Ομπάμα: Θέλω να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ - Μέρκελ: Περιμένω πρόταση για πρόγραμμα
Την ελπίδα η χώρα μας να ανακάμψει παραμένοντας μέλος της Ευρωζώνης, εξέφρασε ο Μπαράκ Ομπάμα κατά τη διάρκεια της σημαντικής, κοινής συνέντευξης Τύπου με την Άνγκελα Μέρκελ στην Ουάσινγκτον, με την καγκελάριο της Γερμανίας να... θολώνει τα νερά.
Αφού συνεχάρη τη Γερμανίδα καγκελάριο για την επανεκλογή της αλλά και για την κατάκτηση του... Παγκοσμίου Κυπέλλου στο ποδόσφαιρο, ο Αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε την ελπίδα να ανακάμψει η Ελλάδα ταυτόχρονα με την παραμονή της ως μέλους της Ευρωζώνης, ενώ συμπλήρωσε πως «περιμένω από τη νέα ελληνική κυβέρνηση τις προτάσεις της, αλλά και από την κα. Μέρκελ, τις προτάσεις της Γερμανίας για το πως Ευρώπη και ΔΝΤ θα συνεργαστούν με τη νέα ελληνική κυβέρνηση, ούτως ώστε να βρεθεί τρόπος με τον οποίο η Ελλάδα θα επιστρέψει στη βιώσιμη ανάπτυξη εντός της Ευρωζώνης». Η Μέρκελ από την πλευρά της, απέφυγε να πάρει θέση για το ελληνικό ζήτημα, επισημαίνοντας πως χώρες όπως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία επέστρεψαν στην ανάπτυξη έπειτα από δομικές μεταρρυθμίσεις.
Ηταν κάτι παραπάνω από εμφανής η διάθεσή της να αποφύγει στη διαδικασία οποιαδήποτε αναφορά στο θέμα της ελληνικής αντίδρασης προς την εφαρμογή του μνημονίου και μάλιστα, ακόμα και όταν της τέθηκε σχετική ερώτηση για τη στάση που τηρεί ο νέος Έλληνας πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, ξεχάστηκε...
«Παραλίγο να το ξεχάσω», συμπλήρωσε η Μέρκελ μετά την αρχική της τοποθέτηση και συνέχισε: «Την Τετάρτη είναι προγραμματισμένο το Eurogroup. Αυτό που μετράει είναι να το τι θα φέρει η Ελλάδα στο τραπέζι. Από το 2010 η πολιτική μας είναι να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη και οι κανόνες είναι πάντα ίδιοι. Θα προσπαθήσετε και οι υπόλοιποι εταίροι θα δείχνουν αλληλεγγύη. Θα μπορώ να απαντήσω σε λίγες μέρες. Υπάρχουν οι τρεις θεσμοί, ΔΝΤ, ΕΚΤ και Ε.Ε. με τους οποίους η Ελλάδα έχει συμφωνήσει πάνω σε ένα πρόγραμμα. Αυτό το πρόγραμμα είναι η βάση για οποιαδήποτε συζήτηση. Θα περιμένω όμως την πρόταση της Ελλάδας, να έρθει με ένα βιώσιμο πρόγραμμα και θα συζητήσουμε επάνω σε αυτή».
Κεντρικό θέμα συζήτησης των Ομπάμα-Μέρκελ στην Ουάσινγκτον ήταν οι ειρηνευτικές συνομιλίες με τη Ρωσία και η ουκρανική κρίση. Η καγκελάριος επέμεινε στη θέση ότι ενδεχόμενη αποστολή όπλών στο Κίεβο δεν θα βοηθούσε σε τίποτα, ενώ ο Ομπάμα εκτίμησε ότι η πιθανότητα στρατιωτικής παρέμβασης είναι μικρή.
«Η Γερμανία είναι από τους πιο ισχυρούς εταίρους μας και πάντα συνομιλούμε σχετικά με θέματα ασφαλείας«, δήλωσε, επίσης, ο πρόεδρος των ΗΠΑ συμπληρώνοντας ότι «συνεχίζουμε να επιθυμούμε μία διπλωματική λύση στο θέμα της Ουκρανίας. Είναι ξεκάθαρο ότι η Ρωσία παραβίασε κάθε δέσμευση που δόθηκε στην συμφωνία του Μινσκ» πρόσθεσε ο Ομπάμα.
Ομπάμα και Μέρκελ συμφώνησαν ότι ο καλύτερος τρόπος για να βοηθηθεί η Ουκρανία είναι να ενισχυθούν οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Ωστόσο, επισήμανε πως η διεθνής κοινότητα μπορεί να συνεργαστεί ώστε να υπάρξει διπλωματική επίλυση της κρίσης. «Αν η διπλωματία αποτύχει, όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι», συμπλήρωσε ο Ομπάμα λέγοντας ότι «ανάμεσα σε αυτές είναι ο εξοπλισμός του Κιέβου με βαρύ οπλισμό».
Ο Ομπάμα τόνισε ότι «η Μόσχα δεν μπορεί να ξαναχαράξει τα σύνορα της Ευρώπης με τη δύναμη των όπλων».
Σύμφωνα με τον Αμερικανό πρόεδρο, είναι σαφές ότι η Ρωσία έχει παραβιάσει την προηγούμενη συμφωνία για την Ουκρανία καθώς έχει στείλει περισσότερα άρματα και πυροβολικό στην περιοχή από όσα απέσυρε. Σημείωσε ωστόσο ότι η ρωσική επιθετικότητα είχε ως μοναδικό αποτέλεσμα να ενισχύσει την ενότητα της διεθνούς κοινότητας.
Όπως είπε ο Ομπάμα, συμφωνεί με την Γερμανίδα καγκελάριο ότι οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας θα πρέπει να παραμείνουν εν ισχύ και αποσαφήνισε ότι εάν η Μόσχα συνεχίσει να τηρεί την ίδια στάση, η απομόνωσή της θα ενταθεί. Διαβεβαίωσε όμως ότι δεν επιδιώκει να "αποδυναμώσει" τη Ρωσία με αφορμή το θέμα της Ουκρανίας που έχει προκαλέσει τη χειρότερη κρίση στη σχέση των δύο χωρών από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. «Δεν επιδιώκουμε την αποτυχία της Ρωσίας (...) ούτε την αποδυνάμωσή της», είπε χαρακτηριστικά.
Η καγκελάριος Μέρκελ από την πλευρά της επισήμανε ότι έχουν υπάρξει εμπόδια στην επίτευξη μιας διπλωματικής λύσης με τη Ρωσία για το θέμα της Ουκρανίας, ωστόσο η ίδια δεν βλέπει μια στρατιωτική λύση στην κρίση. Ο Αμερικανός πρόεδρος σημείωσε εξάλλου ότι η προοπτική μιας στρατιωτικής λύσης ήταν ανέκαθεν μικρή δεδομένου ότι η Ρωσία διαθέτει πανίσχυρο στρατό. Εξέφρασε την ελπίδα ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν θα προτιμήσει μια διπλωματική λύση αφού το κόστος έχει καταστεί πολύ υψηλό για τη Μόσχα. Φάνηκε όμως έτοιμος να συνεχίσει "να αυξάνει αυτό το κόστος" εάν οι διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία αποτύχουν.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είπε ότι έχει ζητήσει από την ομάδα του να εξετάσει όλες τις δυνατότητες, στην περίπτωση που η διπλωματία δεν καταλήξει σε λύση και όπως είπε, η αποστολή θανατηφόρων αμυντικών όπλων στην Ουκρανία είναι μία πιθανότητα. Υπογράμμισε όμως ότι ακόμη δεν έχει λάβει την τελική απόφασή του.
Όταν ρωτήθηκε για την πιθανότητα να πέσουν τα αμερικανικά όπλα σε "λάθος χέρια", είπε ότι «αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη αλλά το μέτρο θα πρέπει να είναι το αν η αποστολή όπλων θα είναι αποτελεσματική ή όχι».
Η Γερμανίδα καγκελάριος σημείωσε ότι εάν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί μια λύση μέσω της διπλωματίας, τότε η Ευρώπη και οι ΗΠΑ θα πρέπει να αναζητήσουν άλλες επιλογές. Διευκρίνισε ότι έχει ήδη εκφράσει την άποψή της για την εξαγωγή όπλων στην Ουκρανία —το Βερολίνο διαφωνεί με μια τέτοια προοπτική— αλλά υπογράμμισε ότι η συμμαχία μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης θα παραμείνει ισχυρή ακόμη και αν οι δύο πλευρές δεν συμφωνούν πάντοτε σε όλα.
Ο πρόεδρος Ομπάμα εξέφρασε επίσης την ανησυχία του για την ουκρανική οικονομία και για το αν το Κίεβο θα μπορέσει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις που έχει αναλάβει. Πρόσθεσε όμως ότι θα συνεργαστεί με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ώστε να παρασχεθεί στην Ουκρανία η οικονομική στήριξη που χρειάζεται η χώρα.
Τους δύο ηγέτες απασχόλησαν κι άλλα σημαντικά θέματα, όπως η μάχη κατά των τζιχαντιστών και η καταπολέμηση του Έμπολα.
Σε ό,τι αφορά στο Ισλαμικό Κράτος, ο Ομπάμα δήλωσε πως η αμερικανική και η γερμανική κυβέρνηση παραμένουν ενωμένες στον αγώνα εναντίον του και ότι «στο τέλος θα νικήσουμε τους τρομοκράτες».
Από την άλλη, η Γερμανίδα καγκελάριος αναφέρθηκε στην έκτακτη κατάσταση της επιδημίας του Έμπολα, επισημαίνοντας πως η διεθνής κοινότητα πρέπει να είναι πιο γρήγορη στις αντιδράσεις της.