Μόσχα: «Όχι» σε νέα ανθρωπιστική κατάπαυση του πυρός στο Χαλέπι
«Το ερώτημα της ανανέωσης της ανθρωπιστικής κατάπαυσης του πυρός δεν είναι επίκαιρο», επεσήμανε ο Ριάμπκοφ, όπως μετέδωσαν ρωσικά πρακτορεία, μετά τη λήξη το Σάββατο το βράδυ της τριήμερης εκεχειρίας που κήρυξε η Μόσχα, στη διάρκεια της οποίας δεν έφυγαν από τις ανταρτοκρατούμενες συνοικίες όσοι κάτοικοι και αντάρτες το επιθυμούσαν.
«Η ανθρωπιστική κατάπαυση του πυρός έληξε το Σάββατο. Είναι ξεκάθαρο ότι προκειμένου να επιστρέψουμε σε αυτό το καθεστώς οι αντίπαλοί μας πρέπει να εγγυηθούν μια αποδεκτή συμπεριφορά από την πλευρά των αντικυβερνητικών στρατευμάτων, τα οποία εμπόδισαν την απομάκρυνση τραυματιών και ασθενών», υπογράμμισε ο Ρώσος υπουργός.
Παράλληλα ο Ριάμπκοφ επέκρινε τη στάση του διεθνούς συνασπισμού, καταγγέλλοντας ότι προτιμά να επικρίνει τη Μόσχα και τη Δαμασκό αντί «να ασκεί πραγματικά την επιρροή της στην αντιπολίτευση και τους αντάρτες» ώστε να διατηρηθεί η κατάπαυση του πυρός.
«Στη διάρκεια των τριών τελευταίων ημερών δεν έγινε αυτό που χρειαζόμασταν», υπογράμμισε ο ίδιος.
Οι οκτώ διάδρομοι που είχαν δημιουργηθεί για να μπορέσουν να απομακρυνθούν από τις ανατολικές συνοικίες του Χαλεπιού αντάρτες και πολίτες παρέμειναν σχεδόν έρημο από την Πέμπτη το πρωί ως το Σάββατο το βράδυ.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ κατηγόρησε την Πέμπτη τους αντάρτες ότι δεν επιτρέπουν στους πολίτες να φύγουν από το Χαλέπι.
Από την πλευρά του ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, δήλωσε σήμερα ότι «τις τελευταίες ημέρες δεν σταμάτησαν τα πυρά εναντίον των σημείων ελέγχου» και εναντίον των ανθρωπιστικών διαδρόμων, κυρίως της οδού Καστέλο.
«Δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ των τρομοκρατικών οργανώσεων και της μετριοπαθούς αντιπολίτευσης (...) Όλα αυτά δεν ευνοούν την κατάπαυση του πυρός, ούτε τη διαδικασία παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας», υπογράμμισε ο Πεσκόφ.
Εξάλλου ο Ριάμπκοφ εκτίμησε ότι «δεν πληρούνται οι συνθήκες» για μια νέα συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Ρωσίας και της ΗΠΑ για τη Συρία, καθώς πολύ σύντομα θα διεξαχθούν οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.
Εκατοντάδες νεκροί στις τουρκικές επιχειρήσεις
Δεκαέξι άμαχοι, ανάμεσά τους τρία παιδιά, σκοτώθηκαν σήμερα όταν αεροπορικές επιδρομές και πυρά ρουκετών έπληξαν την ελεγχόμενη από τους αντάρτες επαρχία Ιντλίμπ, στη βορειοδυτική Συρία, όπως ανακοίνωσε το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Στη Χαν Σεϊχούν, στο νότιο τμήμα της επαρχίας, επιδρομές αεροσκαφών τα οποία δεν είναι γνωστό εάν ανήκαν στη συριακή ή στη ρωσική Πολεμική Αεροπορία είχαν αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους επτά άνθρωποι, ανάμεσά τους δύο γυναίκες κι ένα παιδί.
Άλλοι επτά άνθρωποι, εκ των οποίων τέσσερις γυναίκες και δύο παιδιά, σκοτώθηκαν σε επιδρομές που έπληξαν την κοινότητα Κάφαρ Ταχάριμ, στο βόρειο τμήμα της επαρχίας, κατά την ίδια ΜΚΟ.
Οι επιδρομές στην Κάφαρ Ταχάριμ έγιναν μετά τα μεσάνυχτα και στοχοθέτησαν τρία κτίρια διαμερισμάτων και ένα κτήριο της τοπικής αυτοδιοίκησης και ένα κλειστό γυμναστήριο, σύμφωνα με έναν ανταποκριτή του Γαλλικού Πρακτορείου ο οποίος μετέβη επιτόπου.
Το πρωί διασώστες αναζητούσαν επιζώντες και θύματα κάτω από τα συντρίμμια.
«Εδώ ήταν το σπίτι της αδελφής μου, είναι νεκρή, και η κόρη της μαζί με μια άλλη οικογένεια», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Αμπού Μοχάμαντ.
«Δεν υπάρχει καμιά στρατιωτική εγκατάσταση εδώ, όλες οι στρατιωτικές θέσεις βρίσκονται εκτός της κοινότητας», πρόσθεσε δηλώνοντας πως δεν καταλαβαίνει γιατί έγιναν τα αεροπορικά πλήγματα.
Επίσης ένας άνδρας και μια γυναίκα σκοτώθηκαν από ρουκέτες που εκτόξευσαν κυβερνητικές δυνάμεις στην Κάφαρ Αουίντ, επίσης στη βόρεια Ιντλίμπ, κατά το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Από την 20ή Οκτωβρίου 44 πολίτες, ανάμεσά τους 11 γυναίκες, εννιά παιδιά και ένα μέλος της Πολιτικής Άμυνας, έχουν χάσει τη ζωή τους στην επαρχία.
Η επαρχία Ιντλίμπ θεωρείται προπύργιο της οργάνωσης Τζάις αλ Φάταχ (ή «Στρατού της Κατάκτησης»), μιας συμμαχίας στην οποία συμμετέχουν ισλαμιστές αντάρτες και τζιχαντιστές της Φάταχ αλ Σαμ, του πρώην Τζαμπχάτ αλ Νόσρα (ή «Μετώπου Υποστήριξης»), οργάνωσης που πρόσφατα ανακοίνωσε ότι διέρρηξε τις σχέσεις της με το δίκτυο της αλ Κάιντα.
Η ίδια ΜΚΟ ανακοίνωσε εξάλλου ότι σχεδόν 100 άμαχοι έχουν σκοτωθεί μέσα στους δύο μήνες που διαρκεί η επιχείρηση των τουρκικών ένοπλων δυνάμεων στη βόρεια Συρία, κυρίως σε εδάφη τα οποία ελέγχει η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ).
Οι τουρκικές αρχές δεν έχουν κάνει μέχρι στιγμής κανένα σχόλιο για αυτόν τον απολογισμό του Συριακού Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η Άγκυρα έχει διαψεύσει επανειλημμένα τέτοιες πληροφορίες στο παρελθόν.
Ο στρατός της Τουρκίας, ο οποίος υποστηρίζει ορισμένες οργανώσεις ανταρτών στη Συρία, εξαπέλυσε την 24η Αυγούστου μια ευρείας κλίμακας επιχείρηση με κωδική ονομασία «Ασπίδα του Ευφράτη» για να εκδιώξει από την παραμεθόριο Συρίας-Τουρκίας τους τζιχαντιστές του ΙΚ, αλλά και τους Κούρδους των Μονάδων Προστασίας του Λαού (YPG).
Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «μπόρεσε να καταγράψει τον θάνατο 96 αμάχων, ανάμεσά τους 22 παιδιών, μεταξύ της 24ης Αυγούστου και της 24ης Οκτωβρίου, από πυρά πυροβολικού και πλήγματα της τουρκικής αεροπορίας», σύμφωνα με τη ΜΚΟ.
Σύμφωνα με τον διευθυντή της οργάνωσης, Ράμι Άμπντελ Ραχμάν, «92 άμαχοι, στην πλειονότητά τους Κούρδοι» έχουν σκοτωθεί σε περιοχές που ελέγχονται από το ΙΚ και τέσσερις σε περιοχές που ελέγχουν οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (ΣΔΔ), μια αραβοκουρδική συμμαχία που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ και στην οποία η κυρίαρχη δύναμη είναι οι YPG.
Σύμφωνα με το τουρκικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Ανατολή, οι αντάρτες που υποστηρίζει η Τουρκία έχουν καταλάβει πάνω από 1.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα από την έναρξη της επιχείρησης και την κατάληψη της πόλης Νταμπίκ από το ΙΚ.
Στόχος τους τώρα είναι να προελάσουν στην Αλ Μπαμπ, μια κοινότητα που ελέγχεται από τους τζιχαντιστές, περίπου τριάντα χλμ. νοτιοανατολικά της Νταμπίκ.
Οι κούρδοι αντάρτες στη Συρία, τους οποίους η Άγκυρα θεωρεί «τρομοκράτες», και στενά συνδεδεμένους με το PKK, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης εναντίον του ΙΚ στο συριακό έδαφος.
Η τουρκική κυβέρνηση επιδιώκει να αποτρέψει τη δημιουργία μιας αυτόνομης κουρδικής οντότητας στη βόρεια Συρία, στα σύνορα των δύο χωρών.