Οι ενέργειες των ΗΠΑ κατά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους
Στέλεχος του αμερικανικού ΥΠΕΞ έλεγε στους Βρετανούς διπλωμάτες στην Ουάσινγκτον ότι οι πιθανότητες να υποκύψει ο Τουρκοκύπριος ηγέτης ήταν λίγες.
Οι Αμερικανοί σημείωναν ότι άξιζε να εξεταστεί κατά πόσο η κίνηση Ντενκτάς «άνοιγε νέες διαπραγματευτικές πιθανότητες». Θεωρούσαν ότι η προθυμία του να ανοίξει τα Βαρώσια και να συμφωνήσει στο ξανάνοιγμα του αεροδρομίου Τύμπου πρόσφερε τέτοιες ευκαιρίες. Δεν ήταν σαφές στην Ουάσινγκτον αν κίνητρο του Ντενκτάς ήταν η εκτόνωση της αρνητικής διεθνούς αντίδρασης ή το γνήσιο ενδιαφέρον για νέες διαπραγματεύσεις.
Την επομένη, στις 18/11/83, η Βρετανίδα υφυπουργός Εξωτερικών λαίδη Γιανγκ είχε συνάντηση με τον Αμερικανό ομόλογό της Λώρενς Ιγκλμπέργκερ. Εκείνος της είπε ότι τον Ιανουάριο που θα επανάνοιγε το Κογκρέσο προέβλεπε μεγάλη πίεση για διακοπή όλης της στρατιωτικής βοήθειας προς την Τουρκία, παρά το ότι στο παρελθόν ανάλογα μέτρα δεν είχαν επηρεάσει την τουρκική πολιτική. Η Ουάσινγκτον σκόπευε να προσπαθήσει να διατηρήσει το πρόγραμμα στρατιωτικής βοήθειας και ήλπιζε ότι η Βρετανία θα κατανοούσε πως «η αμερικανική κυβέρνηση έπρεπε να προφυλαχθεί από τη διατύπωση υπερβολικής κριτικής έναντι της Τουρκίας», που ίσως σε μεταγενέστερο χρόνο να χρησιμοποιούταν εναντίον της από το Κογκρέσο.
Ο Ιγκλμπέργκερ σημείωσε επίσης να εξετάσει την προτροπή της λαίδης Γιανγκ να πει ο ίδιος στον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Τουρκμέν να μην στείλει περισσότερο στρατό στην Κύπρο, όπως είχε κάνει ήδη η βρετανική πλευρά. Επίσης αναφέρθηκε στην ανάγκη να αποτραπούν οι Έλληνες από το να ενεργήσουν «ακόμα πιο απερίσκεπτα από όσο μπορούσε να περιμένει κανείς ότι θα έκαναν». Είπε ότι ίσως το Λονδίνο ήταν σε καλύτερη θέση να προσεγγίσει τους Έλληνες για να έχουν μια πιο μετριοπαθή αντίδραση απέναντι στην τουρκική ενέργεια, ενώ οι Αμερικανοί ίσως είχαν μεγαλύτερη επιρροή στην Άγκυρα.
Η εκτίμηση του Αμερικανού υφυπουργού Εξωτερικών ήταν ότι τώρα που οι Τουρκοκύπριοι είχαν αποκτήσει αυτό που θεωρούσαν «ισότητα με τους Ελληνοκύπριους» ίσως ήταν ψυχολογικά πιο διατεθειμένοι να φανούν ευέλικτοι σε περαιτέρω συνομιλίες. Το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση θα ήταν να πειστούν οι Ελληνοκύπριοι να συμμετάσχουν σε τέτοιες συνομιλίες.
Την ίδια μέρα είχε υπάρξει συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών ΗΠΑ και Ελλάδας, Σουλτς και Χαραλαμπόπουλου. Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας εξέφρασε συμπάθεια για την ελληνοκυπριακή πλευρά, καταδίκασε τις ενέργειες του Ντενκτάς και συμβούλεψε κατά δραστικής αντίδρασης από την ελληνική πλευρά. Ο Έλληνας ομόλογός του δήλωσε ότι στην Ελλάδα η κυβέρνηση ήταν πεπεισμένη ότι ο Ντενκτάς είχε δράσει με την τουρκική στήριξη και υπέδειξε ως υπεύθυνη για την ανακήρυξη του ψευδοκράτους την Τουρκία.
Όπως ενημέρωνε λίγες ημέρες αργότερα η βρετανική διπλωματική αποστολή στην Ουάσινγκτον, στις 21/11/83 ο πρόεδρος Ρήγκαν είχε διαβεβαιώσει σε επαφή του τον πρόεδρο Κυπριανού για την αμερικανική στήριξη και τον είχε προτρέψει να μην επιτρέψει την «απερίσκεπτη» ενέργεια του Ντενκτάς να αποκλείσει την εξέταση των ευκαιριών για επίτευξη προόδου προς μια λύση. Ο Κυπριανού είχε απαντήσει ότι οι ΗΠΑ ήταν στην πιο καλή θέση να επιτύχουν ανατροπή των ενεργειών του Ντενκτάς, κάτι που ο ίδιος πίστευε ότι μπορούσε ακόμα να γίνει.
Ο Κύπριος πρόεδρος είχε προσθέσει ότι είχε διαβεβαιώσεις από τον Ανδρέα Παπανδρέου πως η Αθήνα θα έκανε ό,τι της ζητούσε η Λευκωσία, σχόλιο που εκλήφθηκε τουλάχιστον από το Λονδίνο ως «ξεκάθαρη υπόνοια» πως ακόμα και πρόσθετη αποστολή στρατευμάτων από την Αθήνα ήταν πιθανή.
Η αμερικανική στάση απέναντι στην Τουρκία, ενημέρωνε ο Βρετανός πρέσβης, ήταν ότι χωρίς πρόοδο εντός διμήνου στο Κυπριακό θα υπήρχε πραγματικό πρόβλημα με το αίτημα του Κογκρέσου για πάγωμα της στρατιωτικής βοήθειας από την Ουάσινγκτον προς την Άγκυρα. Από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχαν καταδικάσει μιλώντας στον υπουργό Εξωτερικών Τουρκμέν την ανακήρυξη, λέγοντας ότι έπρεπε να ανακληθεί και εξέφρασαν λύπη για την τουρκική αναγνώριση. Ο πρόεδρος Ρέιγκαν είχε συστήσει και μερική αποχώρηση τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο.
Οι Αμερικανοί ενθάρρυναν επίσης το ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών Χαβιέρ Πέρες ντε Κουεγιάρ να παραμείνει ενεργά εμπλεκόμενος. Αμερικανός αξιωματούχος (Σέρμαν) είχε ενημερώσει ότι ο πρόεδρος Ρήγκαν είχε τηλεφωνήσει στο ΓΓ στις 17/11/83 για να τον διαβεβαιώσει για τη στήριξη των ΗΠΑ. Εξάλλου, οι Αμερικανοί είχαν λάβει μήνυμα από το ΓΓ να προτρέψουν τους Έλληνες και τους Ελληνοκύπριους να μην απορρίψουν ασυζητητί τις «περιεκτικές προτάσεις» που είχε υποβάλει ο Ντενκτάς.
Η Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών θεωρούσε ότι τις προτάσεις Ντενκτάς τις είχε εμπνευστεί η Άγκυρα, χωρίς να είχε επιβεβαιωθεί αυτό από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ – αν ίσχυε αυτό τότε οι προτάσεις ήταν διπλά άξιες εξέτασης, εκτιμούσαν οι Αμερικανοί. Για να γίνει πιο ελκυστικό το πακέτο των προτάσεων Ντενκτάς για τους Ελληνοκύπριους, ο ΓΓ σκεφτόταν να προτείνει να ήταν μη αναστρέψιμο, δηλαδή τα Ηνωμένα Έθνη να εγγυούνταν ότι θα συνέχιζαν να διοικούν τα Βαρώσια και το αεροδρόμιο της Λευκωσίας μέχρι να προέκυπτε λύση.
ΠΗΓΗ ikypros
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ