Έτσι «μοιράζουν» φρίκη οι τζιχαντιστές…
Τα αίσχη των τζιχαντσιτών σε Συρία και Ιρτάκ, έχουν γραφτεί πολλές φορές. Τόσα και τόσα βίντεο κυκλοφορούν άλλωστε, δείχνοντας στην ανθρωπότητα τις βιαιότητες που συντελούν οι άντρες του «Ισλαμικού Κράτους» που έχουν ριζώσει για τα καλά στις δύο χώρες.
Όμως, πάντα μια μαρτυρία από κάποιον που βρέθηκε μπροστά στη φρίκη, αποτελεί τον καλύτερο τρόπο προκειμένου μας όλοι να κατανοήσουμε πως στις περιοχές αυτές, ο τρόμος ζει και βασιλεύει.
Η ιστορία έχει ως εξής:
Τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους εισβάλλει σε χωριό του βόρειου Ιράκ. Οι ισλαμοφασίστες ζητάνε από τους κατοίκους να επιλέξουν: Είτε προσηλυτίζεστε στο Ισλάμ, είτε πεθαίνετε. Όλοι επέλεξαν να ασπαστούν το Ισλάμ, εκτός του επικεφαλής της κοινότητας ο οποίος θέλησε να υπερασπιστεί τα πιστεύω των Γεζίντι.
Και τότε ξεκίνησε το μαρτύριο...
Ο Χάλοφ Χοντέντε, ένας άνεργος, πατέρας τριών παιδιών που γλίτωσε από το μακελειό, περιέγραψε πώς 80 άνδρες του χωριού Κότσο σφαγιάστηκαν ενώ οι γυναίκες και τα κορίτσια απήχθησαν από τους ενόπλους. Η αφήγησή του, μία από τις πρώτες περιγραφές αυτοπτών μαρτύρων για τη σφαγή της περασμένης Παρασκευής, δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιωθεί από ανεξάρτητη πηγή. Ωστόσο άλλοι Γεζίντι και Ιρακινοί αξιωματούχοι έχουν αναφέρει παρεμφερείς λεπτομέρειες από την επίθεση του Ισλαμικού Κράτους στο χωριό.
«Στην αρχή ήθελαν όλοι μας να ασπαστούμε το Ισλάμ κι εμείς δεχτήκαμε, για να σώσουμε τη ζωή μας. Φοβόμασταν πάρα πολύ. Τότε ο σεΐχης μας είπε ότι δεν θα αλλαξοπιστήσει κι εκείνοι μας μάζεψαν μέσα στο σχολείο του χωριού», συνέχισε.
Οι άνδρες οδηγήθηκαν στον πρώτο όροφο του κτιρίου και οι γυναίκες στον δεύτερο. Νωρίτερα, οι ισλαμιστές είχαν μαζέψει όλα τα χρήματα και τα χρυσαφικά που βρήκαν στο χωριό, πιθανότατα για να χρηματοδοτήσουν τον αγώνα τους. Από το σχολείο, οι Γεζίντι επιβιβάστηκαν σε μικρά λεωφορεία, σε ομάδες των 10-20 ατόμων και μεταφέρθηκαν έξω από το χωριό αφού τους είπαν ότι θα τους πάνε στη Σιντζάρ, την πρωτεύουσα της θρησκευτικής μειονότητας στο βόρειο Ιράκ. Τα οχήματα όμως σταμάτησαν απότομα και οι ισλαμιστές άνοιξαν πυρ, χωρίς καμία προειδοποίηση.«Άρχισαν να μας πυροβολούν. Είχαν βαρύ οπλισμό, όπως πολυβόλα. Εγώ χτυπήθηκα στο πόδι και τη λεκάνη», πρόσθεσε ο Χοντέντε.
Η καταπίεση και η βία δεν είναι ξένες λέξεις για τους Γεζίντι: πολλά χωριά τους καταστράφηκαν την εποχή που ο στρατός του Σαντάμ Χουσέιν προσπαθούσε να συντρίψει τους Κούρδους. Κάποιοι από αυτούς απήχθησαν από τις υπηρεσίες πληροφοριών του Ιρακινού δικτάτορα. Όμως, τίποτα από αυτά δεν τους είχε προετοιμάσει για όσα θα περνούσαν στα χέρια των τζιχαντιστών οι οποίοι τους θεωρούν "λάτρεις του σατανά".
Για να επιζήσει, ο Χοντέντε κρύφτηκε κάτω από τα πτώματα των φίλων και των γειτόνων του. Προσπάθησε να παραμείνει ακίνητος για περίπου μία ώρα και κάποια στιγμή διέκρινε σε απόσταση Κούρδους ενόπλους να πλησιάζουν. Δεν ήταν όμως Κούρδοι του Ιράκ, όπως πίστεψε αρχικά, αλλά Κούρδοι από τη Συρία που είχαν περάσει τα σύνορα για να βοηθήσουν τους ομοεθνείς τους όταν πληροφορήθηκαν ότι το Ισλαμικό Κράτος καταλάμβανε τη μία πόλη πίσω από την άλλη.
Οι Κούρδοι της Συρίας φρόντισαν τις πληγές του Χοντέντε και τον μετέφεραν αρχικά σε ένα συριακό νοσοκομείο και κατόπιν στο Ιράκ.
Οι άλλοι συγχωριανοί του δεν στάθηκαν τόσο τυχεροί.
«Το Ισλαμικό Κράτος άρπαξε 400-600 ανθρώπους στο χωριό και οι περισσότεροι από αυτούς είναι γυναίκες και παιδιά. Σκότωσαν τους περισσότερους άνδρες» είπε ο Χοντέντε.
Στο χάος και τον πανικό που επικρατεί, κυκλοφορούν πολλές φήμες για την τύχη των απαχθέντων Γεζίντι και πολλά ερωτηματικά για το τι απέγιναν οι γυναίκες οι οποίες συχνά αναφέρονται ως "σκλάβες" του Ισλαμικού Κράτους. Ορισμένοι Γεζίντι πιστεύουν ότι οι τζιχαντιστές κρατούν εκατοντάδες ομήρους σε ένα στρατόπεδο κοντά στην πόλη Ταλ Άφαρ. Ο Χοντέντε αναρωτιέται αν βρίσκεται εκεί και η οικογένειά του. Τα τρία του παιδιά, η σύζυγός του και η μητέρα του ήταν μεταξύ των εκατοντάδων ανθρώπων που απήχθησαν, απλώς και μόνο γιατί ο σεΐχης του χωριού αρνήθηκε να υποταχθεί. . .
Διαβάστε επίσης: