Birkin της Hermes: H ακριβότερη τσάντα στον κόσμο, ο οίκος που έφτιαχνε σέλες αλόγων και η αγωγή
Σαράντα χρόνια μετά την παρουσίαση της εμβληματικής δερμάτινης τσάντας του γαλλικού οίκου, οι καταναλωτές εξακολουθούν να αναζητούν τρόπο να αποκτήσουν αρκετά προϊόντα της φίρμας, παρά το γεγονός ότι η τιμή για μια Birkin ξεκινά από τα 10.000 δολάρια και μπορεί να αγγίξει εξαψήφια ποσά.
Οι πολυπόθητες Birkin δεν είναι κάτι που μπορεί κανείς να αγοράσει σε ένα πολυκατάστημα, μια μπουτίκ ή να τις παραγγείλει στο Διαδίκτυο, ενώ συγκεκριμένες εκδοχές της συγκεντρώνουν λίστες αναμονής για χρόνια. Για να αγοράσουν απευθείας από την Hermès, οι πελάτες πρέπει να οικοδομήσουν μαζί της μια σχέση διαρκείας. Αν και δεν υπάρχει κανόνας, οι ειδικοί λένε ότι οι επίδοξοι ιδιοκτήτες των Birkin πρέπει να ψωνίζουν πιστά στην Hermès για χρόνια, ξοδεύοντας χιλιάδες δολάρια, προτού αποκτήσουν την ευκαιρία να ξοδέψουν κι άλλα εξαψήφια νούμερα για το «ιερό δισκοπότηρο» της εταιρείας.
Στις αρχές της εβδομάδας λοιπόν, δύο Αμερικανοί μήνυσαν την Hermès στη Βόρεια Περιφέρεια της Καλιφόρνια, προτείνοντας ομαδική αγωγή κατά του οίκου πολυτελείας με έδρα το Παρίσι. Στην καταγγελία τους αναφέρουν ότι η Hermès συνέδεσε παράνομα την αγορά των Birkin με την αγορά άλλων προϊόντων της εταιρείας και ότι οι επίδοξοι πελάτες πρέπει να ξοδέψουν χιλιάδες δολάρια σε κασκόλ, παπούτσια και ζώνες μόνο και μόνο για να τους δοθεί η ευκαιρία να πάρουν στα χέρια τους ίσως το πιο περιζήτητο δερμάτινο είδος στον κόσμο.
Μία από τις ενάγουσες, η Τίνα Καβαλέρι, καταγγέλλει ότι ζήτησε να αγοράσει μία από τις πολυπόθητες τσάντες το 2022, ενημερώθηκε όμως το εν λόγω προϊόν «διατίθεται σε πελάτες συνεπείς στην υποστήριξη της επιχείρησης», αναφέρει η μήνυση. Ο συνάδελφος ενάγων Μαρκ Νιλόγκα προσπάθησε να αγοράσει μια Birkin πέρυσι «αλλά οι συνεργάτες πωλήσεων του οίκου τον συμβούλευσαν να αγοράσει βοηθητικά προϊόντα προκειμένου να την αποκτήσει».
Η εξαιρετικά περιορισμένης έκδοσης χειροποίητη δερμάτινη τσάντα, εμπνευσμένη από την αείμνηστη τραγουδίστρια και ηθοποιό Τζέιν Μπίρκιν -εμβληματική μορφή των 60’s και των 70’s- έχει γίνει συνώνυμο της αποκλειστικότητας και η τιμή της μπορεί να ξεπεράσει το 1 εκατομμύριο δολάρια.
Ενώ πολλές μάρκες πολυτελείας στηρίζουν το μάρκετινγκ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις συνεργασίες με διασημότητες, η Hermès - η οποία ξεκίνησε ως σαγματοποιία και εξακολουθεί να ράβει με το χέρι τα προϊόντα της, από τις δερμάτινες τσάντες μέχρι τα μεταξωτά κασκόλ της, δεν το έχει κάνει. Τα βασικά προϊόντα της δεν έχουν αλλάξει εδώ και δεκαετίες, δεν διαθέτει TikTok και δεν δίνει σε διασημότητες δωρεάν τσάντες.
Αυτή η προσέγγιση τη βοήθησε να καταγράψει πέρυσι ετήσια έσοδα ύψους 14,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων και να αποκτήσει κεφαλαιοποίηση άνω των 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Με περισσότερους πρόθυμους πελάτες από ό,τι διαθέσιμα αγαθά, ενσαρκώνει την επιτομή της πολυτέλειας. Στην αγωγή τους, η οποία διεκδικεί απροσδιόριστες ζημιές, οι ενάγοντες καταλήγουν ότι η εν λόγω πρακτική έρχεται σε αντίθεση με τους αντιμονοπωλιακούς νόμους επειδή διογκώνει τεχνητά το πραγματικό κόστος ενός προϊόντος.
Πάντως, αρκετοί λάτρεις της μόδας και των πολυτελών ειδών, γνωρίζοντας ότι ποτέ δεν θα μπορέσουν να αποκτήσουν μια Birkin από τις μπουτίκ της Hermes ανά τον κόσμο, επιλέγουν τις second hand, δαπανώντας χιλιάδες δολάρια...