Ιταλία: «Δύσκολη» η καταγγελία περί καταστρατήγησης του Συντάγματος
Τόσο που, μέσα στα 68 χρόνια της ιταλικής αβασίλευτης δημοκρατίας, καμιά τέτοια διαδικασία δεν έφτασε ποτέ στην ολοκλήρωσή της.
Η όποια πολιτική δύναμη επιθυμεί να προχωρήσει στην παραπομπή ενός προέδρου εν ενεργεία σε δίκη πρέπει να υποβάλει σχετική αίτηση στον πρόεδρο της βουλής: στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι η Λάουρα Μπολντρίνι, η οποία προέρχεται από το κόμμα Αριστερά Ελευθερία Οικολογία.
Η επικεφαλής της βουλής συστήνει κατόπιν μια ειδική επιτροπή με εκλεγμένους εκπροσώπους όλων των κομμάτων τόσο στην Βουλή όσο και στη Γερουσία, η οποία εξετάζει τα «αποδεικτικά στοιχεία» και συντάσσει μια έκθεση την οποία παρουσιάζει στην ολομέλεια του ιταλικού κοινοβουλίου—που αποτελείται από 630 βουλευτές και 315 γερουσιαστές.
Στην έκθεσή της, η επιτροπή αναφέρει αν κρίνει ότι θεωρεί πως οι κατηγορίες στερούνται βάσης και πρέπει να τεθούν στο αρχείο ή αν αντιθέτως εκτιμά ότι η ολομέλεια του κοινοβουλίου πρέπει να ψηφίσει σχετικά με την απαγγελία κατηγοριών στον πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Στην περίπτωση που η επιτροπή εκτιμά ότι η υπό εξέταση υπόθεση πρέπει να τεθεί στο αρχείο, η ολομέλεια της βουλής περιορίζεται στο να «λάβει της υπόψη την απόφαση» και δεν προχωρά σε ψηφοφορία, τερματίζοντας την διαδικασία.
Αν η επιτροπή αντίθετα αποφανθεί ότι οι κατηγορίες έχουν βάση, η ολομέλεια του κοινοβουλίου μπορεί να ζητήσει επιπλέον σε βάθος εξέταση της υπόθεσης, να θέσει υπό αμφισβήτηση την αρμοδιότητα βουλευτών και γερουσιαστών επί των εν λόγω κατηγοριών, ή να προχωρήσει σε ψηφοφορία για την επίσημη «παραπομπή σε δίκη» του προέδρου της Ιταλίας.
Η ψηφοφορία είναι μυστική και για να παραπεμφθεί ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, την απόφαση αυτή πρέπει να υποστηρίξει η απόλυτη πλειοψηφία των μελών του ιταλικού κοινοβουλίου.
Αν το κοινοβούλιο εκφραστεί υπέρ της παραπομπής σε δίκη, η υπόθεση παραπέμπεται για την τελική διαδικασία και ετυμηγορία στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας: εκτός από τα δεκαπέντε μέλη του, καλούνται, βάσει του νόμου, να αποφανθούν υπέρ της αθωότητας ή της ενοχής προέδρου της δημοκρατίας δεκαέξι πολίτες άνω των σαράντα ετών —οι οποίοι επιλέγονται με κλήρωση—, ένας βουλευτής και ένας γερουσιαστής.