Ολάντ: Δεν αποκλείει μια Ευρώπη «πολλών ταχυτήτων»
Τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού που συνεχίζει να πετυχαίνει η Γαλλία, παρά τις απειλές υποβάθμισης από τους οίκους αξιολόγησης όπως η Moody's, είναι το βασικό επιχείρημα που σκοπεύει να χρησιμοποιήσει ο Φρανσουά Ολάντ προκειμένου να πείσει τους Ευρωπαίους να δοθεί παράταση στη Γαλλία για την επίτευξη του 3% στο δημοσιονομικό της έλλειμμα.
Τις θέσεις του επ' αυτού, ανέπτυξε κατά τη χθεσινή συνέντευξη τύπου, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα δημοσιογράφου.
«Στη συνάντηση κορυφής της 24ης Οκτωβρίου» είπε, «θα εξηγήσω ότι, η πρόκληση για τη Γαλλία είναι να καλύψει την καθυστέρηση που έχει σε ανταγωνιστικότητα και επενδύσεις, σε σύγκριση με τη Γερμανία. Θα εξηγήσω επίσης ότι το δημόσιο έλλειμμα δεν είναι η πρώτη προτεραιότητα, με δεδομένο τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού (1,4% για τα δεκαετίας). Θα πρέπει βέβαια να παρουσιάσουμε μια μειωτική τάση γιατί δεν δεχόμαστε την αύξηση του χρέους, πρωτεύει όμως η απασχόληση, η ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα» τόνισε.
«Στον τομέα της ανταγωνιστικότητας» πρόσθεσε, «και η Γερμανία είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη. Διότι δεν είναι δυνατόν δύο τόσο κοντινές και παρόμοιες οικονομίες να έχουν τέτοια αποτελέσματα στο ισοζύγιο του εξωτερικού εμπορίου: Η Γερμανία έχει ένα πλεόνασμα 150 δις ευρώ, ενώ η Γαλλία έχει έλλειμμα κοντά στα 60 δις. Θα πρέπει να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο» υπογράμμισε ο Φρανσουά Ολάντ.
Ενα δεύτερο επιχείρημα που ανέπτυξε ο Γάλλος πρόεδρος, είναι η θέση ότι «μια οικονομία δεν μπορεί να πετύχει την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητάς της και συγχρόνως και με την ίδια ένταση την αποκατάσταση των δημοσίων λογαριασμών της».
Αναφερόμενος ειδικά στη Γαλλία, ο Γάλλος πρόεδρος υπογράμμισε ότι « ο πιο μεγάλος κίνδυνος αφορά στην απασχόληση», η οποία γίνεται για τον ίδιο «προτεραιότητα». «Εκείνο που πρωτεύει» είπε, «είναι η μείωση του κόστους εργασίας, η μείωση των φόρων στις επιχειρήσεις ώστε να μπορέσουν να επενδύσουν και να κάνουν προσλήψεις, αλλά και μειώσεις των φόρων και στα νοικοκυριά, ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη ζήτηση και εξισορρόπηση της γαλλικής οικονομίας».
Σύμφωνα με τους Γάλλους σχολιαστές, η χρήση του επιχειρήματος των «χαμηλών επιτοκίων» που θεωρείται ως «παγίδα» για αύξηση του χρέους, πιστεύεται ότι θα δεχθεί τα πυρά των υποστηρικτών της δημοσιονομικής αυστηρότητας και ιδιαίτερα της Γερμανίας.
Ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βάλς θα έχει να προλειάνει το έδαφος κατά την πρώτη επίσημη συνάντησή του με την Καγκελάριο Μέρκελ, την ερχόμενη Δεύτερα στο Βερολίνο.
Ο Γάλλος πρόεδρος έδειξε αποφασισμένος να προχωρήσει μαζί με τη Γερμανία, για περαιτέρω εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αποδεχόμενος μάλιστα την ανάδειξη μιας Ευρώπης «πολλών ταχυτήτων», σε ορισμένους τομείς.
«Η Γαλλία είναι έτοιμη για νέες πρωτοβουλίες» είπε, «όχι για το ξήλωμα των Συνθηκών, αλλά για να προπορευθεί μαζί με τη Γερμανία, σε ολοκληρωμένες πολιτικές όπως τη μετάβαση της ενέργειας, τα ψηφιακά και τις υποδομές.
Είμαστε έτοιμοι να πούμε ότι υποστηρίζουμε μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων, στην οποία το γάλλο-γερμανικό ζεύγος να έχει το προβάδισμα, ιδιαίτερα στο θέμα της ενεργειακής μετάβασης» πρόσθεσε.
Για τον Γάλλο πρόεδρο, «η αποτελμάτωση των ευρωπαϊκών οικονομιών λόγω στασιμότητας, αποτελεί τον βασικό κίνδυνο για την Ευρώπη».
«Πρόκειται για ένα καταστροφικό σενάριο του τέλους της ανάπτυξης» είπε, « όπου η δημοσιονομική λιτότητα σε συνδυασμό με ένα υψηλό ευρώ και έναν χαμηλό πληθωρισμό προστίθενται στην αναιμική ανάπτυξη. Εδώ και δύο χρόνια έχω θέσει ως πρόκληση τον επαναπροσανατολισμό της Ευρώπης, ώστε η αναγκαία επιστροφή στις δημοσιονομικές ισορροπίες να στηριχθεί σε μια ουσιαστική πολιτική για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Αρχίζουμε να ακουγόμαστε» κατέληξε ο Φρανσουά Ολάντ.
Στην προσπάθεια να ακουστεί η φωνή της Γαλλίας αναμένεται να συμβάλλει και ο πρωθυπουργός Μ.Βαλς, ο οποίος εκτός από τη συνάντησή του με την Αγκελα Μέρκελ τη Δευτέρα στο Βερολίνο, θα συνεχίσει την Τρίτη σε Αμβούργο και Στουτγκάρτη, με συναντήσεις Γερμανών επιχειρηματιών. Θα συνοδεύεται από ορισμένους υπουργούς του, αλλά και Γάλλους επιχειρηματίες.
Διαβάστε επίσης: Σκωτία: Πανηγυρίζουν οι οπαδοί του «ΟΧΙ» - Παραμένει στο Ηνωμένο Βασίλειο