμένως χαρακτηρίσει ως το μεγαλύτερο στον κόσμο σύστημα δημόσιας προειδοποίησης για όλους τους κινδύνους, το οποίο περιλαμβάνει ένα δίκτυο από πάνω από 400 σειρήνες στα πολλά νησιά της πολιτείας που μπορούν να βοηθήσουν στην ειδοποίηση των κατοίκων και των επισκεπτών για διάφορα είδη απειλών.
Ο επικεφαλής της υπηρεσίας διαχείρισης εκτάκτων αναγκών της πολιτείας, Adam Weintraub, δήλωσε στο Associated Press αυτή την εβδομάδα ότι τα αρχεία δεν δείχνουν ότι οι σειρήνες αυτές ενεργοποιήθηκαν στο Μάουι την Τρίτη.
Αντ' αυτού, είπε ο κ. Weintraub, οι αξιωματούχοι χρησιμοποίησαν ειδοποιήσεις έκτακτης ανάγκης που στάλθηκαν σε κινητά τηλέφωνα καθώς και σε τηλεοράσεις και ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Στον απόηχο της πυρκαγιάς, πολλοί κάτοικοι ανέφεραν ότι δεν τις είδαν, προκαλώντας εικασίες ότι ήρθαν μόνο μετά από εκτεταμένες διακοπές ρεύματος και επικοινωνιών που σημειώθηκαν στο Μάουι.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους το βράδυ της Πέμπτης, ο επικεφαλής της πυροσβεστικής Bradford Ventura δήλωσε ότι οι φλόγες -που προωθήθηκαν από ισχυρούς ανέμους- κινήθηκαν τόσο γρήγορα που η ενημέρωση των κατοίκων κατέστη «σχεδόν αδύνατη».
Πρόσθεσε ότι οι πρώτες γειτονιές της Λαχάινα που επλήγησαν από την πυρκαγιά «ουσιαστικά αυτοεκκενώθηκαν με αρκετά μικρή ειδοποίηση». Στην εκπομπή Today του NBC, ο δήμαρχος Bissen δήλωσε ότι οι φλόγες που κινούνταν γρήγορα δημιούργησαν μια «αδύνατη κατάσταση» επειδή «όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα».
Ενώ αρνήθηκε να σχολιάσει αν τα συστήματα προειδοποίησης λειτούργησαν ή όχι, ο ίδιος δήλωσε ότι 2.100 άνθρωποι βρίσκονταν σε καταφύγια μέχρι το βράδυ της Τρίτης.
Σε συνέντευξη Τύπου την Τετάρτη, ο κυβερνήτης της Χαβάης Τζος Γκριν δήλωσε ότι η καταστροφή στη Λαχάινα ήταν «πολύ δύσκολο να προβλεφθεί, ειδικά επειδή ήρθε τη νύχτα με ισχυρούς ανέμους».
Επίσης, πολλοί κάτοικοι και επισκέπτες της περιοχής ανέφεραν ότι δεν άκουσαν καθόλου προειδοποιήσεις μέχρι που οι φλόγες πλησίασαν επικίνδυνα ή είχαν ήδη σαρώσει τη Λαχάινα.
Η Tee Dang, μια 35χρονη επισκέπτρια από το Κάνσας, δήλωσε στο BBC ότι συνειδητοποίησε ότι επρόκειτο για κατάσταση έκτακτης ανάγκης μόνο όταν ο διαχειριστής ενός Airbnb είπε στην οικογένειά της ότι έπρεπε να εκκενώσουν το σπίτι.
«Δεν ξέραμε τι να κάνουμε, οπότε απλά αρπάξαμε όλα μας τα πράγματα... μέχρι να μπούμε στο αυτοκίνητό μας, ο μαύρος καπνός πύκνωνε», πρόσθεσε. Τελικά η κ. Dang, ο σύζυγός της και τα τρία παιδιά της αναγκάστηκαν να βουτήξουν στη θάλασσα για να γλιτώσουν.
«Το μόνο που άρπαξα ήταν φαγητό, νερό και ένα πουκάμισο... και φύγαμε», είπε, προσθέτοντας ότι σύντομα βρέθηκαν στην κίνηση μέσα στις φλόγες. «Υπήρχαν φωτιές σε κάθε γωνιά».