Το «τσουνάμι» των κρίσεων που απειλεί τις εφοδιαστικές αλυσίδες: Φόβος για ελλείψεις και ανατιμήσεις
Οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού βρίσκονται ξανά υπό πίεση. Η κρίση στη Μέση Ανατολή, η -σύντομη ευτυχώς- απεργία στα λιμάνια των ΗΠΑ και η ξηρασία στην Κεντρική Αμερική μεταξύ άλλων, θα μπορούσαν να προκαλέσουν νέο «πονοκέφαλο» στους εξαγωγείς, εκτοξεύοντας τις τιμές και αυξάνοντας δραματικά τους χρόνους παράδοσης
Με νωπές της μνήμες από την πανδημία που έφερε τα πάνω κάτω στο παγκόσμιο εμπόριο, οι ναυτιλιακοί κολοσσοί δοκιμάζονται και η μεταφορά εμπορευμάτων γίνεται όλο και πιο απαιτητική και δαπανηρή. Ο τελευταίος χρόνος ήταν δύσκολος, ιδίως λόγω της σύρραξης στη Μέση Ανατολή και του αντίκτυπου που είχε στην κίνηση του εμπορίου μέσω της Ερυθράς Θάλασσας.
Η κυκλοφορία έχει μειωθεί κατά τα δύο τρίτα μέσω της βασικής ναυτιλιακής οδού από πέρυσι όταν ξεκίνησαν οι επιθέσεις από τους αντάρτες Χούθι. Πολλές εταιρείες, ανάμεσά τους μεγάλα ονόματα του κλάδου όπως η Maersk εγκατέλειψαν την εν λόγω διαδρομή, επιλέγοντας να ταξιδέψουν γύρω από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, κάτι που μπορεί να προσθέσει 10 ημέρες στα ταξίδια και σημαντικό κόστος.
Η αναζωπύρωση της κρίσης στη Μέση Ανατολή δημιουργεί φόβους ότι ακόμη περισσότερα πλοία ενδέχεται να αποφύγουν τη διαδρομή. Ο Πίτερ Σαντ από την πλατφόρμα ανάλυσης Xeneta, θεωρεί ότι η τελευταία κλιμάκωση θα έχει μικρότερο αντίκτυπο, καθώς τα περισσότερα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων απέφευγαν ήδη την Ερυθρά Θάλασσα, προειδοποιεί ωστόσο ότι «η περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης σημαίνει ότι απομακρύνεται η μεγάλης κλίμακας επιστροφή των πλοίων στην περιοχή».
Την ίδια στιγμή η κυκλοφορία μέσω της Διώρυγας του Παναμά έχει μειωθεί επίσης μετά την ξηρασία που ανάγκασε τη διαχειρίστρια Αρχή της να μειώσει το ανώτατο όριο στον αριθμό των πλοίων που τη διαπλέουν, από 36 την ημέρα σε 20. Στο εκρηκτικό «κοκτέιλ» προστέθηκαν οι κινητοποιήσεις των λιμενικών στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ. Την 1η Οκτωβρίου, σχεδόν 50.000 μέλη του σωματείου International Longshoremen’s Association προχώρησαν σε απεργία που έληξε μετά απο τρεις ημέρες, επηρεάζοντας 14 λιμάνια σε όλη την ανατολική ακτή των ΗΠΑ.
Ο Μάρκο Φορτζιόνε, γενικός διευθυντής στο Chartered Institute of Export and International Trade, είπε ότι όλα αυτά τα ζητήματα δείχνουν ότι οι «πολύ εύθραυστες» αλυσίδες εφοδιασμού αντιμετωπίζουν «εξαιρετικές πιέσεις». Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η εμπορική αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας, καθώς και γεγονότα όπως η κατάρρευση της γέφυρας της Βαλτιμόρης, έχουν αυξήσει την αναταραχή στην εφοδιαστική αλυσίδα, εκτοξεύοντας το κόστος μεταφοράς αγαθών.
Οι εταιρείες που επιλέγουν να περάσουν από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας σημειωτέον αντιμετωπίζουν πρόσθετο κόστος 40% στα καύσιμα, ενώ οι τιμές των εμπορευματοκιβωτίων έχουν επίσης αυξηθεί. Σύμφωνα με την Xeneta, οι τιμές spot για εμπορευματοκιβώτια μήκους 12 μέτρων που κινούνταν μεταξύ της Ανατολικής Ασίας και της Βόρειας Ευρώπης ανήλθαν στα 8.587 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο όταν η αγορά κορυφώθηκε τον Ιούλιο, 468% υψηλότερα από τον Δεκέμβριο του 2023, πριν από τις επιθέσεις των Χούθι.
Οι απεργίες των λιμενεργατών στις ΗΠΑ έχουν ήδη επηρεάσει τις τιμές των εμπορευματοκιβωτίων από τη βόρεια Ευρώπη έως την ανατολική ακτή της Αμερικής, με ένα μέσο κοντέινερ 12 μέτρων να κοστίζει τώρα 2.861 δολάρια, σε σύγκριση με 1.836 δολάρια στο τέλος Αυγούστου.
Η αγορά προετοιμάζεται εν τω μεταξύ για μια πιθανή διακοπή στην παραγωγή αργού του Ιράν σε περίπτωση που το Ισραήλ πλήξει την πετρελαϊκή υποδομή του. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι το Ιράν είναι σε θέση να παράγει έως και 1 εκατομμύριο βαρέλια πετρελαίου την ημέρα. Η τιμή του πετρελαίου σκαρφάλωσε για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα σχεδόν στα 76 δολάρια το βαρέλι την Τετάρτη, από 71 δολάρια στην αρχή της εβδομάδας, ενώ ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι η τιμή του θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 80 δολάρια εντός των ημερών. Τα σημάδια από την πανδημία και δύο μεγάλες συγκρούσεις γίνονται βαθιά αισθητά από τους εισαγωγείς και τους εξαγωγείς. Εάν επιλέξουν να μετακυλίσουν αυτό το κόστος στους καταναλωτές, τότε οι πολίτες ενδέχεται να δουν και πάλι τους προϋπολογισμούς τους να συμπιέζονται.
Πηγή: Guardian