Δημοψήφισμα Ιταλία: Μετά τον Κάμερον, ο Ρέντσι δείχνει το δρόμο της... εξόδου
Παρά το όσα ακούγονται και γράφονται περί «ήττας Ρέντσι», πολλοί είναι αυτοί που διαβάζουν... διαφορετικά το Ιταλικό δημοψήφισμα.
- Άραγε ο Ματέο Ρέντσι δεν γνώριζε ποιο θα είναι το αποτέλεσμα;
- Μήπως ο Ιταλός πρωθυπουργός αναζητούσε μια καλή δικαιολογία για να αποφύγει το πολιτικό κόστος της σκληρής λιτότητας που ταλανίζει, τη χώρα του, τις τράπεζες της χώρας του, αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη;
«Αναλαμβάνω την ευθύνη της ήττας», δήλωσε ο Ματέο Ρέντσι σε τηλεοπτικό του διάγγελμα. «Αύριο το απόγευμα θα συγκαλέσω συνεδρίαση του τελευταίου υπουργικού συμβουλίου και θα ανέβω στο προεδρικό μέγαρο να παραιτηθώ», πρόσθεσε ο Ρέντσι. Έδωσε την διαβεβαίωση ότι η κυβέρνησή του θα δουλέψει, πριν παραιτηθεί, για την τελική έγκριση του προϋπολογισμού του 2017 και για τα τελευταία μέτρα υπέρ των σεισμοπαθών».
«Έχασα και το λέω με δυνατή φωνή: έκανα ό,τι μπορούσα, αλλά με την ήττα δεν μπορείς να σφυρίζεις αδιάφορα», τόνισε ο Ιταλός κεντροαριστερός πρωθυπουργός. Ευχαρίστησε τη σύζυγό του Ανιέζε και τα παιδιά του, με έντονη συγκίνηση. «Για να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα, δεν μπορούμε να μείνουμε γραπωμένοι στις καρέκλες μας», δήλωσε ο Ματέο Ρέντσι, και εξήγησε ότι «οι ηγέτες του μετώπου του όχι θα πρέπει να αναλάβουν, τώρα, την πρωτοβουλία για την έγκριση νέου εκλογικού νόμου». «Μπορεί να χάσει, κανείς, ένα δημοψήφισμα, αλλά η χώρα μας είναι η ωραιότερη του κόσμου», είπε, παράλληλα, ο επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος.
Οι πολιτικές ανάγνωσης του δημοψηφίσματος είναι αρκετές. Όπως εκτιμούν αρκετοί αναλυτές, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι μια απάντηση των λαών στη σκληρή λιτότητα της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης.
Ο πρώτος που έθεσε εαυτόν εκτός, με τη μέθοδο του δημοψηφίσματος ήταν ο Ντέιβιντ Κάμερον.
Βεβαίως, πριν από τον Κάμερον, επιχείρησε να το κάνει ο Αλέξης Τσίπρας, μόνο που ο Έλληνας πρωθυπουργός πήγε μέχρι τα μισά της διαδρομής.
Ο κ. Τσίπρας, άλλαξε κατά το δοκούν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, παρερμηνεύοντας την πρόθεση του λαού.
Ο Κάμερον αντίθετα έβαλε τη χώρα του στις ράγες της εξόδου, ενώ το ίδιο ενδεχομένως επιχειρεί και ο Ρέντσι.
Δημοψήφισμα Ιταλία LIVE: Εφιαλτικό σενάριο για την Ελλάδα μετά το «ΟΧΙ»
Το «Bloomberg» προσπάθησε να ρίξει «φως» στο πώς θα επηρεάσει την Ελλάδα το ιταλικό δημοψήφισμα.
Καθόλου τυχαία δεν είναι η παρέμβαση του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα ο οποίος, μιλώντας στο «Bloomberg», δήλωσε προ ημερών: «Οι ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες θα έχουν πολύ μεγαλύτερο ρόλο να διαδραματίσουν εάν οι εξελίξεις δεν είναι τόσο ευνοϊκές στην πολιτική σφαίρα».
«Εάν υπάρχει περισσότερη μεταβλητότητα, περισσότερη αβεβαιότητα, περισσότερος προστατευτισμός, θέλουμε να είμαστε ένας ακόμα ισχυρότερος πυλώνας σταθερότητας», πρόσθεσε.
«Ο μεγαλύτερος φόβος μου είναι ότι σε ένα χρόνο ο πολιτικός χάρτης της Ευρώπης ίσως είναι διαφορετικός», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας.
Το ευρώ στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο του 2015
Η ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου υποχωρεί πέφτοντας στο χαμηλότερο επίπεδό της τους τελευταίους 20 μήνες στις πρώτες συναλλαγές σήμερα στα ασιατικά χρηματιστήρια μετά τη νίκη του «όχι» στο δημοψήφισμα στην Ιταλία, ένα πλήγμα για τον πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι ο οποίος ανακοίνωσε την παραίτησή του.
Το ευρώ υποχώρησε μόλις τα exit-polls τα οποία ανακοινώθηκαν αμέσως μετά το κλείσιμο της κάλπης στις 07.00 ώρα Τόκιο (24.00 ώρα Ελλάδας) έδιναν νίκη στο «όχι», με ποσοστό πάνω από 54% και μάλιστα κοντά στο 60%. Στη συνέχεια το ευρώ έφθασε το 1,0506 δολάριο στις 08.22' ώρα Τόκιο (01.22' ώρα Ελλάδας) έναντι 1,0664 την Παρασκευή στη Νέα Υόρκη.Πρόκειται για το χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο του 2105: το ευρώ είχε πέσει τότε στο 1,0458 δολάριο.
«Άμεσα εκλογές» ζητά το κίνημα Πέντε Αστέρων
Την άμεση προκήρυξη εκλογών ζήτησαν πέντε βουλευτές του κινήματος Πέντε Αστέρων, μετά την νίκη του «όχι» στο συνταγματικό δημοψήφισμα. «Είμαστε πολύ ικανοποιημένοι. Δώσαμε μεγάλη μάχη και κέρδισαν οι πολίτες, ενάντια σε μια μεταρρύθμιση που μας στερούσε τα δικαιώματά μας», δήλωσε ο βουλευτής Αλεσσάντρο Ντι Μπατίστα. Πρόσθεσε, δε, ότι «τα Πέντε Αστέρια δεν εκπροσωπούν, πλέον, την αντιπολιτική».
Ο δε αντιπρόεδρος της Βουλής, Λουίτζι Ντι Μάιο, τόνισε ότι «έχασε η αλαζονεία στην εξουσία» ενώ, παράλληλα, δήλωσε με έμφαση ότι «από αύριο ξεκινά η επεξεργασία του προγράμματος των Πέντε Αστέρων για την διακυβέρνηση της χώρας και ο καθορισμός της κυβερνητικής του ομάδας».
Ο Ντι Μάιο υπογράμμισε, πάντως, ότι «το κίνημά του είναι έτοιμο να συμβάλει σε όλα τα αναγκαία βήματα για να μπορέσουν να προκηρυχθούν οι εκλογές», καθιστώντας σαφές, όμως, ότι «στην κυβέρνηση της χώρας, μπορεί να φτάσει, κανείς, μόνον διαμέσου της λαϊκής ψήφου και όχι με tweet».
Τα σενάρια της επόμενης ημέρας
Η παραίτηση του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι θα προκαλέσει μια περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας στην Ιταλία. Βάσει του συντάγματος, ο πρόεδρος της χώρας Σέρτζιο Ματαρέλα είναι αυτός που ορίζει τι θα συμβεί στη συνέχεια και έχει πολλές επιλογές.
Ο Ρέντσι παραμένει στην εξουσία
Μετά την παραίτησή του, την οποία ο Ρέντσι πρέπει να υποβάλει στο υπουργικό συμβούλιο, ο Ματαρέλα ενδέχεται να του ζητήσει να σχηματίσει νέα κυβέρνηση.
Είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου, είτε με την παρούσα πλειοψηφία του, είτε με μία νέα πλειοψηφία στην οποία θα περιληφθεί και η Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, όπως αυτός το έχει αφήσει να εννοηθεί τις τελευταίες ημέρες.
Όμως μετά την ανακοίνωση που έκανε σήμερα τα ξημερώματα ο Ρέντσι, αυτό το ενδεχόμενο δεν μοιάζει πιθανό. «Η εμπειρία μου ως επικεφαλής της κυβέρνησης σταματά εδώ», δήλωσε. Επίσης η συντριπτική νίκη του «όχι», με 60% σύμφωνα με τα προσωρινά αποτελέσματα, απομακρύνει την πιθανότητα αυτή.
Ορισμός κυβέρνησης τεχνοκρατών
Είναι το πιθανότερο σενάριο. Ο Σέρτζιο Ματαρέλα διορίζει πρωθυπουργό πρόσωπο που θα έχει την υποστήριξη της σημερινής πλειοψηφίας ή μίας νέας διευρυμένης πλειοψηφίας.
Πολλά ονόματα κυκλοφορούν στο πλαίσιο του σεναρίου αυτού: του σημερινού υπουργού Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν, του υπουργού Οικονομικής Ανάπτυξης Κάρλο Καλέντα, του προέδρου της Γερουσίας Πιέτρο Γκράσο.
Η κυβέρνηση αυτή αναμένεται να αναλάβει την κατάρτιση και την υιοθέτηση του προϋπολογισμού του 2017 και την τροποποίηση του εκλογικού νόμου εν όψει πρόωρων εκλογών.
Όμως θα μπορούσε επίσης να ασκήσει εξουσία μέχρι το τέλος της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, το 2018, προς μεγάλη δυσαρέσκεια του λαϊκιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων, που ζητά να διεξαχθούν εκλογές το συντομότερο δυνατό.
Άμεση διάλυση του Κοινοβουλίου
Είναι το πιο απίθανο σενάριο: η πρόσφατη εκλογική μεταρρύθμιση προσφέρει μεγάλο πριμ στην πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ η ματαίωση της συνταγματικής μεταρρύθμισης της Γερουσίας διατηρεί εκεί το αναλογικό σύστημα, καθιστώντας τα δύο σώματα του ιταλικού κοινοβουλίου ασύμβατα.
Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, το οποίο οι δημοσκοπήσεις δίνουν νικητή σε περίπτωση εκλογών με το ισχύον πλειοψηφικό σύστημα, επιδιώκει την προσφυγή στις κάλπες το συντομότερο δυνατόν. Όμως όλες οι άλλες πολιτικές παρατάξεις είναι αντίθετες με τη διεξαγωγή εκλογών πριν από την επιστροφή σε ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα ακριβώς επειδή φοβούνται μια νίκη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων.
Προτιμούν να προηγηθεί η τροποποίηση του εκλογικού νόμου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων προς μια αναλογική μορφή.
Ο Ματαρέλα είναι αυτός που θα αποφασίσει το τελικό σενάριο. Πρέπει όμως να διασφαλίσει ότι θα υπάρχει πλειοψηφία για τον σχηματισμό κυβέρνησης τεχνοκρατών αν επιθυμεί, όπως πολλοί αναλυτές εκτιμούν, να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές του χρόνου.
Η ΕΚΤ σε ετοιμότητα να αγοράσει ιταλικά ομόλογα
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είναι έτοιμη να αυξήσει προσωρινά τις αγορές των ιταλικών κρατικών ομολόγων, εάν το αποτέλεσμα του κρίσιμου δημοψηφίσματος οδηγήσει σε άλμα το κόστος δανεισμού της χώρας, η οποία έχει το υψηλότερο χρέος στην ευρωζώνη, είχαν δηλώσει πηγές της κεντρικής τράπεζας στο Reuters στις 29 Νοεμβρίου.
Ενόψει του δημοψηφίσματος της 4ης Δεκεμβρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση καταγράφονταν έντονες ρευστοποιήσεις στα ιταλικά κρατικά ομόλογα και τις τραπεζικές μετοχές, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος πολιτικής αναταραχής.
Η ΕΚΤ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το πρόγραμμα των μηνιαίων αγορών ομολόγων ύψους 80 δισεκ. ευρώ για να αντισταθμίσει την όποια άμεση, περαιτέρω αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων μετά το δημοψήφισμα, καθησυχάζοντας τις αγορές και στηρίζοντας τα ομόλογα, σύμφωνα με τέσσερις πηγές από την κεντρική τράπεζα που θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους.
Οι πηγές προσέθεσαν ότι το πρόγραμμα είναι αρκετά ευέλικτο για να επιτρέπει την προσωρινή αύξηση των αγορών ιταλικών ομολόγων και ότι μια τέτοια κίνηση δεν χρειάζεται απαραίτητα την έγκριση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, που συνεδριάζει στις 8 Δεκεμβρίου για να αποφασίσει εάν θα επεκτείνει το συγκεκριμένο πρόγραμμα και μετά τον Μάρτιο.
Ωστόσο τόνισαν ότι κάτι τέτοιο θα περιοριστεί χρονικά σε μερικές ημέρες ή εβδομάδες για να αντισταθμιστεί η όποια άμεση αστάθεια στην αγορά, διότι το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων έχει σχεδιαστεί για να ενισχύσει τον πληθωρισμό και την οικονομική ανάπτυξη σε όλη την ευρωζώνη και όχι για να αντιμετωπίζει κρίσεις σε μεμονωμένες χώρες.
Αυτό σημαίνει ότι, εάν η Ιταλία ή οι τράπεζές της χρειαστούν μακροπρόθεσμη οικονομική στήριξη, η Ρώμη θα πρέπει να υποβάλει επίσημο αίτημα για βοήθεια.
«Το Διοικητικό Συμβούλιο καταλαβαίνει ότι υπάρχει κάποιο περιθώριο για βοήθεια προς την Ιταλία, το οποίο θα χρησιμοποιηθεί, εάν χρειαστεί. Το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων έχει ενσωματωμένη ευελιξία», είχε δηλώσει μία από τις πηγές. «Το βασικό είναι ότι η ΕΚΤ πρέπει να πεισθεί ότι η αστάθεια μπορεί να ξεπεραστεί με τη χρήση αυτής της ευελιξίας».
Μοσκοβισί: Η Ιταλία είναι μια «ισχυρή» χώρα
Η Ιταλία είναι μια «ισχυρή χώρα» η οποία μπορεί να αντιμετωπίσει την περίοδο αβεβαιότητας που προκλήθηκε από την παραίτηση του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, μετά την επικράτηση του «όχι» στο χθεσινό δημοψήφισμα, δήλωσε σήμερα ο Ευρωπαίος επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί.
«Είναι μια ισχυρή χώρα, με ισχυρές αρχές και έχω πλήρη εμπιστοσύνη στην Ιταλία για να αντιμετωπίσει την κατάσταση», επεσήμανε ο επίτροπος αρμόδιος για Οικονομικές Υποθέσεις Πιερ Μοσκοβισί μιλώντας στο γαλλικό τηλεοπτικό δίκτυο France 2.
Παραδεχόμενος ότι στην Ιταλία υπάρχει «πολιτική αστάθεια», όπως μαρτυρούν οι πολλές αλλαγές κυβερνήσεων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μοσκοβισί πρόσθεσε ότι από οικονομικής άποψης «η χώρα είναι εξαιρετικά σταθερή, είναι μια μεγάλη οικονομία, είναι μια χώρα πολύ προσηλωμένη στην Ευρώπη».
Για ποια ζητήματα καλούνταν να ψηφίσουν οι Ιταλοί;
Μια σειρά από πολύ σημαντικές αλλαγές στο ιταλικό πολιτικό σύστημα είναι η απάντηση.
Οι μεταρρυθμίσεις, οι οποίες επηρέαζαν το ένα τρίτο του ιταλικού Συντάγματος, είχαν ήδη εγκριθεί από το κοινοβούλιο, αλλά από μια μικρή πλειοψηφία, γεγονός που σε τέτοιες περιπτώσεις εναποθέτει την τελική κρίση στα «χέρια» του ιταλικού λαού.
Σύμφωνα με το ισχύον σύστημα, το οποίο εδραιώθηκε μέσω των διατάξεων του ιταλικού Συντάγματος το 1948, υπάρχουν δύο σώματα του κοινοβουλίου που αποτελούνται από άμεσα εκλεγμένους βουλευτές. Η Βουλή των Αντιπροσώπων και η Γερουσία. Και τα δύο σώματα διαθέτουν την ίδια δύναμη -το «τέλειο διθάλαμο σύστημα»- όμως και τα δύο πρέπει να συμφωνήσουν προκειμένου ένα νομοσχέδιο να γίνει νόμος. Αυτό πολύ απλά σημαίνει ότι σε περιπτώσεις αμφιλεγόμενων νομοθετικών προτάσεων η διαδικασία ενδέχεται να αποβεί εξαιρετικά χρονοβόρα. Για παράδειγμα, ένας νόμος που έδινε σε παιδιά που γεννήθηκαν εκτός γάμου, τα ίδια δικαιώματα με τα παιδιά των παντρεμένων ζευγαριών, χρειάσθηκε σχεδόν 1.300 ημέρες για να εγκριθεί.
Σύμφωνα με τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις, η Γερουσία θα έχανε σχεδόν όλη την εξουσία της, καθώς ο αριθμός των γερουσιαστών θα μειωνόταν από 315 σε μόλις 100, αλλά ακόμη και αυτοί οι γερουσιαστές θα έπαυαν να εκλέγονται άμεσα απ’ το εκλογικό σώμα. Αντ 'αυτού, το σώμα των 100 γερουσιαστών θα απαρτιζόταν από νομοθέτες που θα επιλέγονταν από τις περιφερειακές συνελεύσεις, ενώ ορισμένοι δήμαρχοι θα είχαν διττό ρόλο επίσης ως γερουσιαστές και κάποιοι λίγοι θα επιλέγονταν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (74 περιφερειακοί σύμβουλοι, 21 δήμαρχοι και 5 διορισμένοι από τον ΠτΔ).
Οι τελευταίοι, δεν θα ήταν γερουσιαστές με ισόβια εξουσία, αλλά θα υπηρετούσαν το σώμα για επταετή περίοδο με δυνατότητα ανανέωσης, ενώ σε περίπτωση που προέκυπτε η αναγκαιότητα ψήφου εμπιστοσύνης η ιταλική κυβέρνηση δεν θα χρειαζόταν την ψήφο και της Γερουσίας, καθώς θα αρκούσε εκείνη της ιταλικής βουλής.
Αν η πολιτική καμπάνια υπέρ του «Ναι» υπερίσχυε και οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις πέρναγαν, οι εξουσίες της εκάστοτε κυβέρνησης θα ενισχύονταν για πολλούς σε υπερβολικό βαθμό, έχοντας προκαλέσει ήδη έντονες αντιδράσεις, καθώς οι περισσότεροι νόμοι, συμπεριλαμβανομένου του ιταλικού προϋπολογισμού, θα μπορούσαν να περνάνε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, χωρίς διαβουλεύσεις από την πλευρά της Γερουσίας.
Επί της ουσίας, η Γερουσία θα είχε μόνο τη δύναμη να επεμβαίνει σε ζητήματα που αφορούσαν σε άλλες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις και την επικύρωση των συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα, οι Ιταλοί καλούνταν να αποφανθούν αν θα καταργηθούν οι νομαρχίες με τη σημερινή τους μορφή και το Εθνικό Συμβούλιο Οικονομίας και Εργασίας (Cnel).
Σε ό,τι αφορά στη σχέση της κεντρικής κυβέρνησης με τις περιφέρειες, ο νόμος που καλούνταν να εγκρίνουν ή να καταψηφίσουν οι Ιταλοί προέβλεπε ότι η φορολογική πολιτική, οι υποδομές και η ενέργεια πρέπει να είναι αποκλειστικής αρμοδιότητας του κεντρικού κράτους, όχι κάθε δήμου και περιφέρειας. Προτεινόταν, παράλληλα, η μείωση του αναγκαίου αριθμού ψήφων για να εκλέγεται ο πρόεδρος της Δημοκρατίας: από την τέταρτη ψηφοφορία θα ήταν αρκετή μια πλειοψηφία τριών πέμπτων. Από την έβδομη ψηφοφορία και πέρα το απαιτούμενο όριο θα ήταν τα τρία πέμπτα από όσους βουλευτές και γερουσιαστές συμμετείχαν στην ψηφοφορία.
Δείτε ΕΔΩ όλες τις ειδήσεις σχετικά με το ιταλικό δημοψήφισμα.