Επιμένει στην κοινωνική κατασκευή κατοικιών η Βιέννη
Ο Σοσιαλδημοκράτης Μίχαελ Χόιπλ, ο οποίος προεδρεύει της Ομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Δήμων και Περιφερειών, είναι κάθε άλλο παρά αντιευρωπαϊστής, ωστόσο στο συγκεκριμένο θέμα, που αμφισβητεί η ΕΕ και που ο ίδιος θεωρεί ως επίθεση των Βρυξελλών στην κοινωνική κατασκευή κατοικιών, η ίδια θα τον βρει απέναντί της.
Και τούτο ο ίδιος είχε αφήσει να εννοηθεί ήδη κατά την παρουσίαση, τον περασμένο Νοέμβριο στη Βιέννη, του σχετικού ψηφίσματος που έχουν υπογράψει ήδη 30 δήμαρχοι ευρωπαϊκών πόλεων και το οποίο είχε κοινοποιηθεί τότε στον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, αλλά τέθηκε και πάλι επί τάπητος κατά την πρόσφατη συνάντηση των δημάρχων στις Βρυξέλλες τόσο με τον κ. Μπαρόζο όσο και τον Επίτροπο Περιφερειακής Πολιτικής, του Αυστριακού Γιοχάνες Χαν.
Σύμφωνα με τον κ. Χόιπλ, η ΕΕ προσπαθεί στη βάση του δικαίου ανταγωνιστικότητας να υπονομεύσει την κοινωνική κατασκευή κατοικίας και, όπως ανέφερε, ήδη το 2007 στη Σουηδία καταργήθηκε η επιδότησή της, έπειτα από προσφυγή ιδιωτών κατασκευαστών στην επιτροπή ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, ενώ από το 2009 στην Ολλανδία αποκλείονται από την πρόσβαση στην επιδοτούμενη κατασκευή κατοικίας, άτομα με ένα ετήσιο εισόδημα πάνω από 34.000 ευρώ, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα 650.000 πολίτες να χάσουν ξαφνικά αυτό το δικαίωμα.
Για τον ίδιο, αυτό συνιστά επίθεση της ΕΕ στην κοινωνική κατασκευή κατοικίας, που υπήρξε διακηρυγμένος στόχος ήδη από την εποχή του Μεσοπολέμου για το Δήμο της Βιέννης, η οποία με τα συγκροτήματα των δημοτικών κατοικιών σε διάφορους τομείς της πόλης θεωρείται διεθνώς ως υπόδειγμα για την κοινωνική ανάμειξη του αστικού πληθυσμού, κάτι που αποτελεί και εγγύηση για την αποφυγή δημιουργίας «γκέτο».
Στο ψήφισμα, οι δήμαρχοι των 30 ευρωπαϊκών πόλεων (ανάμεσά τους Άμστερνταμ, Βαρκελώνη, Βαρσοβία, Βερολίνο, Βιέννη, Βουδαπέστη, Βρυξέλλες, Δουβλίνο, Ζάγκρεμπ, Κοπεγχάγη, Μόναχο, Παρίσι, Φρανκφούρτη και Χάγη) ζητούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αφήσει στις επί μέρους χώρες-μέλη και στα τοπικά τους όργανα την αρμοδιότητα της κοινωνικής κατασκευής κατοικίας καθώς και της λήψης αποφάσεων ως προς τη διάθεση επιδότησης.
Όπως τονίζεται στο ψήφισμα, είναι απαραίτητο για τις χώρες-μέλη να θέτουν οι ίδιες τα κριτήρια στο πνεύμα της επικουρικότητας, διότι μόνον με τον τρόπο αυτό μπορούν να ληφθούν υπόψη οι τοπικές συνθήκες και εξελίξεις.
Στη Βιέννη για μια επιδοτούμενη κατοικία το όριο του ετησίου εισοδήματος είναι στις 42.000 ευρώ κατ΄ άτομο και αυτό διότι αν μια πρόσβαση στο σύστημα επιδότησης ίσχυε μόνον για την πολύ χαμηλών εισοδημάτων κοινωνική τάξη, αυτό θα οδηγούσε σε περιθωριοποίηση που κάθε άλλο παρά επιθυμητή είναι, όπως επισήμανε ο Μίχαελ Χόιπλ.
Στη Βιέννη το 60% του πληθυσμού της (που ανέρχεται σε 1,765 εκατομμύρια) κατοικεί σε επιδοτημένες κατοικίες, καθώς έχει δοθεί και στα μεσαία εισοδήματα η δυνατότητα πρόσβασης τόσο σε δημοτικές όσο και στις αποκαλούμενες συνεταιριστικές κατοικίες (μικτός τύπος μερικής ιδιοκτησίας και μικρού μισθώματος).
Στις 220.000 δημοτικές κατοικίες κατοικούν σχεδόν μισό εκατομμύριο δημότες και σε αυτές πρέπει να προστεθούν και οι 200.000 επιδοτούμενες συνεταιριστικές κατοικίες ή κατοικίες με επιδοτούμενο ενοίκιο, κάτι που φέρει τη Βιέννη στην ευρωπαϊκή κορυφή της επιδοτούμενης κατοικίας, ενώ είναι και η μοναδική πόλη που κατασκευάζει με δημοτικά μέσα τόσες πολλές κατοικίες, και μια κατάργηση της επιδοτούμενης κατασκευής κατοικιών θα οδηγούσε, μέσα σε ελάχιστο χρόνο, σε εκτίναξη των ενοικίων στα ύψη, πλήττοντας και θέτοντας στο περιθώριο τους οικονομικά αδύναμους.