Ινδία: Φόβοι για περισσότερους από 1000 νεκρούς λόγω μουσώνων

Χίλιοι άνθρωποι φέρονται να έχουν χάσει τη ζωή τους στη σφοδρή κακοκαιρία η οποία παρέσυρε σπίτια, γέφυρες και κατέστρεψε δρόμους, απομονώνοντας ακόμη περισσότερο τις ήδη δυσπρόσιτες επαρχίες των Ιμαλαΐων στη βόρεια Ινδία, με τις αρχές της χώρας να έχουν κινητοποιήσει τον στρατό για να βοηθήσει τους πλημμυροπαθείς των μουσώνων.
2'


Οι καταρρακτώδεις βροχές, σχεδόν τεσσερισήμισι φορές ισχυρότερες από τις συνήθεις, έχουν προκαλέσει τον θάνατο 138 ανθρώπων στο κρατίδιο Ουταραχάντ και σε δύο γειτονικά του κρατίδια, σύμφωνα με τον τελευταίο επίσημο απολογισμό.

Ωστόσο οι τοπικές θρησκευτικές αρχές εκφράζουν φόβους ότι ο απολογισμός θα αυξηθεί κάνοντας λόγο για τουλάχιστον χίλιους νεκρούς.
«Υπάρχουν παντού πτώματα, υπολογίζουμε ότι τουλάχιστον 1.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους», δήλωσε ο Γκανές Γκοντιγιάλ, πρόεδρος ενός ιδρύματος μνημείων στις πόλεις Κενταρνάθ και Μπαντρινάθ.

Βουλευτής του κρατιδίου έκανε λόγο ακόμη και για 2.000 νεκρούς, χωρίς οι υπηρεσίες αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων να μπορούν να επιβεβαιώσουν. «Η περιοχή έχει καταστραφεί ολοσχερώς, δεν έχει μείνει τίποτε», είπε η Σάιλα Ράνι Ραουάτ.

Δέκα χιλιάδες στρατιώτες με την υποστήριξη ελικοπτέρων έχουν αναπτυχθεί για να προσφέρουν πρώτες βοήθειες στους πληγέντες, τους τουρίστες και τους προσκυνητές, ενώ πολλοί θα μεταβούν στο «κρατίδιο των θεών», το οποίο οφείλει το όνομά του στο πλήθος των ναών του και των ινδουιστικών βωμών.

Οι στρατιώτες θα μείνουν εκεί έως τις 20 Ιουνίου για να προσφέρουν πρώτες βοήθειες, ιατρικό υλικό, αεροπορικά μέσα μεταφοράς, ανακοίνωσε ο στρατός. Θα προσπαθήσουν δε να φθάσουν το συντομότερο στην περιοχή Κενταρνάθ.

«Ουδέποτε έχω δει κάτι τέτοιο. Ολόκληροι δρόμοι και χωριά κατεστραμμένοι. Υπάρχουν παντού ερείπια», δήλωσε αξιωματικός του στρατού.
Πλημμύρες και κατολισθήσεις κατέστρεψαν πολλά σπίτια, κτήρια, παρέσυραν αυτοκίνητα, γέφυρες και μικρούς δρόμους, αποκλείοντας χωριά και τουλάχιστον 65.000 κατοίκους.

Η έλευση των μουσώνων δύο εβδομάδες νωρίτερα από τη συνήθη ημερομηνία έπιασε εξ απήνης τις αρχές και έδειξε μια ακόμη φορά κενά στα προγράμματα πρόληψης και βοήθειας.