Μακελειό Καλιφόρνια: Ανοιχτό το ενδεχόμενο τρομοκρατικής επίθεσης (videos)
Ο Σάγεντ Ριζουάν Φαρούκ, 28 ετών, και η Τασφίν Μαλίκ, 27 ετών, γονείς ενός κοριτσιού έξι μηνών, σκοτώθηκαν στην ανταλλαγή πυρών με αστυνομικούς μετά το μακελειό στο Inland Regional Center, όπου ο Φαρούκ εργαζόταν ως επιθεωρητής.
Μιλώντας για το περιστατικό, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα ανακοίνωσε ότι η αμερικανική σημαία στο Λευκό Οίκο αλλά και σε όλα τα άλλα κρατικά κτίρια στη χώρα, θα κυματίζει μεσίστια ως τη Δευτέρα, σε «ένδειξη σεβασμού» για τα θύματα της επίθεσης.
Η Μέρεντιθ Ντέιβις, εκπρόσωπος της ομοσπονδιακής υπηρεσίας Αλκοόλ, Καπνού, Πυροβόλων Όπλων και Εκρηκτικών (ATF), δήλωσε από την πλευρά της πως τα δύο τουφέκια εφόδου και τα δυο πιστόλια που βρέθηκαν στον τόπο του εγκλήματος είχαν αγοραστεί νόμιμα στις ΗΠΑ.
Τα δύο από αυτά τα όπλα αγοράστηκαν από κάποιο πρόσωπο «που συνδέεται με αυτή την έρευνα» και τα υπόλοιπα δύο από κάποιο πρόσωπο που δεν σχετίζεται με αυτήν», πρόσθεσε η Ντέιβις.
Τα τουφέκια είχαν διαμέτρημα 0,223 και μπορούσαν να ρίχνουν σφαίρες που διαπερνούν αλεξίσφαιρα γιλέκα, ακόμα και τοίχους, διευκρίνισε η ίδια.
Από την πλευρά του, ο επικεφαλής της αστυνομίας του Σαν Μπερναρντίνο Τζάροντ Μπέργκουαν δήλωσε πως τα κίνητρα του ζεύγους που διέπραξε το πιο πρόσφατο μακελειό στις ΗΠΑ παραμένουν άγνωστα. Ο ίδιος, καθώς και ο Ντέιβιντ Μπάουντιτς, περιφερειακός αναπληρωτής διευθυντής του FBI, τόνισαν πως δεν έχει ακόμη κριθεί εάν υπάρχει οποιαδήποτε σχέση με την τρομοκρατία.
Ο Φαρούκ είχε γεννηθεί στις ΗΠΑ. Η εθνικότητα της Μαλίκ δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί. Εκπρόσωπος της μουσουλμανικής οργάνωσης Συμβούλιο Αμερικανοϊσλαμικών Σχέσεων (CAIR) δήλωσε πάντως πως και οι δυο τους ήταν μουσουλμάνοι.
Τα μέλη της οικογένειας του Φαρούκ και οι συνάδελφοί του είπαν ότι αδυνατούν να κατανοήσουν το μακελειό, την πιο πολυαίμακτη επίθεση που έχει διαπραχθεί στις ΗΠΑ τα τελευταία τρία χρόνια. Ο κουνιάδος του δήλωσε μάλιστα ότι δεν έχει «απολύτως καμία ιδέα» για το λόγο που ο Φαρούκ διέπραξε τη σφαγή.
Ο Μπέργκουαν ανέφερε ότι ο Φαρούκ, εργαζόμενος στις κοινωνικές υπηρεσίες, συμμετείχε στη γιορτή στο Inland Regional Center, αλλά κάποια στιγμή όρμησε έξω. Επέστρεψε μαζί με τη Μαλίκ, ντυμένος όπως και εκείνη με ιματισμό και εξαρτύσεις εφόδου, άνοιξαν πυρ και τοποθέτησαν πολλές αυτοσχέδιες βόμβες στον χώρο. Αργότερα τις βόμβες εξουδετέρωσαν πυροτεχνουργοί της αστυνομίας.
Ο Μπέργκουαν του FBI επισήμανε επίσης πως η μέθοδος με την οποία ενήργησε το ζευγάρι δείχνει ότι είχε «σχεδιαστεί σε κάποιον βαθμό».
Μέχρι στιγμής, φέτος στις ΗΠΑ έχουν διαπραχθεί πάνω από 350 επιθέσεις με τη χρήση όπλων στις οποίες σκοτώθηκαν από τέσσερις άνθρωποι και πάνω, σύμφωνα με τον ιστότοπο shootingtracker.com, που τηρεί έναν επικαιροποιημένο κατάλογο και έναν απολογισμό των επεισοδίων ένοπλης βίας στη χώρα.
Η σφαγή στο Σαν Μπερναρντίνο ήταν η πλέον πολύνεκρη στη χώρα από εκείνη στο σχολείο του Σάντι Χουκ στο Νιούταουν του Κονέτικατ το Δεκέμβριο του 2012. Τότε 27 άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένου του δράστη, είχαν χάσει τη ζωή τους.
«Δεν νομίζω ότι υπάρχει καμιά κοινότητα που να έχει ανοσία» στην ένοπλη βία, δήλωσε ο δήμαρχος του Σαν Μπερναρντίνο Κάρι Ντέιβις στο τηλεοπτικό δίκτυο CBS. Αλλά «ασφαλώς δεν περιμέναμε να συμβεί εδώ κάτι τέτοιο. Ήταν σοκ», πρόσθεσε.
Όπως και να έχει, η επίθεση ενέτεινε τις ανησυχίες για την ένοπλη βία και την ασφάλεια των πολιτών, μετά το μακελειό σε μια κλινική αμβλώσεων στο Κολοράντο Σπρινγκς την περασμένη εβδομάδα, κι ενώ ακόμη δεν έχει κοπάσει ο απόηχος των επιθέσεων από τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους στο Παρίσι πριν από τρεις εβδομάδες, όταν έχασαν τη ζωή τους 130 άνθρωποι.
Ο πρόεδρος Ομπάμα κάλεσε πάντως νωρίτερα σήμερα το Κογκρέσο, σε δηλώσεις του στο CBS News μετά το νέο μακελειό, να συναινέσει στην τροποποίηση του νομικού πλαισίου για την οπλοκατοχή, προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες να συμβαίνουν τέτοια μαζικά φονικά στις ΗΠΑ στο μέλλον.
Μετά την ενημέρωση του από τα μέλη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου στο Οβάλ Γραφείο, ο Ομπάμα σημείωσε ότι ακόμα παραμένουν άγνωστα τα κίνητρα των δραστών του μακελειού στη νότια Καλιφόρνια, αλλά δεσμεύθηκε ότι το FBI και οι τοπικές αρχές θα «εξιχνιάσουν» την υπόθεση.
«Είναι πιθανό αυτό να σχετιζόταν με την τρομοκρατία. Αλλά δεν το γνωρίζουμε. Είναι επίσης πιθανό να σχετιζόταν με το χώρο δουλειάς του ενός μέλους του ζευγαριού των δραστών της επίθεσης», είπε ο Ομπάμα, μέσα στα επτά χρόνια της προεδρίας του οποίου έχουν σημειωθεί κυριολεκτικά εκατοντάδες επιθέσεις αυτού του είδους στην επικράτεια των ΗΠΑ.
Υπενθυμίζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος είχε χαρακτηρίσει την ημέρα της επίθεσης στο σχολείο του Νιούταουν το 2012 τη χειρότερη ημέρα της θητείας του.
Στις σημερινές του δηλώσεις πάντως, ο Ομπάμα είχε λιγότερο οργισμένο τόνο από τον συνηθισμένο του σε τέτοια συμβάντα. Σημείωσε ότι το FBI θα ηγηθεί της έρευνας και θα πάρει ένα «μεγάλο αριθμό καταθέσεων», ενώ θα μελετήσει δεδομένα στα «κοινωνικά μέσα» και σε άλλους ηλεκτρονικούς πόρους.
Επισήμανε ωστόσο ότι τα κίνητρα των δραστών μπορεί να είναι «ετερογενή» και να περιπλέξουν ακόμα περισσότερο την έρευνα, ενώ προειδοποίησε πως ίσως χρειαστεί «κάποιος καιρός» πριν οι διωκτικές αρχές καταλήξουν σε συμπεράσματα.
Εξάλλου ο Χούσαμ Αϊλάους, εκτελεστικός διευθυντής του CAIR στην περιοχή του Λος Άντζελες, κάλεσε από τη δική του πλευρά τους Αμερικανούς να μην σπεύσουν να βγάλουν συμπεράσματα για τα κίνητρα των δραστών της επίθεσης.
«Ήταν κάτι που σχετιζόταν με τη δουλειά; Σχετιζόταν με τη φυλή; Επρόκειτο για ψυχασθένεια; Εξτρεμιστική ιδεολογία; Δεν το γνωρίζουμε», ανέφερε, προσθέτοντας πάντως πως ανησυχεί για το ενδεχόμενο το μακελειό να έχει συνέπειες για τη μουσουλμανική κοινότητα.
«Βιώνουμε μια πολύ δύσκολη εποχή», είπε χαρακτηριστικά σε μια συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN, συμπληρώνοντας: «Υπάρχει πολλή ισλαμοφοβία εκεί έξω, πολλά αντιμουσουλμανικά αισθήματα, που τροφοδοτούνται από τους ειδικούς που κατηγορούν μια ολόκληρη κοινότητα για τις ενέργειες ορισμένων ολίγων».
Πηγές προσκείμενες στην έρευνα ανέφεραν στο μεταξύ ότι ο Φαρούκ ενδέχεται να είχε ριζοσπαστικοποιηθεί μεν, αλλά έκαναν λόγο και για το ενδεχόμενο να είχε και άλλα κίνητρα, τη φύση των οποίων δεν προσδιόρισαν.