Έως και το 1/3 των τροφίμων που παράγονται σπαταλιούνται ή χάνονται
"Το ποσοστό των τροφίμων που σπαταλιούνται παγκοσμίως είναι ντροπιαστικό", είπε ο πρόεδρος του διεθνούς οικονομικού οργανισμού Τζιμ Γιονγκ Κιμ.
"Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πηγαίνουν για ύπνο νηστικοί κάθε βράδυ κι όμως εκατομμύρια τόνοι τροφίμων καταλήγουν στο σκουπιδοτενεκέ ή χαλάνε πριν φτάσουν στην αγορά", τόνισε.
Σε περιοχές όπου ο υποσιτισμός είναι ενδημικός, όπως στην Αφρική και τη Νότια Ασία, η σπατάλη αντιστοιχεί σε 400-500 χαμένες θερμίδες κατ' άτομο ημερησίως.
Στον αναπτυγμένο κόσμο σπαταλώνται πολύ περισσότερες θερμίδες, από 750 μέχρι 1.500. Όσον αφορά τη θερμιδική απόδοση, το 53% όλων των τροφίμων που χάνονται ή σπαταλιούνται είναι δημητριακά. Ωστόσο, εάν μετρηθεί το βάρος τους, το μεγαλύτερο μέρος των "χαμένων" τροφίμων αφορά τα φρούτα και τα λαχανικά.
Οι μεγαλύτερες απώλειες καταγράφονται κατά τις διαδικασίες παραγωγής, φύλαξης και κατανάλωσης αλλά τα ποσοστά διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με την περιοχή.
Στη Βόρεια Αμερική το 61% των απωλειών εντοπίζεται στο στάδιο της κατανάλωσης, για παράδειγμα τρόφιμα που αγοράζονται και αφήνονται να σαπίσουν στα ψυγεία. Σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία στο στάδιο της κατανάλωσης μια τετραμελής οικογένεια σπαταλάει τρόφιμα αξίας 1.600 δολαρίων και 1.100 λιρών, αντιστοίχως, σε ετήσια βάση. Στην υποσαχάρια Αφρική μόνο το 5% των τροφίμων χάνεται στο στάδιο αυτό, όμως τεράστιες ποσότητες σπαταλώνται κατά τις διαδικασίες παραγωγής και επεξεργασίας.
Σύμφωνα με την έκθεση, η πολιτική εφοδιασμού που ακολουθούν τα μεγάλα σουπερμάρκετ μπορεί να υποκινεί την υπερπαραγωγή τροφίμων και οι διαφημιστικές "προσφορές" ενθαρρύνουν τους καταναλωτές να αγοράζουν περισσότερα απ' όσα έχουν πραγματική ανάγκη.
Η σπατάλη τροφίμων σημαίνει επίσης και σπατάλη ενέργειας και φυσικών πόρων. Για παράδειγμα, η ποσότητα νερού που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ρυζιού ή την επεξεργασία του νερού, σπαταλιέται άδικα εάν και το τελικό προϊόν "χαθεί".
Ορισμένες λύσεις που ενδεχομένως θα περιόριζαν τη σπατάλη περιλαμβάνουν την αλλαγή των τεχνικών αγροτικής παραγωγής, τις επενδύσεις στις μεταφορές και την αποθήκευση των τροφίμων και την αλλαγή της συμπεριφοράς των καταναλωτών και των εμπόρων.