Συνελήφθη ο ηγέτης της πολιτικής πτέρυγας του IRA
Σημαντική για τις πολιτικές και όχι μόνο εξελίξεις, είναι η 1η Μαΐου του 2014 για τη Βόρεια Ιρλανδία, καθώς 42 ολόκληρα χρόνια έπειτα από τη δολοφονία της Τζιν ΜακΚόνβιλ, η αστυνομία συνέλαβε και ανακρίνει τον Τζέρι Άνταμς, ηγέτη του Σιν Φέιν, του πολιτικού δηλαδή σκέλους του IRA.
Τον Δεκέμβριο του 1972, η χήρα και μητέρα δέκα παιδιών, Τζιν ΜακΚόνβιλ απήχθη από το συγκρότημα κατοικιών στο οποίο διέμενε, στο δυτικό Μπέλφαστ. Η απαγωγή έγινε από παραστρατιωτικούς με τα παιδιά της να αποτελούν αυτόπτες μάρτυρες. Η 37χρονη τότε γυναίκα δηλώθηκε ως αγνοούμενη και η σορός της βρέθηκε μόλις το 2003, σε μια παραλία της χώρας.
Υπεύθυνα για τη δολοφονία της ήταν μέλη του IRA, καθώς σύμφωνα με την τότε εκτίμηση των επικεφαλής του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού, που είχε ξεκινήσει ένοπλο αγώνα για την «αποτίναξη του βρετανικού ζυγού» από τη χώρα, η ΜακΚόνβιλ ήταν από τους βασικούς πληροφοριοδότες των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών.
Το 1999, ο IRA παραδέχθηκε ότι ευθύνεται για τη δολοφονία της ΜακΚόνβιλ, η οποία με το πέρασμα των ετών αποδείχθηκε ότι δεν έχει δώσει την παραμικρή πληροφορία στις Αρχές. Άλλη μια υπόθεση που συνδέθηκε με την περίοδο του σεκταριανισμού και του φανατισμού, δεν είχε φωτισθεί πλήρως και παρότι αφορούσε μια «άλλη εποχή», εξακολουθούσε να απασχολεί τις Αρχές μέχρι και σήμερα.
Η νεότερη εξέλιξη αφορά στη σύλληψη του 65χρονου σήμερα, Τζέρι Άνταμς. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της αστυνομίας «ένας 65χρονος συνελήφθη στο Άρντριμ και ανακρίνεται σχετικά με την υπόθεση δολοφονίας της ΜακΚόνβιλ». Στην ανακοίνωση δεν αναφερόταν το όνομα του συλληφθέντα, εντούτοις ο ίδιος ο Άνταμς γνωστοποίησε το τι έχει συμβεί, τονίζοντας όμως ότι ο ίδιος μετέβη εθελοντικά σε αστυνομικό τμήμα προκειμένου να καταθέσει όσα γνωρίζει σχετικά με την υπόθεση.
Ο Ανταμς υπήρξε ο ηγέτης του πολιτικού σκέλους της οργάνωσης και άνθρωπος που συνέβαλε στον αφοπλισμό του IRA και στην εξέλιξη της ειρηνευτικής διαδικασίας.
O IRA κήρυξε μια πρώτη κατάπαυση του πυρός και οποιασδήποτε στρατιωτικής δράσης τον Αύγουστο του 1994, χάρη στις προσπάθειες των Τζέρι Άνταμς, Μάρτιν ΜακΓκίνες και τη συνεργασία του Σοσιαλδημοκρατικού και Εργατικού Κόμματος και του ηγέτη του, Τζον Χιουμ.
Η κατάπαυση αυτή δεν τηρήθηκε (Ιούλιος 1997, βομβιστική επίθεση με δύο νεκρούς στο Ντόκλαντς του Λονδίνου), ωστόσο όλα άλλαξαν τον Απρίλιο του 1998 με τη «Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής» σύμφωνα με την οποία θα προέκυπτε νέα κυβέρνηση στη Βόρεια Ιρλανδία, μέσω μιας ημιαυτόνομης εθνοσυνέλευσης, στην οποία θα συμμετείχαν κόμματα και προτεσταντών και καθολικών και ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός θα αφοπλιζόταν πλήρως.
Το Σιν Φέιν αποτελεί σήμερα νόμιμο κόμμα και μάλιστα είναι το δεύτερο της χώρας και κατέχει 28 από τις συνολικά 108 έδρες στη Βουλή. Σύμφωνα με τοποθετήσεις ηγετικών μελών του, η σύλληψη του Ανταμς δεν έγινε σε καθόλου τυχαίο τάιμινγκ, δεδομένου ότι πλησιάζουν οι τοπικές εκλογές (23 Μαΐου) και έχει ως στόχο «την επιρροή στο τελικό αποτέλεσμα».
Σύμφωνα με τον ίδιο τον Άνταμς και τα όσα δήλωσε στην ιστοσελίδα της Σιν Φέιν «οι κατηγορίες που μου αποδίδονται είναι προσχεδιασμένες και κακόβουλες. Τις απορρίπτω. Παρότι ουδέποτε διαχώρισα τον εαυτό μου από τον IRA-και ποτέ δεν θα το κάνω-είμαι αθώος σε ό,τι αφορά στην απαγωγή, τον θάνατο ή την ταφή της ΜακΚόνβιλ».
Όπως, τέλος, αναφέρεται από τα βρετανικά ΜΜΕ, οι Αρχές οδηγήθηκαν στη σύλληψη του Άνταμς έπειτα από μαρτυρίες δύο βετεράνων του IRA οι οποίοι τον ενέπλεξαν με την υπόθεση ΜακΚόνβιλ.