Σήμα κινδύνου στη Λατινική Αμερική - Εξαπλώνεται ο δάγκειος πυρετός

Έκρηξη των κρουσμάτων δάγκειου πυρετού στη Λατινική Αμερική
AP Photo
2'

Η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική οδεύουν να ζήσουν φέτος τη χειρότερη περίοδο του δάγκειου πυρετού που έχει καταγραφεί ποτέ, καθώς την επιδημία ευνοούν η υπερθέρμανση του πλανήτη και το φαινόμενο Ελ Νίνιο, προειδοποίησε την Πέμπτη ο Παναμερικανικός Οργανισμός Υγείας (ΠΑΟΥ).

Σε λιγότερους από τρεις μήνες το 2024, οι αρχές της περιφέρειας αυτής ήδη κατέγραψαν πάνω από 3,5 εκατομμύρια κρούσματα και σχεδόν 1000 θανάτους από την ιογενή νόσο, που μεταδίδεται στον άνθρωπο μέσω τσιμπήματος θηλυκών κουνουπιών-διαβιβαστών του ιού.

Οι αριθμοί αυτοί προκαλούν «ανησυχία, καθώς τα κρούσματα είναι τριπλάσια από αυτά που είχαν καταγραφεί ως την αντίστοιχη χρονική στιγμή του 2023, χρονιάς-ρεκόρ με πάνω από 4,5 εκατ. κρούσματα», τόνισε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο Δρ. Ζάρμπας Μπαρμπόσα, ο διευθυντής του ΠΑΟΥ, περιφερειακού παραρτήματος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).

Το 2024 «πιθανόν» θα είναι «η χειρότερη περίοδος του δάγκειου πυρετού που έχει καταγραφεί ποτέ» στην αμερικανική ήπειρο, πρόσθεσε.

Η ιογενής ασθένεια προκαλεί υψηλό πυρετό και, σε πιο σπάνιες περιπτώσεις, παίρνει σοβαρότερη μορφή, προκαλεί αιμορραγικό πυρετό. Οι θάνατοι είναι γενικά πολύ σπάνιοι, δεν ξεπερνούν το 0,01% του συνόλου των κρουσμάτων.

Πολύ διαδεδομένη σε χώρες με θερμό κλίμα, η νόσος εξαπλώνεται κυρίως σε αστικές και ημιαστικές ζώνες, όπου καταγράφονται από 100 ως 400 εκατομμύρια κρούσματα κάθε χρόνο, σύμφωνα με τον ΠΟΥ. Σχεδόν 4 δισ. άνθρωποι, περίπου ο μισός πληθυσμός της υφηλίου, ζουν σε περιοχές όπου υπάρχει κίνδυνος να μολυνθούν, σύμφωνα με τους αριθμούς των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC), της βασικής ομοσπονδιακής υπηρεσίας υγείας των ΗΠΑ.

Η αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων επαληθεύεται σε όλες τις χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, όμως πάνω απ’ όλα σε τρία κράτη του λεγόμενου νότιου κώνου: τη Βραζιλία (81%), την Παραγουάη (6%) και την Αργεντινή (3,4%), όπου καταγράφτηκε το 92% των συνολικών κρουσμάτων και το 87% των θανάτων.