Πριγκίπισσα Νταϊάνα: Συγκλονίζουν τα τελευταία της λόγια λίγο πριν ξεψυχήσει

H ζωή της πριγκίπισσας Νταϊάνα ήταν συναρπαστική μέχρι και το θάνατό της. Η γαλλική έρευνα που πραγματοποιήθηκε, όπως εξάλλου και η βρετανική, καθώς και η νεκροψία, δεν έδειξαν ότι ο θάνατός της ήταν «ύποπτος». Βέβαια, αυτό δεν έσβησε τις θεωρίες συνωμοσίας, σύμφωνα με τις οποίες η πριγκίπισσα ήταν θύμα του «καθεστώτος».
3'

Η 36χρονη πριγκίπισσα έφυγε από το ξενοδοχείο Ritz στο Παρίσι λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 31ης Αυγούστου 1997 με το σύντροφό της, Ντόντι αλ Φαγιέντ και τον σωματοφύλακά της, Τρέβορ Ρις Τζόουνς. Η Mercedes της, την οποία κυνηγούσαν παπαράτσι, προσέκρουσε σε μια τσιμεντένια κολόνα στην σήραγγα Αλμά, τρέχοντας με περισσότερα από 100 χιλιόμετρα την ώρα. Η πριγκίπισσα, ο Φαγιέντ και ο οδηγός της σκοτώθηκαν. Ο Ρις Τζόουνς τραυματίστηκε, αλλά κατάφερε να επιζήσει.

Είκοσι χρόνια μετά το θάνατο της αγαπημένης πριγκίπισσας των Βρετανών, ο πυροσβέστης που τη βοήθησε ενώ βρισκόταν ακόμη βαρύτατα τραυματισμένη στο πίσω κάθισμα της Mercedes μιλά για όσα έγιναν εκείνα, τα πρώτα κρίσιμα λεπτά.

Ο λοχίας Χαβιέ Γκουρμελόν, πυροσβέστης, ήταν από τους πρώτους που βρέθηκαν στο σημείο του δυστυχήματος, δευτερόλεπτα αφότου αυτό συνέβη. Ο πυροσβεστικός σταθμός που υπηρετούσε απέχει μόλις λίγα μέτρα από τη γέφυρα Αλμά. «Οι άνδρες μου ήταν ήδη στα οχήματά τους, μας πήρε λιγότερο από τρία λεπτά για να φθάσουμε, ήμασταν οι πρώτοι», λέει.

Όταν πλησίασε τη Νταϊάνα, είχε τις αισθήσεις της. Ήταν στο πάτωμα του αυτοκινήτου, είχε τα μάτια της ανοιχτά. Ήταν ανήσυχη. «Θεέ μου, τι συνέβη;», έλεγε.

«Κάναμε ό,τι σε κάθε τροχαίο. Πιάσαμε αμέσως δουλειά, κοιτάξαμε ποιοι είναι ζωντανοί, ποιοι νεκροί. "Θεέ μου, τι συνέβη;", μου είπε η Νταϊάνα. Κουνιόταν ελαφρά. Μπορούσα να δω ότι ήταν ελαφρά τραυματισμένη στον δεξιό της ώμο, αλλά εκτός από αυτό δεν έβλεπα κάποιο άλλο σημαντικό τραύμα. Δεν υπήρχε καθόλου αίμα. Για να είμαι ειλικρινής, σκέφτηκα ότι θα ζήσει. Της κρατούσα το χέρι και της έλεγα να είναι ήρεμη και να μείνει ακίνητη, της έλεγα ότι ήμουν εκεί για να την βοηθήσω. Εκείνη μου έλεγε συνεχώς: “Θεέ μου τι συνέβη;”», περιέγραψε ο πυροσβέστης, μιλώντας στη Sun.

Όπως εξήγησε, εκείνη τη στιγμή έφθασε ένας γιατρός και είπε ότι πρέπει να την απεγκλωβίσουν, κάτι το οποίο έκαναν σχετικά εύκολα, αφού δεν χρειάστηκε να κόψουν το αυτοκίνητο. «Της έδωσα οξυγόνο και η ομάδα μου έμεινε στο πλευρό της, καθώς τη βγάζαμε από το αυτοκίνητο. Τη βγάλαμε έξω, τη βάλαμε σε μια σανίδα και μετά στο φορείο. Ο φόβος σε ένα τροχαίο είναι μην τυχόν υπάρχει χτύπημα στη σπονδυλική στήλη, οπότε για να προφυλάξουμε τον τραυματία τον ακινητοποιούμε», είπε, εξηγώντας ότι λίγα λεπτά αργότερα σταμάτησε να αναπνέει και η καρδιά της άρχισε να χτυπά ξανά αφότου της έκαναν τεχνητή αναπνοή.

Ο 50χρονος σήμερα πυροσβέστης υποστηρίζει ότι δεν γνώριζε, μέχρι εκείνο το σημείο, ποια ήταν η γυναίκα στο αυτοκίνητο. Το κατάλαβε όταν την είχαν βάλει ήδη στο φορείο: «Ήρθε ο υπεύθυνος της επιχείρησης απεγκλωβισμού και με ρώτησε αν τη γνώριζα. Δεν τη γνώριζα και τότε ξανακοίταξα πίσω στο ασθενοφόρο και αντιλήφθηκα ποια είναι. Θα κάναμε τα ίδια, όποια και να ήταν. Ένα πράγμα θυμάμαι πάντως: Ότι οι δύο επιβαίνοντες που κάθονταν στα πίσω καθίσματα της Mercedes δεν φορούσαν ζώνες ασφαλείας».

Σχετικές ειδήσεις