Άρθρο έκπληξη στο Spiegel για το ρόλο των Ελλήνων στις γερμανικές εκλογές
Επιχειρώντας να απαντήσει στο ερώτημα πώς θα μπορούσε να αποκτήσει επιτέλους ζωντάνια ο ομολογουμένως ανιαρός προεκλογικός αγώνας στη Γερμανία, ο Γερμανός δημοσιογράφος προχωρά σε μια τελείως ανορθόδοξη, όπως ομολογεί, πρόταση: να ψηφίσουν στις γερμανικές εκλογές και οι Έλληνες. Βεβαίως και πρόκειται για μια πρόταση που κινείται στη σφαίρα της (εκλογικής) φαντασίας. Εντούτοις το φανταστικό αυτό σενάριο δίνει την ευκαιρία στον Τόμας Φρίκε να αναπτύξει και να αναδείξει την πραγματική και ουσιαστική σχέση των γερμανικών εκλογών με την Ελλάδα της κρίσης.
«Καταρχήν θα ήταν δίκαιο να αφήσουμε μια φορά τους Έλληνες να συναποφασίσουν. Εντέλει ο υπουργός μας επί των Οικονομικών μαζί με όλους τους Μπόσμπαχ που έχουμε (σσ. χριστιανοδημοκράτης βουλευτής του σκληρού μετώπου κατά της Ελλάδας) συναποφάσισε επίσης πριν από δυο χρόνια εάν οι Έλληνες πρέπει να συνεχίσουν την πολιτική της λιτότητας με συνεχείς νέες περικοπές και φόρους για να πάρουν σε αντάλλαγμα φρέσκο χρήμα. Τον Ιούλιο του 2015 οι Έλληνες είπαν μεν σε δημοκρατική ψηφοφορία ότι δεν θέλουν πια, ωστόσο ο δικός μας υπουργός Οικονομικών και οι συνάδελφοί του είχαν άλλη άποψη. Οι κανόνες του Σόιμπλε. Μια τρόπον τινά δημοκρατική κοινοπραξία όπου την τελευταία κουβέντα έχουν οι Γερμανοί».
Ανέφικτος χωρίς τους Έλληνες ο ισοσκελισμένος προϋπολογισμός
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο θα έπρεπε να ψηφίσουν οι Έλληνες στη Γερμανία είναι ότι συνέβαλαν στη δημοτικότητα της ομάδας Μέρκελ και κυρίως στον εκπληκτικό απολογισμό του Β. Σόιμπλε, όπως αναφέρει: «Διότι σύμφωνα με διαγνώσεις που δεν φαίνεται να αμφισβητεί πλέον κανείς, οι συνεχείς κρίσεις της Ελλάδας οδήγησαν στο να επενδύεται όλο και περισσότερο χρήμα σε γερμανικά ομόλογα. Αυτό οδήγησε φυσικά στη μείωση των γερμανικών επιτοκίων (…). Σύμφωνα με το Ινστιτούτο IWH ο Β. Σόιμπλε εξοικονόμησε έτσι 100 δισ. ευρώ. (…) Εκτός αυτού ο ταμίας μας πήρε και γερά επιτόκια για τα δάνεια στους Έλληνες. Και δεν πρόκειται για αστείο. Απλά μαθηματικά αρκούν για να συμπεράνει κανείς ότι χωρίς τους Έλληνες ο Σόιμπλε δεν θα πετύχαινε ποτέ ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Ποιος ξέρει εάν θα ήταν εδώ τόσο δημοφιλής και εάν επανεκλεγόταν η καγκελάριος;».
Ο τρίτος λόγος όμως είναι ο σημαντικότερος κατά τον συντάκτη. «Φυσικά και δώσαμε χρήματα στους Έλληνες. Θα μπορούσε να οδηγηθεί κανείς στο ελεεινό συμπέρασμα ότι έχουμε και το δικαίωμα να (συν-)αποφασίζουμε τι θα τα κάνουν». Στον αντίποδα όμως μπορεί να επιχειρηματολογήσει κανείς ότι και εκείνοι που βίωσαν την πολιτική αυτή θα πρέπει να μπορούν να συναποφασίζουν και να κρίνουν εάν η πολιτική αυτή ήταν εντέλει καλή και πρέπει να συνεχιστεί. «Να κληθούν δηλαδή να λογοδοτήσουν πολιτικά οι υπεύθυνοι. Έτσι όπως γίνεται στις ώριμες δημοκρατίες».
Σύμφωνα με τον συντάκτη, από οικονομική σκοπιά υπάρχουν αρκετοί λόγοι που συνηγορούν υπέρ του ότι οι συνεχείς περικοπές και οι αυξήσεις των φόρων δεν είχαν αποτέλεσμα και αντιθέτως επιδείνωσαν την κρίση. «Πρόσφατες εξελίξεις άφησαν να διαφανεί ότι υπάρχει και άλλος δρόμος. Εδώ και μερικούς μήνες πληθαίνουν οι θετικές ειδήσεις. Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται και πάλι (…). Ο λόγος δεν είναι ότι η Ελλάδα υλοποίησε αίφνης εν μια νυκτί όλα τα συμφωνηθέντα (…). Ή επειδή εντέλει δεν είναι ένα failed state, όπως αρέσκονται να συμπεραίνουν εδώ στη Γερμανία. Ο λόγος είναι ότι έγιναν στοχευμένα περισσότερες δαπάνες και επενδύσεις και δεν συνεχίζονται οι περικοπές (…). Κάποια στιγμή η οικονομία πρέπει να ανασάνει. Το ερώτημα είναι εάν αυτό μπορούσε να έχει γίνει νωρίτερα», εάν δεν επέμενε τόσο στην πολιτική αυτή κυρίως ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών.
Πάντως, όπως σημειώνεται, είναι κάπως παράλογο να εκθειάζεται ο Β. Σόιμπλε για τους σκληρούς του αγώνες κατά των χρεών, όταν ο ίδιος έχει έναν ιδανικό προϋπολογισμό μόνον επειδή οι άλλοι περνούν κρίση. Και ο οποίος έχει το ίματζ του σκληρού οικονόμου κυρίως επειδή αφήνει να υποφέρουν όχι οι δικοί τους ψηφοφόροι, αλλά άλλοι. Όπως οι Έλληνες».