Ανατριχιαστικές λεπτομέρειες από αυτόπτες μάρτυρες στη δίκη του Τζοχάρ Τσαρνάεφ
Ο Άλαν Χερν, που κατέθεσε κατά τη δεύτερη ημέρα της δίκης του Τζοχάρ Τσαρνάεφ, περιέγραψε τον εκκωφαντικό θόρυβο και τον πυκνό καπνό που έβγαλαν οι δύο βόμβες που είχαν τοποθετηθεί κοντά στη γραμμή του τερματισμού του αγώνα, στις 15 Απριλίου 2013. Ο 21χρονος Τσαρνάεφ κατηγορείται ότι μαζί με τον αδελφό του τοποθέτησαν τις βόμβες που σκότωσαν τρεις ανθρώπους και τραυμάτισαν 264.
Ο Χερν, η οικογένεια του οποίου είχε ταξιδέψει από το Μαρτίνες της Καλιφόρνιας στη Βοστόνη επειδή η σύζυγός του θα λάμβανε μέρος στον Μαραθώνιο, είπε ότι παρακολουθούσε ενώ άλλοι άνθρωποι έδιναν τις πρώτες βοήθειες στον 11χρονο γιο του. Λίγο αργότερα ένα ασθενοφόρο παρέλαβε το παιδί του, που είχε τραυματιστεί σοβαρά στα πόδια. «Το τελευταίο πράγμα που είδα ήταν ο Μάρτιν Ρίτσαρντ στο πεζοδρόμιο. Δύο άνθρωποι του έκαναν ανάνηψη αλλά έβλεπα καθαρά τα μάτια του και δεν νομίζω ότι ήταν ζωντανός» είπε ο Χερν, που είναι προπονητής ποδοσφαίρου σε λύκειο.
Νωρίτερα, ο αξιωματικός της αστυνομίας της Βοστόνης Φρανκ Τσιόλα κατέθεσε ότι βρισκόταν κοντά στη γραμμή του τερματισμού όταν εξερράγη η πρώτη βόμβα. Ενώ έτρεχε προς το σημείο, ακούστηκε και η δεύτερη έκρηξη. «Είδα αίματα παντού. Σοκ. Τα πρόσωπα των ανθρώπων. Δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις ποιος ήταν ζωντανός και ποιος ήταν νεκρός. Ήταν χάος», είπε ο αστυνομικός ο οποίος προσπάθησε να κρατήσει στη ζωή την 29χρονη Κριστλ Κάμπελ που υπέκυψε κατόπιν στα τραύματά της.
Εκτός από την Κάμπελ και τον Μάρτιν, από τις εκρήξεις σκοτώθηκε και η Κινέζα φοιτήτρια Λινγκτσί Λου, 23 ετών.
Ο Τσαρνάεφ μπορεί να καταδικαστεί σε θάνατο εάν κριθεί ένοχος για τις κατηγορίες που του αποδίδονται. Σ' αυτές περιλαμβάνεται και η εκτέλεση ενός αστυνομικού, τρεις ημέρες μετά τις επιθέσεις της Βοστόνης, ενώ προσπαθούσε μαζί με τον 26χρονο αδελφό του, τον Ταμερλάν, να φύγουν από την πόλη. Ο Ταμερλάν Τσαρνάεφ πέθανε αργότερα την ίδια νύχτα όταν ο μικρότερος αδελφός του τον παρέσυρε άθελά του με το αυτοκίνητό του καθώς προσπαθούσε να ξεφύγει από μια ανταλλαγή πυρών με την αστυνομία. Οι δίκες στις οποίες ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει τη θανατική ποινή διεξάγονται σε δύο φάσεις: στην πρώτη οι ένορκοι αποφασίζουν όσον αφορά την αθωότητα ή την ενοχή του και στη δεύτερη, εφόσον τον έχουν κρίνει ένοχο, αποφασίζουν εάν θα του επιβληθεί η εσχάτη των ποινών.
Κατά την έναρξη της δίκης, την Τετάρτη, μια από τις συνηγόρους του Τζοχάρ Τσαρνάεφ είπε ότι ο πελάτης είναι υπεύθυνος για τις επιθέσεις αλλά δεν απέσυρε τη δήλωση αθωότητάς του. Η υπεράσπιση προσπαθεί να αποδείξει ότι ο Ταμερλάν Τσαρνάεφ ήταν ο εγκέφαλος και η κινητήρια δύναμη της επίθεσης και ότι ο μικρότερος αδελφός του έπαιξε μόνο δευτερεύοντα ρόλο, ώστε να επιτύχει την καταδίκη του σε ισόβια και όχι σε θάνατο.
Ένας άλλος από τους επιζώντες της επίθεσης, ο Τζεφ Μπάουμαν, κατέθεσε στο δικαστήριο ότι μέσα στο πλήθος, έπεσε επάνω του ένας άνθρωπος που αργότερα συνειδητοποίησε ότι ήταν ο Ταμερλάν Τσαρνάεφ, ο οποίος είχε αφήσει ένα σακίδιο κοντά στον τερματισμό του Μαραθωνίου. «Έμοιαζε πολύ ύποπτος. Δεν ήταν σαν όλους τους άλλους εκεί. Δεν φαινόταν να διασκεδάζει, δεν παρακολουθούσε τον αγώνα» είπε ο Μπάουμαν, ο οποίος έχασε και τα δύο του πόδια από την έκρηξη. Την επομένη, όταν ξύπνησε στο νοσοκομείο, είπε σε έναν φίλο του ότι είχε δει έναν ύποπτο και συνεργάστηκε με την αστυνομία για να φτιαχτεί το σκίτσο του καταζητούμενου.
«Αισθάνθηκα ανακούφιση που μπόρεσα να βοηθήσω», κατέληξε.