Φρικιαστικά βίντεο με τα αρρωστημένα βασανιστήρια του σαδιστή τραπεζίτη στις ιερόδουλες που έσφαξε
Το φως της δημοσιότητας είδαν ανατριχιαστικές λεπτομέρειες από τα βίντεο όπου ο σαδιστής τραπεζίτης υπερηφανεύεται για τα βασανιστήρια και τη στυγερή δολοφονία μιας νεαρής ιερόδουλης, την οποία αφού βασάνιζε για τρεις ολόκληρες ημέρες, της πριόνισε το λαιμό, ενώ την είχε αναγκάσει να γλύφει τη λεκάνη της τουαλέτας.
«Πέθανε μόνη αφού τη βασάνισα και τη βίασα και λύγισα το πνεύμα της με απειλές θανάτου και ακρωτηριασμού», εκμυστηρεύεται σε ένα από τα βίντεο ντοκουμέντα το 31χρονο κτήνος, επιτείνοντας την αίσθηση του φρικιαστικού, καθώς σε άλλο απαθανατίζεται να λέει: «Δέχτηκε να φάει κόπρανα μέσα από την τουαλέτα και μετά να μου χαμογελάσει. Τόσο φοβισμένη ήταν»!
Ο Rurik Jutting κατέγραψε με το κινητό του την ανατριχιαστική ομολογία για τη δολοφονία δύο ιεροδούλων στο πολυτελές διαμέρισμά του στο Χονγκ Κονγκ το 2014, αφού τις πλήρωσε για να ικανοποιήσουν τις αρρωστημένες σεξουαλικές ορέξεις του.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατατέθηκαν στο δικαστήριο, ο Βρετανός τραπεζίτης υπέβαλλε, για τρεις ημέρες, σε βασανιστήρια που αδυνατεί να συλλάβει υγιής νους, το πρώτο του θύμα, μια 23χρονη ιερόδουλη και μητέρα ενός παιδιού, προτού τη σφάξει.
Ακολούθως, και πριν ακόμα βρει το επόμενο θύμα του, μια 26χρονη επίσης ιερόδουλη, τη Seneg Mujiasih, ο Jutting κατέγραψε με το κινητό του διάφορα βίντεο στα οποία περιέγραφε με ακρίβεια τις αποτρόπαιες πράξεις του, ενώ στο φόντο διακρινόταν το άψυχο σώμα της άτυχης Sumarti.
Όχι μόνο μάλιστα αναγνωρίζει και φαίνεται να συνειδητοποιεί την πρωτοφανή φρικαλεότητα των πράξεών του, αλλά δεν δείχνει την παραμικρή μετάνοια, δηλώνοντας «απλώς πεινασμένος και κ@υλ...νος».
Καταγράφοντας τον εαυτό του σε βίντεο την ώρα που βασάνιζε και σκότωνε τη νεαρή γυναίκα από την Ινδονησία, ο Βρετανός τραπεζίτης είτε κόμπαζε για τις πράξεις του, είτε ζητούσε συγγνώμη και λυπόταν, είτε εξέφραζε την ευχαρίστηση που απολάμβανε από τη σεξουαλική κακοποίηση του πρώτου από τα δύο του θύματα.
«Ονομάζομαι Rurik Jutting. Πριν από πέντε λεπτά, σκότωσα, δολοφόνησα αυτήν εδώ τη γυναίκα. Πέθανε εδώ ολομόναχη. Πέθανε αφού τη βασάνισα, τη βίασα και κακοποίησα το πνεύμα της με απειλές θανάτου και ακρωτηριασμού. Δεν έχω ξαναδεί κανέναν άνθρωπο τόσο φοβισμένο. Δέχτηκε να φάει κόπρανα μέσα από την τουαλέτα και μετά να μου χαμογελάσει. Τόσο φοβισμένη ήταν. Θα έκανε τα πάντα», ακούγεται να λέει σε ένα από τα επίμαχα βίντεο που σόκαραν το δικαστήριο.
Οδηγούμενος, δε, σε αυτό, με τη συνοδεία μεγάλης αστυνομικής δύναμης, ο Jutting «συνελήφθη» από το φακό να χαμογελά καθισμένος σε ένα κάθισμα του λεωφορείου, πυροδοτώντας ακόμα περισσότερο την οργή της κοινής γνώμης.
Το βιντεοσκοπημένο υλικό διάρκειας 4 ωρών που κατέγραψε με το κινητό του τηλέφωνο ο Τζάτινγκ, βρίσκεται στο μικροσκόπιο της Δικαιοσύνης στη δεύτερη ημέρα της δίκης του στο Χονγκ Κονγκ, μιας δίκης που μαγνήτισε το ενδιαφέρον διεθνώς.
Ο ίδιος πάντως δήλωσε αθώος στην κατηγορία της ανθρωποκτονίας με «μειωμένο καταλογισμό» και ένοχος στην κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια.
Οι επτά ένορκοι, τέσσερις γυναίκες και πέντε άνδρες, δεν έκρυβαν το σοκ τους, σφίγγοντας τα χείλη τους από αποτροπιασμό και κάποιες στιγμές παίρνοντας το βλέμμα τους από το απόσπασμα διάρκειας 20 λεπτών με τα βασανιστήρια σε βάρος της 23χρονης. Ένας μεσήλικας ένορκος δεν μπόρεσε μάλιστα να συγκρατήσει τα δάκρυά του.
Χωρίς να φοράει μπλούζα, με παραπανίσια κιλά και αξύριστος, ο Τζάτινγκ εμφανίζεται στο βίντεο όπου είτε δείχνει το σώμα του θύματός του, είτε μιλάει με ανατριχιαστική ηρεμία σε μια σειρά μονολόγων που ο ίδιος περιγράφει ως «ναρκισσιστικά παραληρήματα».
«Μόλις σκότωσα κάποια, ο πρώτος άνθρωπος που σκότωσα ποτέ, έκοψα τον λαιμό της στο μπάνιο…», αναφέρει αρχικά.
«Αυτές δεν είναι οι πράξεις ενός λογικού ανθρώπου», ακούγεται να παραδέχεται επίσης ο 31χρονος σε μια άλλη καταγραφή, συμπληρώνοντας: «Αυτές δεν είναι πράξεις κάποιου που πρέπει να κυκλοφορεί ελεύθερος. Αυτή τη στιγμή θα έπρεπε να νιώθω αηδιασμένος για τον εαυτό μου, θα έπρεπε να νιώθω τύψεις, αλλά αισθάνομαι μόνο πείνα και είμαι κ@υ...νος. Αρχικά ένιωθα κάπως άσχημα, αλλά τα συναισθήματά μου τώρα είναι περισσότερο θετικά. Όταν παίρνω ναρκωτικά έχω την τάση να κάνω ανοησίες».
«Αν και πολλοί μπορεί να θεωρήσουν αυτές τις καταγραφές το ναρκισσιστικό παραλήρημα ενός βασανιστή και δολοφόνου, ελπίζω κάποιος να τις βρει χρήσιμες για την κατανόηση ενός μη φυσιολογικού μυαλού», καταλήγει ο δράστης σε αυτά τα βίντεό του, τα οποία πάντως δεν δημοσιεύτηκαν, ενώ οι δημοσιογράφοι που κάλυπταν τη δίκη μπόρεσαν να ακούσουν μόνο το ηχητικό σκέλος τους.
Ο Τζάτινγκ, ο οποίος κατείχε υψηλόβαθμη θέση στην τράπεζα επενδύσεων Bank of America στο Χονγκ Κονγκ πριν από τη σύλληψή του, κάποια στιγμή καταγράφει επίσης τον εαυτό του ενώ κάνει χρήση κοκαΐνης, εξηγώντας πώς βασάνισε την Νίνγκσιχ.
«Της συμπεριφέρθηκαν όχι ως άνθρωπο, αλλά ως σεξουαλικό αντικείμενο» υποστηρίζει, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι την ώρα που κοίταζε τις αποτρόπαιες ενέργειές του μέσω των βίντεο που εντοπίστηκαν στο iPhone του και παίχτηκαν στο δικαστήριο, περιστοιχισμένος από τρεις αστυνομικούς, έκλεινε τα μάτια του ή κάλυπτε το πρόσωπό του για να μην βλέπει.
Στο βιντεοσκοπημένο υλικό, ο πρώην τραπεζίτης ακούγεται επίσης να μιλάει ήρεμα την ώρα που κακοποιεί την Νίνγκσιχ, μια μητέρα που μεγάλωνε μόνη της το παιδί της και είχε επισκεφθεί το Χονγκ Κονγκ με τουριστική βίζα.
Ο ίδιος, δε, φώναζε το θύμα του «Άλις» καθώς το βασάνιζε.
Σε κάποια άλλη στιγμή, ο Τζάτινγκ περιγράφει μια «φαντασίωσή» του: να απαγάγει 3 έφηβες από το Ουάικομπ Άμπεϊ, ένα σχολείο θηλέων στο Χάι Ουάικομπ, μια πόλη βορειοδυτικά του Λονδίνου...
Υπενθυμίζεται ότι τον απόλυτο εφιάλτη, μέχρι που τελικά ξεψύχησαν, έζησαν στα χέρια ενός Βρετανού τραπεζίτη οι δύο ιερόδουλες.
Οι λεπτομέρειες που είδαν το φως της δημοσιότητας από τα δυο αποτρόπαια εγκλήματα πρωτοφανούς σκαιότητας, τα οποία συνέβησαν στις 25 Οκτωβρίου του 2014, συγκλονίζουν και σοκάρουν την κοινή γνώμη, προκαλώντας ανατριχίλα.
Οι δύο νεαρές γυναίκες, ηλικίας 23 και 26 ετών, δεν είχαν φανταστεί το μαρτύριο και τα βασανιστήρια στα οποία θα υποβάλλονταν όταν περνούσαν την πόρτα του πολυτελούς διαμερίσματος του Rurik Jutting στο Χονγκ Κονγκ, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές ορέξεις του επί πληρωμή.
Όπως δεν φαντάζονταν πόσο διεστραμμένος θα αποδεικνύονταν ο 31χρονος τραπεζίτης, ο οποίος εργαζόταν στη Merrill Lynch. Επί τρεις ολόκληρες ημέρες βασάνιζε, υπό την επήρεια κοκαΐνης, μία από αυτές με sex-toys, τανάλιες, τη ζώνη του, αλλά και με τα ίδια του τα χέρια, πριν τη σφάξει με ένα μαχαίρι.
Ανάγκασε μάλιστα την 23χρονη Sumarti Nigsih, μετά από τρεις ημέρες ανελέητων βασανιστηρίων, να γλύψει το καπάκι της τουαλέτας, ενώ ταυτόχρονα της πριόνιζε το λαιμό με ένα οδοντωτό μαχαίρι/ Ήταν μητέρα ενός 5χρονου αγοριού, το οποίο ζούσε με τους γονείς της στην Ινδονησία, ενώ αυτή βρισκόταν στη χώρα με VISA προκειμένου να εργαστεί ως ιερόδουλη και να τους στέλνει χρήματα…
Ο Jutting, απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, «ψώνισε» το δεύτερο θύμα του, την 26χρονη Seneg Mujiasih, από ένα μπαρ της περιοχής. Μόλις έφτασαν στο διαμέρισμά του, εκείνη είδε δίπλα στον καναπέ ένα αυτοσχέδιο φίμωτρο, με αποτέλεσμα - σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο - να αρχίσει να ουρλιάζει, προφανώς επειδή συνειδητοποίησε πως κάτι δεν πήγαινε καλά.
Ο 31χρονος άρπαξε τότε ένα μαχαίρι που είχε κρύψει κάτω από το μαξιλάρι και την έσφαξε, αφού η άτυχη γυναίκα πρόβαλε σθεναρή αντίσταση και δεν σταματούσε να φωνάζει.
Το γεγονός μάλιστα ότι κατέγραφε τις φρικιαστικές πράξεις του με κάμερα, δηλώνοντας πόσο απολάμβανε να κυριαρχεί πάνω στις γυναίκες, προκαλεί ακόμα περισσότερο την αίσθηση του αποτρόπαιου. Σε ένα από τα βίντεο, δε, που τράβηξε με το κινητό του, ο Βρετανός απαθανατίζεται να λέει πόσο απόλαυσε το φόνο, με το πτώμα μιας εκ των δύο γυναικών, να διακρίνεται στο πίσω μέρος.
Tα άψυχα σώματα των δυο γυναικών εντοπίστηκαν στο διαμέρισμα του σαδιστή Jutting. Το ένα (του πρώτου θύματος) μέσα σε μια βαλίτσα στο μπαλκόνι και το άλλο στο σαλόνι.
Κάλεσε πάντως ο ίδιος τις αρχές σε κατάσταση πανικού, ενώ είχε ακόμα παραισθήσεις από τα σκληρά ναρκωτικά που είχε πάρει…
Λίγο μετά τη σύλληψή του τον Νοέμβριο του 2014, η Bank of America ανακοίνωσε ότι ο Τζάτινγκ εργαζόταν εκεί μέχρι πρόσφατα, αλλά δεν ανέφερε πότε ακριβώς ή τους λόγους που εκείνος έφυγε.
Ο ίδιος μίλησε για το ρόλο του ως αντιπρόεδρος της τράπεζας και έκανε λόγο για «κατάθλιψη οφειλόμενη σε εργασιακούς λόγους».