Γερμανία: Στο αρχείο η ναζιστική σφαγή στην Τοσκάνη

Οργή και απογοήτευση προκάλεσε στους επιζήσαντες της ναζιστικής σφαγής στη Σαντ' Άννα Ντι Στατσέμα της Τοσκάνης, η απόφαση της εισαγγελίας της Στουτγκάρδης να αρχειοθετήσει την υπόθεση.
2'

Πρόκειται για μια από τις πιο βάρβαρες ομαδικές εκτελέσεις του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που έχει πολλά κοινά σημεία με την τραγωδία του Διστόμου.

Στις δώδεκα Αυγούστου του 1944, δυνάμεις των Ες Ες μπήκαν στο χωριό Σαντ' Άννα Ντι Στατσέμα, κοντά στην πόλη Λούκα, στην περιφέρεια της Τοσκάνης, και άρχισαν να εκτελούν αδιάκριτα, όλο τον άμαχο πληθυσμό που εντόπιζαν, κυρίως γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους, αφού μεγάλο μέρος των ενήλικων ανδρών είχε κρυφτεί στα κοντινά δάση.

Οι νεκροί έφτασαν τους 560, εκ των οποίων εκατό ήταν παιδιά. Η ναζιστική θηριωδία δεν ανακόπηκε ούτε όταν ήρθε αντιμέτωπη με καθολικούς ιερείς, με έγκυες γυναίκες, με οκτώ αδελφάκια και τη μητέρα τους. Πριν εγκαταλείψουν το χωριό, οι γερμανικές δυνάμεις αποφάσισαν να κάψουν όλα τα πτώματα.

Τη Δευτέρα, η εισαγγελία της Στουτγκάρδης αποφάνθηκε ότι τα άτομα που η ιταλική δικαιοσύνη θεωρεί υπεύθυνα για τη σφαγή, δεκαεπτά στο σύνολο εκ των οποίων οκτώ πρώην Ες Ες που βρίσκονται εν ζωή, δεν μπορούν να κριθούν από γερμανικό δικαστήριο.

Σύμφωνα με τους εισαγγελείς της γερμανικής αυτής πόλης, δεν υπάρχει η απόλυτη βεβαιότητα ότι οι εν λόγω πρώην στρατιωτικοί, συμμετείχαν στην σφαγή και δεν έχει εξακριβωθεί αν πρόκειται για αντίποινα, ούτε ο ακριβής αριθμός των θυμάτων.

Ο δήμαρχος της Σαντ' Άννα Ντι Στατσέμα, Μικέλε Σιλικάνι, δήλωσε ότι « έχει μείνει άναυδος, από τη στιγμή, μάλιστα, που ένας από τους οκτώ πρώην Ες Ες, δεν δίστασε να παραδεχθεί τις τρομερές ευθύνες του, προσθέτοντας ότι εξετέλεσε τις γυναίκες και τα παιδιά, σαν να επρόκειτο για μεγάλους άνδρες».

Ο ιταλικός Τύπος κάνει λόγο για «κατάφορη αδικία». Σειρά βουλευτών και γερουσιαστών του κεντροαριστερού «Δημοκρατικού Κόμματος» τόνισε, τέλος, ότι «με τον τρόπο αυτό, προσβάλλεται η συλλογική μνήμη του ιταλικού λαού» και ζήτησε από τον πρωθυπουργό Μάριο Μόντι, να απευθυνθεί απευθείας στην καγκελάριο Μέρκελ, για να «ξανανοίξει» άμεσα η όλη υπόθεση.