Μιντιακό πόλεμο κάνουν στην Ρωσία οι ΗΠΑ και ευρωπαϊκές χώρες
Της Μαρίας Γιαχνάκη
Συνεδρίαση με θέμα το «Κύρος εχθρικότητας των διεθνών ΜΜΕ προς τη Ρωσία» πραγματοποίησε το ρωσικό ινστιτούτο στρατηγικών ερευνών, όπου με λεπτομερή ανάλυση παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της μιντιακής πολιτικής 60 χωρών του κόσμου για το 2014.
Το συμπέρασμα είναι ότι εμφανίζεται ενεργή αντιρωσική προπαγάνδα και ότι γίνεται ένας ομαδικός πληροφοριακός πόλεμος κατά της Ρωσίας.
Η ανάλυση του ποιος είναι «φίλος» και ποιος είναι «εχθρός» για τη Ρωσία, και ποιος «ούτε φίλος, ούτε εχθρός» έγινε στο περιβάλλον δύο παραγόντων:
Δείκτης επιθετικότητας και αριθμός δημοσιεύσεων το μήνα. Ο δείκτης επιθετικότητας δείχνει πόσες φορές ο αριθμός αρνητικών δημοσιεύσεων σχετικά με τη Ρωσία υπερβαίνει τον αριθμό των ουδέτερων δημοσιεύσεων. Θεωρείται ότι τον πληροφοριακό πόλεμο κάνουν εκείνες οι χώρες στις οποίες σε κάθε μία ουδέτερη δημοσίευση αντιστοιχούν πέντε και περισσότερες αρνητικές δημοσιεύσεις.
Την πρώτη θέση στην εχθρική αποδοχή της Ρωσίας, με βάση τα αποτελέσματα του 2014 κατέχει η Γερμανία.
Σε κάθε μία ουδέτερη δημοσίευση αντιστοιχούν 7,5 αρνητικές, ενώ ο αριθμός των αρνητικών δημοσιεύσεων το μήνα υπερβαίνει τις 500. Σημειώνεται ότι ο δείκτης της επιθετικότητας της Γερμανίας από το 2010 έως το 2012 δεν είχε υπερβεί το 1 . Δηλαδή μπορούμε να πούμε ότι η στάση της Γερμανίας προς τη Ρωσία ήταν αρκετά θετική. Τо 2013 όμως έγινε μια φανερή αλλαγή στην πολιτική της Μέρκελ.
Είναι φανερή η άνευ προηγουμένου άνοδος της αρνητικής τάσης και μπορούμε να το σχολιάσουμε μόνο με το γεγονός ότι άρχισε ένας πολύπλευρος διευρυμένος πόλεμος των ΜΜΕ της Γερμανίας κατά της Ρωσίας.
Στην πρώτη θέση στη Γερμανία είναι το ουκρανικό ζήτημα, μετά, με μεγάλη διαφορά, είναι η οικονομία και το κλίμα της Ρωσίας. Η Γερμανία το μεγαλύτερο μέρος του ΑΕΠ της το διαμορφώνει λόγω των εξαγωγών σε χώρες της Νότιας Ευρώπης και σε μέγιστο βαθμό τη συμφέρει να αυξήσει την εξαγωγική της βάση με προσέλκυση της Ουκρανίας (υπάρχουν 40 εκατομμύρια καταναλωτές).
Για το λόγο αυτό οι οικονομολόγοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ότι μειώνονται οι εξαγωγές και παραπονιούνται ότι η Μέρκελ τους χαλάει όλο το παιχνίδι. Το θέμα της Κριμαίας στη Γερμανία δημοσιοποιήθηκε πολύ αρνητικά. Πρέπει επίσης να πούμε ότι εάν νωρίτερα οι ρώσο-γερμανικές σχέσεις ήταν στο περιθώριο τώρα συζητούνται έντονα στο εσωτερικό της Γερμανίας.
Με μικρή διαφορά από τη Γερμανία ακολουθούν οι ΗΠΑ: σε ένα ουδέτερο άρθρο αντιστοιχούν έξι αρνητικά.
Το CNN γυρίζει 362 ρεπορτάζ ετησίως για τη Ρωσία. Είναι ένας πολύ μεγάλος αριθμός. Το 2013 μεταξύ της Ρωσίας και των ΗΠΑ εμφανίστηκε μια σχετική προσέγγιση. Όμως μόλις τέθηκε το ζήτημα της Ουκρανίας, αμέσως οι ΗΠΑ οι οποίες λειτουργούν στο πλαίσιο του δόγματος του Μπζεζίνσκι, ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιτραπεί η ένωση της Ρωσίας με την Ουκρανία ούτε στο πλαίσιο των αρχικών διαδικασιών, με ζήλο άρχισαν να διαμορφώνουν την εσωτερική κοινή γνώμη ότι η Ρωσία είναι κατακτητής, η Ουκρανία πρέπει να παραμείνει ανεξάρτητη κ.α.
Η προπαγάνδα γίνεται μέσω των ΜΜΕ. Ο εισηγητής του ρωσικού ινστιτούτου στρατηγικών ερευνών παρέθεσε ένα ενδιαφέρον παράδειγμα:
Το 1993 οι ΗΠΑ ρωτούσαν το κοινό, αν πρέπει να ασχοληθούν με τη φυσική εξόντωση του Φιντέλ Κάστρο. Σχεδόν 100 % του πληθυσμού των ΗΠΑ απάντησαν θετικά λέγοντας πως «το θηρίο αυτό πρέπει επιτέλους να βρεθεί τη φυλακή». Η αμερικανική ελίτ όμως ήταν αρνητική.
Με την Ουκρανία την ίδια χρονιά του 1993 συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο: κανένας δεν ήξερε προς τα πού πέφτει η Ουκρανία (μια την βάζανε στον Καναδά, μια στην Ινδία) και ο λαός των ΗΠΑ ήταν αδιάφορος αν υπάρχει η Ουκρανία ή όχι, όμως 100 % της αμερικανικής ελίτ θεωρούσε ότι πρέπει να αρχίσει ο πόλεμος με τη Ρωσία και ότι δεν πρέπει να αφήσουν τη Μεγαλη Ρωσία να αναγεννηθεί, για το λόγο αυτό είναι δυνατό και πρέπει να γίνουν τα πάντα δυνατά, μέχρι και πυρηνικό χτύπημα, αρκεί να μην γίνει κάτι τέτοιο.
Από τα αποτελέσματα της ανάλυσης προκύπτει ότι το ουκρανικό θέμα με τεράστια διαφορά απέχει από το επόμενο σε ενδιαφέρον των Αμερικανών θέμα, το θέμα των ρώσο-αμερικανικών σχέσεων. Το πρόβλημα της Κριμαίας βρίσκεται στην 3η θέση.
Έπειτα είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Οι ΗΠΑ, μάλιστα, είναι η μοναδική χώρα η οποία τόσο υψηλά ανέδειξε το θέμα των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων στο Σότσι και τους συκοφαντούσε. Το γεγονός αυτό αιτιολογείται με το ότι οι Αμερικάνοι αγαπούν τον αθλητισμό, τους αρέσει να διαβάζουν για τον αθλητισμό, γι’ αυτό το θέμα προσφέρεται για συκοφαντίες κατά της Ρωσίας: το θέμα της δήθεν διαφθοράς κατά την ανέγερση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων έχει χρησιμοποιηθεί περισσότερο από τις κυρώσεις. Κι αν στη Ρωσία θα γίνει κάποιο μεγάλο αθλητικό γεγονός, εχθρός νούμερο ένα στο πληροφοριακό αυτό πεδίο θα γίνουν οι ΗΠΑ.
Γαλλία. Τα θέματα που συζητούνται σε γαλλικά ΜΜΕ είναι, βεβαίως, η Ουκρανία (η Γαλλία προσπαθεί να κρατηθεί ανάμεσα στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γι’ αυτό στηρίζει τη Γερμανία σε όλα) και η κατάσταση γύρω από τα ελικοπτεροφόρα «Mistral». Τα ζήτημα αυτό έγινε τόσο επίκαιρο που η εξέλιξη της κατάστασης βγήκε στη δεύτερη θέση, έχοντας υποχωρήσει λίγο στο πρόβλημα της Ουκρανίας. Ο εισηγητής αποκάλεσε την κατάσταση με τα «Mistral» «απαράδεκτη πολιτική κωμωδία», παρόμοιες με την οποία δεν έχουν ξανασυμβεί στην ιστορία.
Είναι η σκληρότατη παράβαση των κανόνων εμπορίου όπλων. Αναφέρθηκε το εξής ιστορικό παράδειγμα: τη στιγμή της προετοιμασίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ο Χίτλερ πούλησε το μισοτελειωμένο καταδρομικό στην ΕΣΣΔ και ταυτόχρονα δεν προέβαλε καμία πολιτική απαίτηση. Το εμπόριο όπλων είναι ένας ειδικός κλάδος στις διεθνείς σχέσεις και μια σκληρή και άνευ προηγουμένου παράβαση των κανόνων αυτών από τη Γαλλία, όπως είπε ο εισηγητής, «θα τις θυμούνται για πολύ καιρό ακόμα».
Μεγάλη Βρετανία. Η παρακολούθηση των ΜΜΕ δείχνει ότι σε μία ουδέτερη δημοσίευση στον ποιοτικό Τύπο για τη Ρωσία (παραδείγματος χάριν, Financial Times) αντιστοιχούν 86 αρνητικές. Το γεγονός αυτό όμως αφορά της υπόθεση του Λιτβινένκο:
Η Ουκρανία δεν έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τη Μεγάλη Βρετανία, η αντίδραση είναι πολύ χαλαρή, για το λόγο αυτό η γενική εικόνα είναι ομαλή. Στην υπόθεση της Κριμαίας η Μεγάλη Βρετανία επίσης σχεδόν δεν έχει αντιδράσει.
Πολωνία: Τέσσερα αρνητικά άρθρα αντιστοιχούν σε ένα ουδέτερο. Γράφουν για τη Ρωσία λίγα πράγματα, ιδιαίτερα αρνητικά όμως: είναι ένας κακόλογος πληροφοριακός νάνος είπε ο εισηγητής που παρουσίασε την έρευνα.
Το συμπέρασμα ήταν ότι ένας τέτοιος όγκος κριτικής της Ρωσίας, μια τέτοια αύξηση των αρνητικών πιέσεων, τέτοιου είδους επιδεικτικές παραβάσεις της δημοσιογραφική ηθικής σχετικά με τη Ρωσία οδήγησαν στη διάβρωση της εμπιστοσύνης του αναγνώστη στα δικά του ΜΜΕ στις δυτικές χώρες.
Τα ΜΜΕ άρχισαν να χάνουν τους αναγνώστες τους, επίσης άρχισαν να έρχονται θυμωμένα γράμματα προς τους εκδοτικούς οίκους.
Παραδείγματος χάριν, το ΥΠΕΞ της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας καθημερινά λαμβάνει από 10 έως 15 επιστολές διαμαρτυρίας λόγω της αντιρωσικής καμπάνιας στον Τύπο. Προς το παρόν δεν υπάρχουν διευρυμένες και ενεργές αντιδράσεις πολιτών προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά είναι γεγονός ότι αρχίζουν να εμφανίζονται και να αναπτύσσονται.
Ο διευθυντής του Ρωσικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Ερευνών Λεωνίδ Ρεσσέτνικοφ επισήμανε: «Πρέπει να κατανοήσουμε γιατί είναι τόσο δύσκολο να συμφωνήσουμε με την Ευρώπη.
Πρώτον, ελέγχεται πλήρως από τις ΗΠΑ, δεκάδες χιλιάδες χώρες είναι απλώς καθοδηγούμενα προτεκτοράτα». Όχι μόνο οι χώρες της Βαλτικής, η Πολωνία, η Σλοβακία, η Τσεχία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία κ.α., αλλά και «οι κύριες δυτικοευρωπαϊκές χώρες επίσης βρίσκονται υπό έναν μεγάλο πολιτικό και οικονομικό έλεγχο των ΗΠΑ. Παρά τη θέληση του ίδιου του Βερολίνου ή του ίδιου του Παρισιού, χωρίς να μιλάμε για τη Ρώμη ή τη Μαδρίτη, οι οποίες είναι άκρως δυσαρεστημένες με την πίεση αυτή σχετικά με τη Ρωσία, είναι αναγκασμένες οι χώρες αυτές να τηρούν μια σειρά και να ακολουθούν τις ΗΠΑ».
Όπως λέει ο Ρεσσέτνικοφ «τώρα της Ευρώπης ηγούνται οι ημι-αξιωματούχοι, ήμι-διανοούμενοι, ημι-μορφωμένοι. Όλοι τους παίζουν το ρόλο της μαριονέττας. Μόλις εμφανίζεται κάποιος λίγο-πολύ ανεξάρτητος πολιτικός, αμέσως αρχίζουν να τον συκοφαντούν, επικρίνουν, οποιαδήποτε ελάχιστη προσπάθεια ανεξαρτησίας διακόπτεται, ο αρχηγός εξουδετερώνεται. Μπορούμε να παραθέσουμε παραδείγματα του Μπερλουσκόνι, του Στρος-Καν, του Σαρκοζί. Ο Πούτιν επίσης ενοχλεί. Όσον αφορά στην σημερινή πολιτική καμπάνια ενάντια στη Ρωσία, με το παράδειγμα των ΗΠΑ μπορούμε να επισημάνουμε ότι σήμερα 19 % από τους Αμερικάνους θεωρούν ότι η Ρωσία είναι ο υπ αριθμόν ένα εχθρός, μετά ακολουθεί η Βόρεια Κορέα – 18 %.
Ενώ τρία χρόνια πριν μόλις το 2 % είχε την άποψη αυτή. Ακόμη χειρότερα είναι τα στατιστικά για τον Πούτιν. Τρία χρόνια πριν οι αρνητικές γνώμες ήταν στο 14 %, ενώ τώρα 85 % των Αμερικανών βλέπουν τον Πούτιν αρνητικά. Με άλλα λόγια, εάν στη Ρωσία το 85 % του πληθυσμού στηρίζει τον Πούτιν (ιδιαίτερα μετά την Κριμαία), το ίδιο 85 % των Αμερικάνων που έχει πιστέψει την αντιπουτινική και αντιρωσική προπαγάνδα, στηρίζει την κυβέρνηση του
Σκεφτείτε ότι προσπαθούν να διοργανώσουν το πρόγραμμα «Ρωσία χωρίς τον Πούτιν»! Η αμερικανική κυβέρνηση πρέπει να βασίζεται στην κοινή γνώμη σε αυτή την αντιρωσική καμπάνια. Και εδώ δεν τους χρειάζεται η Ουκρανία, πρέπει να δημιουργήσουν στον πληθυσμό τους τις προϋποθέσεις για να αποσταθεροποιήσουν τη Ρωσία, βασιζόμενοι στην κοινή γνώμη και να πετύχουν τη διάλυσή της με το σενάριο της Σοβιετικής Ένωσης»
Ο διευθυντής μάλιστα του Ρωσικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Ερευνών στην εισήγησή του ήταν ξεκάθαρος για την πολιτική που πρέπει να ακολουθήσει η Ρωσία:
«Νομίζω ότι τώρα στην κατάσταση αυτή στην οποία βρέθηκε η Ρωσία, στην κατάσταση στην οποία βρέθηκε η ηγεσία μας, χρειάζονται διαδηλώσεις και πρώτα από όλα με ένα και μόνο σλόγκαν: “Να ενωθούμε στη μάχη κατά των ΗΠΑ και της Δύσης που προσπαθεί να διαλύσει τη Ρωσία και να εκθρονίσει τον Πρόεδρό μας!” δεν χρειάζεται να κάνουμε τώρα διαδηλώσεις για άλλα θέματα. Έτσι ανοίγουμε το μέτωπό μας στον εχθρό και ελαττώνουμε τις δυνάμεις μας σε μια αλυσίδα την οποία είναι εύκολο να σπάσει κανείς».