Ένα γκουλάγκ που έγινε μουσείο
Κατά τη σοβιετική περίοδο το Περμ-36 στα Ουράλια όρη ήταν ένα από τα αμέτρητα γκουλάγκ του καθεστώτος, με άλλα λόγια ένα στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας για εγκληματίες και αντιφρονούντες.
Μετά την πτώση της ΕΣΣΔ το Περμ-36 με απόφαση της ρωσικής κυβέρνησης μετατράπηκε σε μουσείο με στόχο να κάνει γνωστές στον κόσμο τις μελανότερες πτυχές της ιστορίας.
Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε η πληροφορία, όπως μεταδίδει η DW, η οποία αρχικά αγνοήθηκε από τα ρωσικά ΜΜΕ, ότι η ΜΚΟ που διαχειρίζεται το μουσείο στο Περμ-36 βρίσκεται υπό διάλυση μετά από δύο δεκαετίες συνεχούς λειτουργίας. Σύμφωνα με δήλωση των διαχειριστών οι διαπραγματεύσεις με τις τοπικές αρχές για τη διατήρηση του μνημείου απέτυχαν με αποτέλεσμα να τίθεται πλέον εν αμφιβόλω η λειτουργία του.
Ο Γιαν Ζίγκερτ από το παράρτημα του γερμανικού Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ της Μόσχας δηλώνει ωστόσο ότι αυτή η εξελίξη δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Σύμφωνα με τον Ζίγκερτ ήδη από πέρυσι ξεκίνησαν οι αντιδράσεις κατά του μουσείου, ενώ και η κυβέρνηση της Μόσχας έδειξε με τον τρόπο της ότι «σιγοντάρει» την τάση αυτή.
To Περμ-36 βρίσκεται 1100 χλμ ανατολικά της Μόσχας και είναι το μοναδικό γκουλάγκ που λειτουργεί σήμερα ως μουσείο στη Ρωσία. Από στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας για ποινικούς και πολιτικούς κρατούμενους μετατράπηκε σε μουσείο το 1992, ενώ τις εργασίες αποκατάστασης του ιστορικου χώρου ανέλαβαν ακτιβιστές και μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων.
Το 1996 εκεί τελέσθηκε για πρώτη φορά επιμνημόσυνη δέηση για τα θύματα της σταλινικής βίας.Το γκουλάγκ Περμ-36 εγκαινιάσθηκε το 1946 από τον Ιωσήφ Στάλιν. Εδώ στέλνονταν αρχικά εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, ενώ από το 1972 άρχισαν να εκτοπίζονται εδώ και πολιτικοί αντιφρονούντες, κυρίως από τις χώρες της Βαλτικής και την Ουκρανία. Ανάμεσα στους διάσημους πολιτικούς κρατούμενους συγκαταλέγεται και ο ουκρανός ποιητής και μεταφραστής Βάσιλ Στους, ο οποίος πέθανε στο Περμ το 1985 σε ηλικία 47 ετών.
Μόλις τρία χρόνια αργότερα, εν έτει 1988, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ διέταξε να κλείσει το γκουλάγκ, χορηγώντας αμνηστία στους κρατούμενους. Από το ξέσπασμα της ουκρανικής κρίσης το Περμ-36 αποτέλεσε αντικείμενο έντονης κριτικής στη Ρωσία, με κυριότερο επιχείρημα ότι τροφοδοτεί την «ουκρανική εθνικιστική προπαγάνδα».
Σύμφωνα με τους υποστηρικτές του κλεισίματος του μουσείου, όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, είναι οξύμωρο από τη μια πλευρά η Ρωσία να τάσσεται κατά της Ουκρανίας στην αιματηρή διαμάχη που μένεται στην ανατολική Ουκρανία και από την άλλη να στηρίζει με κονδύλια ένα μουσείο που δικαιώνει όσους Ουκρανούς βάλλουν κατά της Ρωσίας -και για ιστορικούς λόγους.
Στην πραγματικότητα οι ανησυχίες για την τύχη του Περμ-36 ξεκίνησαν πριν από το ξέσπασμα της ουκρανικής κρίσης, το 2012, όταν εξελέγη για τρίτη φορά ο Βλάντιμιρ Πούτιν. Από τότε η κρατική χρηματοδότηση άρχισε να μειώνεται, ενώ παράλληλα άλλαξε η διοίκηση του μουσείου.
Σύμφωνα με τον Αρσένι Ρογκίνσκι, επικεφαλής της ανθρωπιστικής οργάνωσης «Μemorial», ένα μνημείο που υπενθυμίζει τα εγκλήματα του σταλινισμού δεν συνάδει με την εικόνα που θέλει να βγάλει προς τα έξω η σύγχρονη Ρωσία. Επί σειρά ετών η κυβέρνηση Πούτιν θέλησε να παρουσιάσει τη Σοβιετική Ένωση ως ένα επιτυχημένο μοντέλο κρατικής συγκρότησης.
Σε μια τέτοια ερμηνεία της ιστορίας, γράφει η DW, ένα μουσείo-πρώην γκουλάγκ ηχεί περίεργα. «Δεν πρόκειται για ένα μουσείο για το ένδοξο παρελθόν, αλλά για ένα μουσείο που θυμίζει μαύρες σελίδες της ρωσικής ιστορίας» ανάφερε στην DW o Ρογκίνσκι. «Το μουσείο αυτό είναι αφιερωμένο στους ανθρώπους που αντιστάθηκαν στη σοβιετική εξουσία. Είναι ένα 'Μουσείο Αντίστασης'».
Προς το παρόν, πάντως το μέλλον του Περμ-36 παραμένει αβέβαιο, ενώ ο Ζίγκερτ εκφράζει φόβους ότι πολλά από τα εκθέματα παρουσιάζουν έντονα σημάδια φθοράς και εγκατάλειψης. Οι διαχειριστές του χώρου πάντως επιθυμούν να συνεχίσουν το μέχρι τώρα έργο τους, εστιάζοντας από δω και πέρα κυρίως στην «ακαδημαϊκή έρευνα».