Ο Χριστιανισμός μετά την Αραβική ανοιξη
Ο όρος «Αραβική Άνοιξη» χρησιμοποιήθηκε από το αμερικανικό περιοδικό Foreign Policy, τον Ιανουάριο του 2011, για να προσδιορίσει τις λαϊκές εξεγέρσεις στη Μέση Ανατολή, οι οποίες είχαν σκοπό την ανατροπή δικτατορικών καθεστώτων και την αντικατάστασή τους με δημοκρατικά εκλελεγμένες κυβερνήσεις.
Ο όρος αυτός αποτελεί υπαινιγμό προς την «Άνοιξη των Λαών», εν σχέσει με τις επαναστάσεις στην Ευρώπη το 1848 και, ως δυτικό κατασκεύασμα, αποτελεί μία από τις πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιείται αδόκιμα ένας όρος με ευρωπαϊκές ιστορικές παραστάσεις και εμπειρίες.
Μέσα στο ίδιο πλαίσιο, διάφοροι αναλυτές είδαν τις εξελίξεις στον αραβικό κόσμο ως το ιστορικά ισοδύναμο της κατάρρευσης του κομουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη το 1989, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι στην Ανατολική Ευρώπη ήταν καθολικό το αίτημα να υιοθετήσουν οι κοινωνίες τις δημοκρατικές δομές της δυτικής Ευρώπης.
Στην Αίγυπτο, παρά το ότι υπήρχε ρεύμα υποστηρικτών της φιλελεύθερης δημοκρατίας ανάμεσα στο κίνημα που ανέτρεψε το Μουμπάρακ, εντούτοις δεν μπόρεσε να ασκήσει μεγάλη επιρροή με αποτέλεσμα να καπελωθεί μέχρι το καλοκαίρι του 2013 από τους ισλαμιστές, οπότε το πραξικόπημα του στρατού ανέτρεψε την ακατάσχετη άνοδο και τελική κυριαρχία των ισλαμιστών.
Στην Τυνησία η εξέγερση έφερε τους ισλαμιστές στην εξουσία που συνεχίζουν με σοβαρά προβλήματα. Στη Λιβύη η εξέγερση προκάλεσε διεθνή στρατιωτική επέμβαση που επέφερε χάος, αβεβαιότητα και πιθανή τριχοτόμηση της χώρας. Στη Συρία, η αδυναμία μίας διεθνούς επέμβασης έδωσε παράταση στην κρίση λαμβάνοντας τη μορφή εμφυλίου πολέμου, με τους ισλαμιστές-σαλαφιστές να παίζουν τον κεντρικό ρόλο στην προσπάθεια ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ.
Ό,τι όμως ξεκίνησε ως «Αραβική Άνοιξη» για πολλές κοινωνίες της Μέσης Ανατολής έχει αρχίσει να εξελίσσεται ως κινούμενη άμμος για τους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής, οι οποίοι αποδεικνύονται τα εύκολα θύματα των πολιτικών εξελίξεων. Βεβαίως όσο εύκολο κι αν είναι να αποδώσουμε τις διώξεις Χριστιανών στην γενικότερη αναρχία που συσσωρεύουν οι εξεγέρσεις, κυρίως στην Αίγυπτο και την Συρία, εντούτοις δεν είναι η καλύτερη οπτική γωνία για να προσεγγίσει κανείς το πρόβλημα.
Μία πιο επισταμένη μελέτη του θέματος και γίνεται σαφές ότι οι πρόσφατες επιθέσεις είναι μέρος μιας μεγαλύτερης πολεμικής εναντίον των Χριστιανών στη Μέση Ανατολή, μιας πολεμικής η οποία μπορεί να αναχθεί σε εξελίξεις που έλαβαν χώρα στις μουσουλμανικές κοινωνίες σε περασμένες δεκαετίες.
Οι αραβικές εξεγέρσεις μπορεί να είναι η γενεσιουργός αιτία για μερικά ακραία περιστατικά βίας, αλλά οι ρίζες του προβλήματος είναι πολύ βαθύτερες – και το διακύβευμα είναι πολύ μεγαλύτερο από ό, τι θα περίμενε κανείς. Αυτό που βλέπουμε είναι στην πραγματικότητα μια περιφερειακή θρησκευτική εξόντωση η οποία σύντομα θα εξελιχθεί σε μία ιστορική καταστροφή για τους Χριστιανούς αλλά και για τους μετριοπαθείς Μουσουλμάνους.
Κατά τις αρχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο χριστιανικός πληθυσμός της Μέσης Ανατολής, η οποία τότε ήταν κατά το πλείστον μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποτελούσε ένα σημαντικό κομμάτι στη γενικότερη δημογραφική κατανομή που έφθανε περίπου στο 20% επί του συνόλου.
Σήμερα, εκατόν δηλαδή χρόνια μετά έχει συρρικνωθεί περίπου στο 4%. Αν και είναι δύσκολο να είμαστε ακριβείς, έχουν απομείνει περίπου 13 εκατομμύρια Χριστιανοί στην περιοχή και ο αριθμός αυτός ενδέχεται μειωθεί περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη την συνεχιζόμενη αποσταθεροποίηση της Συρίας και της Αιγύπτου, δύο κράτη με ιστορικά μεγάλους χριστιανικούς πληθυσμούς.
Με τον σημερινό ρυθμό μείωσης, μπορεί κάλλιστα να μην υπάρχει σημαντική χριστιανική παρουσία στη Μέση Ανατολή, σε μια γενιά ή δύο.
Οι Σαλαφιστές έχουν στηρίξει την πολιτική των διώξεων κατά των Χριστιανών της Συρίας, τους οποίους χαρακτήρισαν συνεργάτες και στυλοβάτες του καθεστώτος Άσαντ. Συνεπώς σε περίπτωση ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ, οι Χριστιανοί θα βρεθούν σε εξαιρετικά δυσμενή θέση. Ακόμη και η αδράνεια και παθητικότητα που επιδεικνύουν σήμερα οι Χριστιανοί για τον συριακό εμφύλιο πόλεμο είναι για τους Σαλαφιστές τεκμήριο ενοχής.
Σε παρόμοιο πλαίσιο λειτούργησε και η δυναμική εναντίον των Χριστιανών στην Αίγυπτο, η οποία διαθέτει τον παλαιότερο και μεγαλύτερο χριστιανικό πληθυσμό της Μέσης Ανατολής.
Οι Κόπτες της Αιγύπτου αποτελούν περίπου το 10% του πληθυσμού, ή περί τα οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι.
Πολλοί Χριστιανοί της Αιγύπτου, συμπεριλαμβανομένου του Κόπτη Πατριάρχη, δεν έκρυψαν την υποστήριξή τους προς το στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον υποστηριζόμενο από την Μουσουλμανική Αδελφότητα πρόεδρο από το αξίωμά του. Αυτή η υποστήριξη έχει ανοίξει τον δρόμο για αχαρακτήριστες πράξεις βίας από ορισμένους υποστηρικτές των Αδελφών Μουσουλμάνων εναντίον των χριστιανικών μειονοτήτων της χώρας.
Η τραγωδία για τους Χριστιανούς της Μέσης Ανατολής είναι προφανής.
Οι ζωές, οι περιουσίες και οι λατρευτικοί τους χώροι ευρίσκονται σε διαρκή κίνδυνο. Εκδιώκονται από τις πατρογονικές τους εστίες και αναγκάζονται να φύγουν ως πρόσφυγες σε γειτονικές χώρες όπου είναι, σε πολλές περιπτώσεις, εξίσου ανεπιθύμητοι.
Αλλά, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το ξερίζωμα των Χριστιανών της περιοχής αποτελεί επίσης μια καταστροφή και για τους Μουσουλμάνους.
Είναι αυτοί στους οποίους θα μείνει το έργο της οικοδόμησης μιας πιο ανεκτικής και δημοκρατικής(;) κοινωνίας στον απόηχο αυτών των βαρβαροτήτων. Σήμερα οι τζιχαντιστές αφαιρούν το είδος τού πλουραλισμού που αποτελεί το θεμέλιο για κάθε πραγματικά δημοκρατική δημόσια ζωή.
Ένα από τα συνθήματα των αραβικών εξεγέρσεων ήταν ότι οι πολίτες θέλουν να βάλουν τέλος στην τυραννία. Αλλά, ο μόνος διαρκής εγγυητής των πολιτικών δικαιωμάτων είναι το είδος τής κοινωνικής και θρησκευτικής πολυμορφίας που οι ριζοσπάστες Μουσουλμάνοι της περιοχής βρίσκονται στην διαδικασία να εξαλείψουν.
ΥΓ Toάρθρο υπογράφει ο Χρήστος Ιακώβου Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών