ΗΠΑ: Αριθμός ρεκόρ μεταναστών κατευθύνονται στα αμερικανικά σύνορα - Νέα πρόκληση για τον Μπάιντεν
Έπειτα από αρκετούς μήνες που είχαν μειωθεί οι αριθμοί των μεταναστών οι οποίοι εισέρχονταν παράτυπα στις ΗΠΑ, η τρέχουσα μεγάλη αύξηση των εισροών –κυρίως στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας και στις πόλεις Ελ Πάσο και Ιγκλ Πας του Τέξας— αποτελεί νέα πρόκληση για τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και μάλιστα ενόψει προεκλογικής περιόδου.
Ο Μπάιντεν παρουσίασε τον Μάιο νέα πολιτική που έχει στόχο να αποτρέψει την είσοδο των παράτυπων μεταναστών στη χώρα, στο πλαίσιο της οποίας απαγορεύεται σε όσους συλλαμβάνονται χωρίς νόμιμα έγγραφα στο αμερικανικό έδαφος να υποβάλλουν αίτημα για άσυλο επί πέντε χρόνια. Ένα μήνα μετά την υιοθέτηση της νέας νομοθεσίας οι παράνομες διελεύσεις από τα σύνορα μειώθηκαν κατά περίπου 70%.
Όμως η πρόσφατη αύξηση των μεταναστευτικών ροών, σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό ανθρώπων που κατευθύνονται προς τις ΗΠΑ από την Κεντρική και τη Λατινική Αμερική, υποδηλώνουν ότι η πολιτική αυτή δεν αποτελεί πλέον αποτρεπτικό μέσο.
Ειδικοί εκτιμούν ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν τη δυνατότητα να συλλάβουν και να εξετάσουν τις υποθέσεις των μεταναστών στα σύνορα, κάτι που σημαίνει ότι τα αυστηρά μέτρα που ανακοινώθηκαν τον Μάιο ουσιαστικά δεν εφαρμόζονται. Κατά συνέπεια κάποιοι αιτούντες άσυλο που εισέρχονται παράτυπα στις ΗΠΑ αφήνονται ελεύθεροι και δεν απελαύνονται, όπως προβλέπει η νομοθεσία.
Ραντεβού
Ο Ενρίκε Λουσέρο, διευθυντής της υπηρεσίας μετανάστευσης στην Τιχουάνα του Μεξικού, δήλωσε ότι οι μεταναστευτικές ροές μειώθηκαν μετά την ανακοίνωση της νέας αμερικανικής πολιτικής τον Μάιο. Ωστόσο τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται εκ νέου άνοδος στον αριθμό των μεταναστών, με αξιωματούχους να έχουν καταμετρήσει στην πόλη ανθρώπους από 65 διαφορετικές χώρες.
Εκατοντάδες μετανάστες περιμένουν μεταξύ των συνόρων του Μεξικού με τις ΗΠΑ καθώς δεν έχουν καταφέρει να κλείσουν διαδικτυακά ραντεβού μέσω της εφαρμογής CBP One προκειμένου οι αμερικανικές αρχές να εξετάσουν το αίτημά τους για παροχή ασύλου. Ωστόσο πολλοί είναι αυτοί που δεν επιθυμούν να περιμένουν, καθώς υπάρχουν 1.450 ραντεβού διαθέσιμα για κάθε ημέρα, και προσπαθούν να περάσουν στις ΗΠΑ παράτυπα.
Τις τελευταίες 8 ημέρες η CBP έχει επεξεργαστεί περισσότερα από 5.000 αιτήματα μεταναστών στην περιοχή του Σαν Ντιέγκο, σύμφωνα με τοπικό αξιωματούχο. Στην περιοχή του Ελ Πάσο γίνονται καθημερινά 1.000 ραντεβού τις τελευταίες ημέρες.
Πολλοί μετανάστες φτάνουν και στην πόλη Ιγκλ Πας, η οποία ζήτησε την Τρίτη επιπλέον χρηματοδότηση για να αντιμετωπίσει την αυξημένη μεταναστευτική ροή, ενώ η εταιρεία διαχείρισης σιδηροδρόμων Union Pacific έχει αναστείλει τα δρομολόγιά της προς το Μεξικό.
Μεγάλο ταξίδι
Αριθμός ρεκόρ περίπου 82.000 ανθρώπων εισήλθε τον προηγούμενο μήνα στον Παναμά από τη Λατινική Αμερική, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ), διασχίζοντας την επικίνδυνη ζούγκλα Νταριέν.
Ως και μισό εκατομμύριο άνθρωποι ενδέχεται να διασχίσουν το επικίνδυνο αυτό πέρασμα μέχρι το τέλος του έτους, αριθμός διπλάσιος σε σχέση με το 2022, σύμφωνα με τον Τζουζέπε Λοπρέπτε, επικεφαλής του ΔΟΜ στον Παναμά. Πρωτοφανής αριθμός μεταναστών που φτάνουν στο Μεξικό κατάγονται από άλλες ηπείρους, καθώς ο δρόμος προς τα νότια σύνορα των ΗΠΑ αναδεικνύεται σε παγκόσμια μεταναστευτική οδό.
«Δυστυχώς η εικόνα είναι ότι πολλές χώρες έχουν μετατραπεί σε κράτη που διώχνουν τους πολίτες τους», κατήγγειλε ο Τζιοβάνι Λέπρι, εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) στο Μεξικό. Εξήγησε ότι η βία, οι οικονομικές δυσκολίες και οι αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής προκαλούν μαζικό εκτοπισμό ανθρώπων από την Κεντρική και τη Λατινική Αμερική, αλλά και από αλλού.
Ο αριθμός των Αφρικανών μεταναστών που έχουν καταγράψει μέχρι στιγμής φέτος οι μεξικανικές αρχές είναι ήδη τριπλάσιος σε σχέση με το σύνολο του 2022. «Είναι ένα δομικό, βαθύτερο πρόβλημα. Υπάρχει μια οξεία κρίση παγκοσμίως, σε πολλές χώρες. Οι άνθρωποι δεν φεύγουν από τις χώρες τους επειδή το θέλουν, το κάνουν επειδή υπάρχει ανάγκη», τόνισε ο Μεξικανός πρόεδρος Μανουέλ Αντρές Λόπες Ομπραδόρ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ