Προβληματισμός του βελγικού Τύπου για τις εξελίξεις στην Τουρκία
Το ερώτημα που διατυπώνεται είναι κατά πόσον η όλη διαδικασία πράγματι σχετίζεται με την εξάρθρωση ενός τρομοκρατικού δικτύου ή απλώς αποτελεί πρόσχημα για ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών από την πλευρά του Τούρκου πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με στόχο την αποδυνάμωση της αντιπολίτευσης.
Σε ρεπορτάζ που φιλοξενεί η De Morgen υπό τον τίτλο «Οι βαριές ποινές στους υπόπτους για πραξικόπημα προκαλούν εντάσεις στην Τουρκία», διατυπώνεται η εκτίμηση ότι ο πρωθυπουργός Ερντογάν «δείχνει να έχασε την ευκαιρία να αποδείξει ότι η δικαιοσύνη είναι σε θέση να πορευθεί ανεξάρτητα προκειμένου να εξουδετερώσει τις σκοτεινές δυνάμεις που έχουν παρεισφρήσει στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις».
Όπως σημειώνεται, ενώ οι έρευνες για την εξάρθρωση των εγκληματικών αυτών δικτύων είχαν ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς και είχαν πραγματοποιηθεί εκατοντάδες συλλήψεις, στην πορεία φάνηκε ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός επιχειρούσε να χειραγωγήσει την δικαιοσύνη προκειμένου να απαλλαγεί από τις ανεπιθύμητες για τον ίδιο φωνές.
Ιδίως όταν τον Μάρτιο του 2011 συνελήφθησαν 9 διακεκριμένοι δημοσιογράφοι, η αξιοπιστία της τουρκικής δικαιοσύνης δέχτηκε ισχυρότατο πλήγμα, προσθέτει η εφημερίδα. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό – συνεχίζει η εφημερίδα – ότι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ασκούν σφοδρή κριτική στη τουρκική δικαιοσύνη, μιλώντας για ένα «κυνήγι μαγισσών» με στόχο την φίμωση των δημοσιογράφων.
Συμπερασματικά, η εφημερίδα παρατηρεί ότι είναι αρκετά πιθανό η έκβαση των δικών για την υπόθεση Εργκενεκόν να αναζωπυρώσει τις εντάσεις στην Τουρκία, καθώς είναι ακόμα νωπές οι μνήμες από τις μαζικές διαδηλώσεις σε βάρος του Τούρκου πρωθυπουργού.
Από την πλευρά της η De Standaard, σε ρεπορτάζ με τίτλο «Ισόβια στον πρώην γενικό επιτελάρχη της Τουρκίας» αναφέρει ότι η υπόθεση Εργκενεκόν εξελίσσεται σε «ορόσημο» στην αντιπαράθεση του βαθέως κράτους και της κοσμικής ελίτ με την ισλαμική ηγεσία της χώρας.
Με τη σειρά της η De Tijd, σε ανταπόκριση με τίτλο «Ισόβια στον πρώην Αρχηγό του τουρκικού Γενικού Επιτελείου» αναφέρει ότι η υπόθεση Εργκενεκόν είναι μια από τις «σοβαρότερες και πλέον αμφιλεγόμενες» στα χρονικά της σύγχρονης τουρκικής ιστορίας. Σύμφωνα με την εφημερίδα, ενώ για τον Τούρκο πρωθυπουργό Ερντογάν και τους οπαδούς του οι δίκες για την Εργκενεκόν αποτελούν ένα αναγκαίο βήμα εκδημοκρατισμού προκειμένου να απαλλαγεί η χώρα από μια επονείδιστη παράδοση πραξικοπημάτων και πολιτικών δολοφονιών, για τους πολέμιους του Ερντογάν δεν αποτελούν παρά μια προσπάθεια να φιμωθεί η αντίθετη άποψη.
Όπως υπογραμμίζουν οι τελευταίοι, συνεχίζει η εφημερίδα, η οργάνωση Εργκενεκόν δεν αποτελεί παρά αποκύημα φαντασίας και μια κατασκευασμένη ιστορία, καθώς δεν υπάρχουν ατράνταχτα πειστήρια περί του αντιθέτου. Αν και παραδέχονται ότι ανάμεσα στους κατηγορούμενους υπάρχουν πράγματι λιγοστοί νοσταλγοί των στρατιωτικών πραξικοπημάτων που ενδεχομένως απεργάζονταν σχέδια βίαιης ανατροπής του Ερντογάν, εντούτοις υποστηρίζουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συλληφθέντων είναι «αθώα» θύματα που απλά διάκεινται αρνητικά απέναντι στον Ερντογάν.
Ο συντάκτης πάντως παρατηρεί ότι ανέκαθεν η τουρκική δικαιοσύνη υπήρξε έντονα πολιτικοποιημένη και παραδοσιακά υπακούει στα κελεύσματα της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας. Ως εκ τούτου, εκτιμά, όπως ακριβώς ο Ερντογάν πριν από την άνοδό του στην εξουσία αναγκάστηκε να βρεθεί επί 4 μήνες πίσω από τα σίδερα της φυλακής με το αιτιολογικό ότι υπονόμευε τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους, έτσι και τώρα οι πολέμιοί του σύρονται στις φυλακές καθώς ο Τούρκος πρωθυπουργός πληρώνει τους αντιπάλους του με το ίδιο νόμισμα. Με δύο λόγια «πρόκειται περί ενός αυταρχικού συστήματος που αντικαταστάθηκε από ένα άλλο, εξίσου αυταρχικό» εκτιμά η εφημερίδα.