Γερμανία: Η Bosch κλείνει μονάδες παραγωγής και απολύει 5.500 εργαζόμενους - Ακυρώνονται επενδύσεις
Βαθαίνει η οικονομική κρίση στη Γερμανία ενόψε και των εκλογών.
Η Bosch προστέθηκε πρόσφατα στη λίστα μεγάλων γερμανικών επιχειρήσεων που ανακοινώνουν κλείσιμο μονάδων παραγωγής και ακύρωση επενδύσεων. Η εταιρεία σκοπεύει να περικόψει 5.550 θέσεις εργασίας παγκοσμίως έως το 2032, με τις 3.800 από αυτές να αφορούν εργοστάσια στη Γερμανία, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle.
Όπως ανέφερε το σχετικό δελτίο τύπου η Bosch σχεδιάζει να περικόψει:
- 3.500 θέσεις εργασίας στον τομέα της ανάπτυξης λογισμικού για την αυτόνομη οδήγηση - περίπου οι μισές από αυτές στη Γερμανία
- 750 θέσεις εργασίας στο εργοστάσιο του Χίλντεσχαϊμ
- 1.300 θέσεις εργασίας στον τομέα του συστήματος διεύθυνσης στο Σβέμπις Γκμυντ
Οι περικοπές σχετίζονται κυρίως με τη δυσκολία της μετάβασης στην ηλεκτροκίνηση, ενώ το εργοστάσιο του Χίλντεσχαϊμ, με προσανατολισμό στην ηλεκτροκίνηση, θα υποστεί σημαντικές απώλειες προσωπικού.
Η Volkswagen και άλλοι κολοσσοί της αυτοκινητοβιομηχανίας αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις, με τους εργαζομένους να εκφράζουν την οργή τους μέσω συνδικάτων και να προγραμματίζουν κινητοποιήσεις.
Μόλις τον Ιούλιο του 2023 το Διοικητικό Συμβούλιο είχε αποκλείσει τις απολύσεις μέχρι το τέλος του 2027. «Όμως στη συνέχεια, τον Μάιο του 2024, συμφωνήθηκε να απολυθούν συνολικά περίπου 2.200 εργαζόμενοι σε τέσσερις διαφορετικούς τομείς στη Γερμανία. «Μόλις έξι μήνες αργότερα, άλλες 3.800 θέσεις εργασίας πρόκειται να πέσουν θύμα των περικοπών», υπογραμμίζει ο εκπρόσωπος των εργαζόμενων Φρανκ Σελ, χαρακτηρίζοντας μη αποδεκτό κάτι τέτοιο.
Η αβεβαιότητα στον κλάδο συνδέεται με τη μειωμένη ζήτηση για ηλεκτρικά αυτοκίνητα, το υψηλό κόστος, την έλλειψη επιδοτήσεων και την επιφυλακτικότητα των καταναλωτών.
Επιπλέον, οι πολιτικές πιέσεις για στροφή στην πράσινη ενέργεια φαίνεται να υπερεκτίμησαν τη δυνατότητα άμεσης προσαρμογής των βιομηχανιών. Παράλληλα, η γερμανική οικονομία αντιμετωπίζει διαρθρωτικά προβλήματα, όπως η γραφειοκρατία και η υστέρηση στις τεχνολογικές μεταρρυθμίσεις.
Μεγάλες επενδύσεις, όπως της Intel στο Μαγδεμβούργο, ακυρώθηκαν ή αναβλήθηκαν, εντείνοντας το κλίμα ανασφάλειας.
Η προεκλογική περίοδος, με πιθανές πολιτικές αστάθειες, επιβαρύνει περαιτέρω την κατάσταση, δημιουργώντας προβλέψεις για παρατεταμένη στασιμότητα.
Η επόμενη κυβέρνηση θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις για να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και να επανεκκινήσει την ανάπτυξη. Όλα αυτά δείχνουν πόσο δύσκολο θα είναι για την επόμενη κυβέρνηση να ξαναβάλει σε τροχιά ανάπτυξης τη γερμανική οικονομία και να αποτινάξει αυτή την ανασφάλεια που αποτυπώνεται και σε έρευνες μεταξύ εκπροσώπων του επιχειρηματικού κόσμου.