Καταδικάστηκε για αποτυχημένη τρομοκρατική επίθεση 13 χρόνια μετά
Ποινή φυλάκισης 37 ετών επιβλήθηκε σε έναν αλγερινό, ο οποίος το Δεκέμβριο του 1999 προσπάθησε να βάλει βόμβα στο διεθνές αεροδρόμιο του Λος Άντζελες.
Ο Αχμέντ Ρεσσάμ συνελήφθη έχοντας στην κατοχή του υλικά για την κατασκευή βόμβας, όταν προσπάθησε να περάσει τα σύνορα από τον Καναδά προς τις ΗΠΑ. Το νοικιασμένο αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε, ήταν γεμάτο με εκρηκτικά, τα οποία όπως ομολόγησε αργότερα, σκόπευε να χρησιμοποιήσει σε βομβιστική επίθεση στο αεροδρόμιο την παραμονή των Χριστουγέννων του 1999.
«Επειδή ο κύριος Ρεσσάμ είχε προσχεδιάσει αυτή την επίθεση και είχε προετοιμαστεί ώστε να την φέρει εις πέρας, πολλοί πιστεύουν, συμπεριλαμβανομένης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ότι ο άντρας αποτελεί απειλή και ότι δεν θα πρέπει να ξανανιώσει τι θα πει ελευθερία» δήλωσε ο περιφερειακός δικαστής Τζον Κούγκενορ.
Ο Ρεσσάμ κρίθηκε ένοχος σε εννέα κατηγορίες σχετικά με την προσχεδιασμένη επίθεση. Κατά τη διάρκεια της δίκης αποκαλύφθηκε ότι ο άνδρας αποτελούσε μέλος ενός κυκλώματος τρομοκρατών, οι οποίοι δρουν έξω από τον Καναδά και είχε λάβει εκπαίδευση σε ισλαμιστικά στρατόπεδα τρομοκρατών στο Αφγανιστάν στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Αυτή ήταν η τρίτη φορά που ο Ρεσσάμ βρέθηκε ενώπιον του δικαστή Κούγκενορ για να του απαγγείλει την ποινή του. Τις δύο προηγούμενες φορές ο δικαστής είχε καταδικάσει τον Ρεσσάμ σε 22 χρόνια φυλάκισης, αλλά η απόφαση ανετράπη.
Η περίπτωση του Ρεσσάμ έγινε ιδιαίτερα περίπλοκη καθώς είχε υπαναχωρήσει στην υπόσχεσή του να συνεργαστεί με τους εισαγγελείς. Αρχικά, ήταν πρόθυμος να δώσει στις αρχές πληροφορίες σχετικά με άλλους υπόπτους που εμπλέκονται σε τρομοκρατικές δράσεις, αλλά και να δώσει ένα πρώτο στίγμα για τους τρόπους με τους οποίους λειτουργεί η Αλ Κάιντα, ώστε να πάρει ελαφρυντικά.
Το Νοέμβριο του 2004 ο Ρεσσάμ σταμάτησε να συνεργάζεται με τις αρχές και ανακάλεσε όλα όσα είχε πει. Ο δικηγόρος του δήλωσε ότι η απόφασή του επήλθε μετά από το άγχος που του προκλήθηκε εξαιτίας των επαναλαμβανόμενων ανακρίσεων και της απομόνωσης. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αποσύρει τις κατηγορίες εναντίον δύο κατηγορουμένων, οι διώξεις των οποίων εξαρτιόνταν από τη μαρτυρία του Ρεσσάμ.
Ο Κούγκενορ δήλωσε τον Ιούλιο του 2005, ότι οι πληροφορίες που είχε δώσει ο Ρεσσάμ, όσο συνεργαζόταν με τις αρχές, ήταν πολύτιμες και σίγουρα απετράπησαν πολλές τρομοκρατικές επιθέσεις με αποτέλεσμα να σωθούν ανθρώπινες ζωές.
Κατά τη διάρκεια της δίκης την Τετάρτη, ο Ρεσσάμ δεν έκανε οποιαδήποτε δήλωση, αλλά συμφώνησε μέσω γραπτής επιστολής ότι είναι διατεθειμένος να συνεργαστεί με την κυβέρνηση.
«Δεν έχω καμία δύναμη να σταματήσω αυτή την αδικία. Μπορείτε να με κρίνετε όπως θέλετε, εγώ δεν θα αντιταχθώ σε οποιαδήποτε από τις προτάσεις σας» ανέφερε στην επιστολή του ο Ρεσσάμ.