Κίνα: Συνεχίζεται η δίκη του Μπο Σιλάι

Συνεχίζεται σήμερα για τρίτη ημέρα η δίκη για διαφθορά του Μπο Σιλάι, στην καρδιά το πιο ηχηρού πολιτικού σκανδάλου που έχει αποκαλυφθεί εδώ και δεκαετίες στην Κίνα.
2'

Ο πρώην αξιωματούχος τις δύο πρώτες ημέρες αμφισβήτησε κατηγορηματικά τις κατηγορίες σε βάρος του.

Ο πρόεδρος του δικαστηρίου ανακοίνωσε την επανάληψη της ακροαματικής διαδικασίας, αναφέρεται στο μικρομπλόγκ του λαϊκού δικαστηρίου του Τζινάν, στην ανατολική Κίνα, όπου δικάζεται ο πρώην υψηλόβαθμος αξιωματούχος.

Ο 64χρονος Μπο, ο οποίος δικάζεται για διαφθορά, υπεξαίρεση κεφαλαίων και κατάχρηση εξουσίας, απέρριψε συνολικά χθες και προχθές τα στοιχεία της κατηγορίας. Οι αρχές ελέγχουν στενά αυτή τη δίκη η οποία θα ολοκληρωθεί, κατά την άποψη των ειδικών, με την ανακοίνωση μιας ετυμηγορίας που έχει προαποφασιστεί από την κομμουνιστική ηγεσία.

Ο κατηγορούμενος, ο οποίος κινδυνεύει να του επιβληθεί η ποινή του θανάτου, αναμένεται ότι θα σώσει το κεφάλι του, σύμφωνα πάντα με τους ειδικούς, αλλά θα του επιβληθεί βαριά ποινή κάθειρξης.

Τα πρακτικά της δίκης δημοσιοποιούνται από το δικαστήριο με τη μορφή τακτικών ανακοινωθέντων και μικρομπλόγκ. Αυτή η πρωτοφανής διαφάνεια σχετικοποιείται από το γεγονός ότι ο ξένος Τύπος δεν έχει πρόσβαση στην αίθουσα όπου διεξάγεται η ακροαματική διαδικασία.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η δίκη αυτή χρησιμεύει επίσης στην προπαγάνδα του κομμουνιστικού καθεστώτος που επιδεικνύει τη βούλησή του να συμμορφωθεί προς τους κανόνες ενός κράτους δικαίου.
«Δεν πρόκειται ούτε για μια πολιτική δίκη ούτε για μια ηθική δίκη. Είναι μια δίκη βασισμένη στο δίκαιο», υπογραμμίζεται έτσι σε σημερινό κύριο άρθρο της εφημερίδας «Γκλόμπαλ Τάιμς».

Ο Μπο, πρώην μέλος του ισχυρού Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κινεζικου Κομμουνιστικού Κόμματος, κατηγορείται ότι δέχθηκε σε δωροδοκίες, μαζί με τη σύζυγό του, την Γκου Καϊλάι, και τον γιο τους, τον Μπο Γκουαγκουά, το ισόποσο 2,67 εκατ. ευρώ από δύο επιχειρηματίες, τον Τανγκ Σιαολίν και τον Σου Μινγκ, φίλους του ζεύγους. Πρέπει επίσης να λογοδοτήσει για την υπεξαίρεση δημοσίων κεφαλαίων ύψους πέντε εκατομμυρίων γιουάν (612.000 ευρώ) και για κατάχρηση εξουσίας με στόχο να εμποδίσει μια ποινική έρευνα σε βάρος της συζύγου του. Η τελευταία παραδέχθηκε πέρυσι τον Αύγουστο την ενοχή της στη δολοφονία ενός βρετανού επιχειρηματία.