Δικαιοσύνη ζητούν 10 χρόνια μετά οι συγγενείς για την τραγωδία στο Μπεσλάν
Ποια είναι η ευθύνη της Μόσχας για το αιματηρό τέλος της ομηρίας του Μπεσλάν το 2004; Επιζώντες και συγγενείς των εκατοντάδων θυμάτων ζήτησαν σήμερα από την ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη να απαντήσει στο ερώτημα που τους στοιχειώνει εδώ και 10 χρόνια.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης εξέτασε σήμερα, κατά τη διάρκεια μίας ακρόασης τις προσφυγές 400 και πλέον Ρώσων πολιτών. Οι προσφεύγοντες επιθυμούν να ξεκαθαρίσουν τα σκοτεινά σημεία της τραγωδίας που εκτυλίχθηκε σε ένα σχολείο της Βόρειας Οσετίας, όπου σκοτώθηκαν 330 και πλέον άνθρωποι μεταξύ των αμάχων ομήρων, περιλαμβανομένων 186 παιδιών ενώ 750 άνθρωποι τραυματίστηκαν.
Δέκα χρόνια μετά την ομηρία, οι δράστες της οποίας ήταν φιλοτσετσένοι αντάρτες, ο τρόπος με τον οποίο οι ρωσικές αρχές την τερμάτισαν συνεχίζει να τροφοδοτεί την πικρία τους. Το Δικαστήριο αποφάσισε να εξετάσει σε μια και μόνη δίκη όλες τις προσφυγές που είχαν κατατεθεί για το θέμα αυτό εναντίον της Ρωσίας το διάστημα από το 2007 ως το 2011.
Είκοσι από τους προσφεύγοντες, στην πλειονότητά τους γυναίκες, ταξίδεψαν από μακριά έως το Στρασβούργο προκειμένου να παραστούν στη σημερινή ακροαματική διαδικασία ενώπιον 7 δικαστών του ΕΔΑΔ.
Ανάμεσά τους, η Ανέτα Γκαντίγεβα, 51 ετών, δείχνει την φωτογραφία της κόρης της που έχασε στην τραγωδία.
«Θα ήταν σήμερα σχεδόν 20 ετών» είπε η ίδια στο Γαλλικό Πρακτορείο κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος της δίκης.
Ήταν και η ίδια ανάμεσα στους ομήρους, όμως την άφησαν ελεύθερη μαζί με την άλλη της κόρη, ηλικίας τότε 1 έτους.
«Πιστεύω ότι η κυβέρνηση ήθελε πάνω απ' όλα να σκοτώσει τους τρομοκράτες, δεν σκέφτηκε τα παιδιά μας» υπογράμμισε, εκφράζοντας την ελπίδα ότι το Δικαστήριο «θα μας αποκαλύψει την αλήθεια».
Την 3η Σεπτεμβρίου του 2004 πολλές εκρήξεις και μία επιδρομή των ρωσικών δυνάμεων έβαλαν τέλος στην ομηρία, έπειτα από 3 ημέρες ανεπιτυχών διαπραγματεύσεων με τους κομάντος που προερχόταν από τη γειτονική Ινγκουσετία.
Οι απαγωγείς ζητούσαν να τερματιστεί ο πόλεμος της Τσετσενίας για να απελευθερώσουν τους 1.100 και πλέον ομήρους τους, περιλαμβανομένων περίπου 800 παιδιών, που τους είχαν συγκεντρώσει σε ένα γυμναστήριο το οποίο είχαν παγιδεύσει με εκρηκτικά.
«Στην υπόθεση του Μπεσλάν, οι αρχές έπρεπε να αντιμετωπίσουν έναν στρατό ένοπλων, εκπαιδευμένων μισθοφόρων» που είχαν «προγραμματίσει να πεθάνουν μαζί με τους ομήρους τους» υπογράμμισε στην ακρόαση ο εκπρόσωπος της Ρωσίας, Γκεόργκι Ματιούσκιν.
Ο ίδιος διαβεβαίωσε ότι «οι πράκτορες των ειδικών δυνάμεων είχαν ως πρωταρχικό στόχο να σώσουν τις ζωές των ομήρων». Αυτή η ομηρία ήταν πρωτοφανής και απρόβλεπτη τόνισε επίσης.
Άρματα μάχης και φλογοβόλα
Ο στόχος ήταν κυρίως «να εξοντώσουν τους τρομοκράτες» ανταπάντησε ένας εκ των δικηγόρων των προσφευγόντων, ο Σεργκέι Κνιαζκίν. Η απόδειξη είναι η «δυσανάλογη» προσφυγή στην βία, τόνισε η συνάδελφός του, η Βρετανίδα Τζέσικα Γκέιβρον.
Μετά τις πρώτες εκρήξεις, η υπαιτιότητα για τις οποίες αμφισβητείται, οι δυνάμεις ασφαλείας επιτέθηκαν εναντίον του κτιρίου. «Έκαναν χρήση αρμάτων μάχης και φλογοβόλων την ώρα που μέσα στο σχολείο βρίσκονταν ακόμα παιδιά», υποστήριξε η Γκέιβρον.
Σχετικά με τις πυροσβεστικές δυνάμεις, «που έφθασαν πολύ αργά» δεν είχαν αρκετό νερό για να επέμβουν μετά την επιχείρηση, κατήγγειλε η ίδια.
Η ρωσική κυβέρνηση διαβεβαίωσε από την πλευρά της ότι τις πρώτες εκρήξεις που σημειώθηκαν μέσα στο σχολείο τις προκάλεσαν οι απαγωγείς. Η επίσημη έρευνα επέρριψε την ευθύνη για όλες τις απώλειες στους αντάρτες. Όλοι, εκτός ενός, φαίνεται πως σκοτώθηκαν στην επιχείρηση των ρωσικών δυνάμεων.
Η έρευνα «πραγματοποιήθηκε υπό μεγάλες πιέσεις» εκτίμησε ο Ματιούσκιν ενώ υποστήριξε ότι ο ταχύς καθαρισμός του χώρου μετά την επιχείρηση «δεν είχε καμία επίπτωση» στην ποιότητα των ερευνών.
«Τα στοιχεία και οι αποδείξεις συστηματικά εξαλείφθηκαν και καταστράφηκαν» κατήγγειλε από την πλευρά του ο Κνιαζκίν. Οι δικηγόροι των προσφευγόντων εξέφρασαν κυρίως τη λύπη τους επειδή δε διενεργήθηκαν πραγματικές νεκροψίες-νεκροτομές στις σορούς των 116 θυμάτων που βρέθηκαν απανθρακωμένες στο γυμναστήριο.
Οι δικαστές του ΕΔΑΔ αποσύρθηκαν προκειμένου να αποφασίσουν για το παραδεκτό των προσφυγών και για την ουσία της υπόθεσης. Το Δικαστήριο δεν θα ανακοινώσει την απόφασή του παρά σε μία ημερομηνία που δεν έχει οριστεί.
Διαβάστε επίσης:
Έμπολα: Τέλος της επιδημίας σε Νιγηρία και Σενεγάλη