Γερμανικές Εκλογές - Αποτελέσματα: Η πανωλεθρία της «νικήτριας» Μέρκελ – Πώς θα αλλάξει η Ευρώπη
Τα πρώτα συμπεράσματα - Η Ακροδεξιά στην Μπούντεσταγκ - Πώς «εκτοξεύθηκαν» οι ακροδεξιοί του AfD στη γερμανική βουλή - Πώς επηρεάζεται η Ελλάδα από το εκλογικό αποτέλεσμα - Τι είδους κυβέρνηση και προς ποια κατεύθυνση - Όλα τα πιθανά σενάρια της επόμενης
Πύρρειος νίκη
Η καγκελάριος κέρδισε μαζί με το κόμμα της τις εκλογές και οδεύει προς τέταρτη θητεία. Όμως το σκορ των χριστιανικών ενώσεων CDU/CSU, ανάμεσα στο 32,7% και 33,3%, σύμφωνα με τις προβλέψεις, είναι το χειρότερο που έχει καταγράψει ποτέ η γερμανική χριστιανοδημοκρατία. Μέχρι σήμερα, η χειρότερη εκλογική επίδοση καταγράφηκε το 2009 με 33,8%.
Κατά συνέπεια, η Άνγκελα Μέρκελ απέτυχε στον στόχο που το κόμμα της είχε θέσει, να φθάσει στο 40% τουλάχιστον. Αυτό κινδυνεύει να τροφοδοτήσει στους κόλπους των CDU και CSU τις επικρίσεις για τον κεντρώο προσανατολισμό της πολιτικής της. Αυτό θα περιπλέξει επίσης σοβαρά τις διαδικασίες για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού σε ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο.
Η Ακροδεξιά στη Μπούντεσταγκ
«Η Μέρκελ είναι η μητέρα του AfD», σύμφωνα με έναν από τους συντάκτες του κύριου άρθρου του Spiegel. Είτε συνέβαλε είτε όχι στην άνοδο του κόμματος με την εισδοχή άνω του ενός εκατομμυρίου προσφύγων, η Άνγκελα Μέρκελ ετοιμάζεται να μείνει στην ιστορία ως η καγκελάριος δεν μπόρεσε να εμποδίσει την είσοδο της εθνικιστικής δεξιάς στη γερμανική βουλή και μάλιστα με ποσοστό μεγαλύτερο από το αναμενόμενο.
Η Εναλλακτική για τη Γερμανία λαμβάνει άνω του 13% σύμφωνα με τις προβλέψεις και μπορεί να ελπίζει σε σχεδόν 90 έδρες. Εάν και αποτελεί μέρος του πολιτικού τοπίου στην Ευρώπη εδώ και χρόνια, η παρουσία στο γερμανικό κοινοβούλιο μίας εθνικιστικής και λαϊκιστικής δεξιάς που κάνει καμπάνια για το τέλος της μεταμέλειας για τις φρικαλεότητες του τρίτου Ράιχ σπάει ένα μεταπολεμικό ταμπού στη Γερμανία. Εκτός του θέματος των μεταναστών, το AfD επωφελείται από την άνοδο των κοινωνικών ανισοτήτων και της επισφάλειας στην αγορά εργασίας, παρά το χαμηλό ποσοστό της ανεργίας. Αυτά τα θέματα έδωσαν ώθηση και στην αριστερά του Die Linke, που λαμβάνει ένα 9%.
Τα πρώτα συμπεράσματα
Το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για την Γερμανία» (ΑfD) είναι αδιαμφισβήτητα ο μεγάλος νικητής και για πρώτη φορά στην ιστορία της μεταπολεμικής Γερμανίας ένα ακροδεξιό κόμμα με την παραπλανητική αυτή ονομασία εισέρχεται στο γερμανικό Κοινοβούλιο και είναι μάλιστα τρίτο κόμμα σε πανγερμανικό επίπεδο και δεύτερο στα ανατολικά κρατίδια. Ενδιαφέρον είναι ότι το ποσοστό αύξησής του αντιστοιχεί στο ποσοστό μείωσης των Χριστιανοδημοκρατών (περίπου 8%) σε πανγερμανικό επίπεδο.
Ο μεγάλος χαμένος είναι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (SPD), το οποίο καταγράφει το χαμηλότερο μεταπολεμικό ποσοστό του.
Στους χαμένους καταγράφονται και οι Χριστιανοδημοκράτες, παρά την επιτυχία τους να είναι και πάλι πρώτο κόμμα, αφού το ποσοστό τους μειώνεται κατά περίπου 8%, δηλαδή το δεύτερο χαμηλότερο μεταπολεμικά.
Ακόμα χειρότερο είναι το αποτέλεσμα του αδελφού (υπερσυντηρητικού) βαυαρικού βραχίονά του, του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος (CSU), το οποίο κατέγραψε το χειρότερο μεταπολεμικό ποσοστό του (38,5%) και ενδεχομένως να σκληρύνει τη στάση του σε θέματα όπως το προσφυγικό και να κάνει δύσκολη τη ζωή της κ. Μέρκελ.
Τα δύο μεγάλα κόμματα, λόγω της θεαματικής πτώσης τους, θα είναι πιο αδύναμα από ποτέ στην μεταπολεμική εκλογική ιστορία της Γερμανίας.
Η ολική επαναφορά του Φιλελεύθερου Κόμματος της Γερμανίας (FDP), το οποίο δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι επανερχόμενο στην κυβέρνηση, υπό την κ. Μέρκελ, θα ωφεληθεί και δεν θα έχει την τύχη του SPD. Ο πρόεδρός του Κρίστιαν Λίντνερ θα προτιμούσε να βρίσκεται στην αντιπολίτευση και πάντως στις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης θα διεκδικήσει ενδεχομένως και το υπουργείο Οικονομικών για να επιβάλει τις αλλαγές τις οποίες θεωρεί αναγκαίες για την Γερμανία.
Οι Πράσινοι κατάφεραν να μπουν στην Βουλή έστω και με μειωμένο ποσοστό σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, κάτι που οι δημοσκοπήσεις πριν το καλοκαίρι δεν θεωρούσαν πάντα ως απολύτως βέβαιο. Η συγκατοίκησή τους με το FDP αν και μοιάζει δύσκολη ποτέ δεν αποκλείστηκε προεκλογικά από την ηγεσία τους κόμματος.
Η γερμανική Αριστερά (Die Linke) δεν κατάφερε να παραμείνει τρίτο κόμμα, παραμένει όμως σταθερή και θα μπορούσε να αποτελέσει στο Κοινοβούλιο μια ισχυρή αριστερή αντιπολίτευση με το SPD, εάν βέβαια αυτό κάνει στροφή προς τις παραδοσιακές του πολιτικές αξίες, όπως υπαινίχτηκε σήμερα το βράδυ ο Μάρτιν Σουλτς.
Αν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ CDU, FDP και Πρασίνων δεν οδηγήσουν στο σχηματισμό τρικομματικής κυβέρνησης συνασπισμού τότε λογικά θα πρέπει να προκηρυχθούν νέες εκλογές, κάτι το οποίο θα είναι πρωτόγνωρο στην Γερμανία και αποκλείεται μέχρι τώρα από όλους.
O σχηματισμός κυβέρνησης συνασπισμού CDU-FDP-Πρασίνων θα έχει ως συνέπεια να λειανθούν οι ακραίες θέσεις των Φιλελευθέρων για την Ελλάδα, αφού οι Πράσινοι θα αποτελέσουν αντίβαρο στις απαιτήσεις τους για σκλήρυνση της στάσης απέναντι στην Ελλάδα, που φτάνουν μέχρι το Grexit. Στο θέμα αυτό η κ. Μέρκελ θα βρει συμμάχους και απέναντι στο αδελφό CSU, το οποίο μετά τις εκλογικές του απώλειες μπορεί επίσης να σκληρύνει ακόμα πιο πολύ τη στάση του γενικά προς τις χώρες του νότου σε θέματα οικονομικά.
Τι είδους κυβέρνηση;
Η Άνγκελα Μέρκελ και οι συντηρητικοί δεν θα σχηματίσουν εύκολα κυβερνητική πλειοψηφία. Οι σοσιαλδημοκράτες, έχοντας καταγράψει το χειρότερο σκορ στη μεταπολεμική ιστορία τους, ανάμεσα στο 20% και το 21%, ανακοίνωσαν αμέσως ότι θα περάσουν στην αντιπολίτευση.
Μία συμμαχία χριστιανικών ενώσεων και των φιλελεύθερων του FDP (γύρω στο 10%) θα ήταν η φυσικότερη εξέλιξη. Αλλά τα ποσοστά τους δεν επαρκούν για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού. Μοναδική λύση, η διεύρυνση προς τους οικολόγους, εξέλιξη που θα είναι πρωτοφανής σε εθνικό επίπεδο. Το πρόβλημα είναι η σημαντική διάσταση απόψεων ανάμεσα στους Πράσινους, από τη μία πλευρά, και τους φιλελεύθερους, αλλά και την συντηρητικότερη πτέρυγα της πολιτικής οικογένειας της Μέρκελ από την άλλη. Οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης μπορεί να διαρκέσουν μέχρι το τέλος του έτους. Και ορισμένα μέσα ενημέρωσης φθάνουν μέχρι και στη διατύπωση της πρόβλεψης για διεξαγωγή νέων εκλογών εάν δεν καρποφορήσουν οι διαπραγματεύσεις.
Ποια πολιτική κατεύθυνση;
Από τον πολιτικό προσανατολισμό του νέου κυβερνητικού συνασπισμού θα εξαρτηθούν οι μελλοντικές επιλογές της Γερμανίας στην Ευρώπη και στον κόσμο. Τα διεθνή θέματα ήταν σχεδόν απόντα από την προεκλογική εκστρατεία. Θρονιασμένη στη σταθερότητά της, σε βαθμό που να αποκαλείται «μεγάλη Ελβετία», η Γερμανία θα είναι παρά ταύτα υποχρεωμένη να αντιμετωπίσει σειρά διεθνών προβλημάτων σε έναν κόσμο αναστατωμένο.
«Η Γερμανία βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με αλλαγές που έρχονται από αλλού, οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις έρχονται σε αντίθεση με τον παραδοσιακό προσανατολισμό της προς ανατολάς, αλλά και με την παραδοσιακή συμμαχία της με τις ΗΠΑ. Πρόκειται για μία απότομη αλλαγή», θεωρεί ο Ζαν-Ντομινίκ Τζουλιάνι, πρόεδρος του Ιδρύματος Robert Schuman. Σε περίπτωση συμμαχίας του με το SPD, η Γερμανία θα ήταν πιο ανοικτή απέναντι στην εισαγωγή φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων στην Ευρώπη. Αυτό θα είναι δύσκολο με την παρουσία των φιλελεύθερων και υπό την πίεση της εθνικιστικής και αντίθετης με το ευρώ δεξιάς.
Πώς επηρεάζεται η Ελλάδα από το εκλογικό αποτέλεσμα και την είσοδο του AfD στη γερμανική βουλή;
Από τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης θα εξαρτηθεί εντέλει και εάν η γερμανική πολιτική θα έχει ένα περισσότερο ή λιγότερο φιλικό προς την Ελλάδα πρόσημο. Και αυτό ενώ ξεκινά μια κρίσιμη περίοδος για το ελληνικό ζήτημα, αρχής γενομένης από την τρίτη αξιολόγηση του τρέχοντος προγράμματος και η οποία θα κορυφωθεί -καλώς εχόντων των πραγμάτων- με την ολοκλήρωσή του το ερχόμενο καλοκαίρι και την έναρξη της συζήτησης για την ελάφρυνση του χρέους.
Τα εκλογικά αποτελέσματα όμως θεωρούνται κρίσιμα και για έναν ακόμη λόγο. Η είσοδος στη βουλή ενός ακραιφνώς ακροδεξιού κόμματος, όπως το AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), για πρώτη φορά στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας.
Επί της ουσίας το εν λόγω κόμμα επιδιώκει την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη αλλά και την έξοδο της Γερμανίας και τη διάλυση του «ευρωπαϊκού σύμπαντος» εν γένει όπως έχει διαμορφωθεί. Κυβέρνηση με αυτούς δεν πρόκειται να κάνει η Μέρκελ και αν οι Σοσιαλδημοκράτες πάνε μαζί της, η ακροδεξιά θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτό βεβαίως θεωρείται το κακό σενάριο.
Πιθανή έκβαση θεωρείται ένας συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών – Φιλελευθέρων, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιον ότι θα είναι εφικτός, καθώς απαιτείται ένα άθροισμα εκλογικών ποσοστών που θα πλησιάζει το 50%, προκειμένου να υπάρξει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Σε περίπτωση που αυτό δεν συμβεί, υπάρχει και το περιβόητο σενάριο του «συνασπισμού Τζαμάικα», τους Χριστιανοδημοκράτες, τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους (από τα χρώματα των τριών κομμάτων: μαύρο, κίτρινο, πράσινο, τα οποία αντιστοιχούν σε εκείνα της σημαίας της Τζαμάικα).
Θυμίζουμε σε αυτό το σημείο ότι οι Φιλελεύθεροι υπό την ηγεσία του Κρίστιαν Λίντνερ έχουν υιοθετήσει εν γένει σκληρή γραμμή, ενώ το Grexit γι’ αυτούς δεν είναι ταμπού...
Πώς «εκτοξεύθηκαν» οι ακροδεξιοί του AfD στη γερμανική βουλή
Το κόμμα της εθνικιστικής λαϊκιστικής ακροδεξιάς «Εναλλακτική για τη Γερμανία», AfD, κατέγραψε σήμερα 24 Σεπτεμβρίου ιστορική εκλογική επίδοση, σπάζοντας ένα ταμπού στη Γερμανία, έπειτα από μία προεκλογική εκστρατεία κατά την οποία ριζοσπαστικοποίησε τη ρητορική του.
Το αντιισλαμικό και αντιμεταναστευτικό αυτό κίνημα που ιδρύθηκε εδώ και μόλις τέσσερα χρόνια συγκέντρωσε 13% έως 13,5% των ψήφων, σύμφωνα με τις προβλέψεις, και ετοιμάζεται να καταλάβει 86 έως 89 έδρες στην κάτω βουλή.
Το AfD απορρίφθηκε από όλες τις άλλες πολιτικές παρατάξεις και χαρακτηρίσθηκε «ντροπή για τη Γερμανία» και κατά συνέπεια δεν υπάρχει καμία περίπτωση να συμμετάσχει σε οποιοδήποτε κυβερνητικό σχήμα. Όμως αυτός είναι ο μεσοπρόθεσμος στόχος του, όπως τον διατύπωσε η εκ των επικεφαλής του Αλίτσε Βάιντελ: «Από το 2021 να είμαστε σε θέση να κυβερνήσουμε».
Η είσοδος του AfD, που έμεινε κάτω από το όριο του 5% το 2013, στην Μπούντεσταγκ αποτελεί σημείο καμπής στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας. Διότι σημαίνει ότι «για πρώτη φορά εδώ και 70 χρόνια, ναζί θα λάβουν το λόγο στο κοινοβούλιο», είχε δηλώσει πριν από τις εκλογές ο υπουργός Εξωτερικών και στέλεχος του SPD Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
Η Γερμανία, εξαιτίας του ναζιστικού παρελθόντος της, παρέμεινε για καιρό μία από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες που δεν γνώρισαν την μεγάλη άνοδο εθνικιστικών , αντιμεταναστευτικών κομμάτων, όπως οι Γάλλοι, ολλανδοί και αυστριακοί γείτονές της.
Όμως το AfD, παρά τον αδελφοκτόνο πόλεμο ανάμεσα στα ηγετικά του στελέχη, κατόρθωσε να εκμεταλλευθεί τη δυσαρέσκεια που προκάλεσε σε τμήμα της γερμανικής κοινωνίας η είσοδος στη χώρα άνω του ενός εκατομμυρίου αιτούντων άσυλο το 2015 και 2016 κατόπιν αποφάσεως η οποία ελήφθη από την Άνγκελα Μέρκελ.
Αν και παλαιοί ναζί είχαν εκλεγεί βουλευτές στο γερμανικό κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ΄80, πρόκειται για μία ιστορική καμπή, σύμφωνα με τον ιστορικό Μίκαελ Βόλφζον. «Για πρώτη φορά ένα κόμμα που τοποθετείται πολύ δεξιά του κέντρου και ως προς ορισμένα σημεία ανήκει στην άκρα δεξιά θα εκπροσωπηθεί στην Μπούντεσταγκ».
Συνδαυλίζοντας τον φόβο απέναντι σε ένα κύμα κυρίως μουσουλμάνων μεταναστών, το AfD είχε καθ΄όλη την προεκλογική εκστρατεία μαζική παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Το κόμμα χρησιμοποίησε τις υπηρεσίες αμερικανικής διαφημιστικής εταιρείας.
Το κόμμα, τμήμα του οποίου επιδιώκει συνεργασία με το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας ή το FPO της Αυστρίας τράβηξε στα άκρα την ρητορική του, ακολουθώντας μία στρατηγική αντίθετη με εκείνη της Μαρίν Λεπέν, η οποία προσπάθησε να αποδαιμονοποιήσει το κόμμα της.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας ο δεύτερος επικεφαλής της λίστας του κόμματος, ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ, κατήγγειλε «τον αυξανόμενο εξισλαμισμό της Γερμανίας». Πρώην στέλεχος της CDU και ηλικίας 76 ετών, ο Γκάουλαντ δήλωνε ότι το ισλάμ δεν αποτελεί θρησκεία, αλλά πολιτικό δόγμα και ότι η τρομοκρατία βρίσκει τις ρίζες της στο κοράνι.
Οι υποστηρικτές της Εναλλακτικής για τη Γερμανία διέκοπταν συστηματικά τις προεκλογικές συγκεντρώσεις της Άνγκελα Μέρκελ με σφυρίγματα και γιουχαΐσματα, κυρίως στην πρώην Ανατολική Γερμανία, όπου οι ψηφοφόροι εξέφρασαν σε μεγάλα ποσοστά τη δυσαρέσκειά τους προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
«Η Δημοκρατία θα αλλάξει», προβλέπει ο πολιτικός επιστήμονας Φάμπιαν Φίρζοφ.
«Στην Μπούντεσταγκ, θα παρακολουθήσουμε σκλήρυνση των φραστικών συγκρούσεων...Τα άλλα κόμματα θα μετακινηθούν λίγο προς τα δεξιά στα θέματα της δημόσιας τάξης και της ασφάλειας».
Το ηλικιακό προφίλ των ψηφοφόρων
Οι μεγαλύτερης ηλικίας ψηφοφόροι και κυρίως οι γυναίκες φρόντισαν ώστε η Άνγκελα Μέρκελ να κερδίσει μια τέταρτη θητεία στην καγκελαρία της Γερμανίας. Αυτές τις δύο κατηγορίες ψήφισαν κατά κύριο λόγο τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU), αν και το κόμμα κατέγραψε απώλειες και εκεί.
Οι ψηφοφόροι άνω των 60 ετών ψήφισαν σε ποσοστό 41% το CDU/CSU, μείωση περίπου 8% σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, ενώ το ποσοστό έφτασε το 47% μεταξύ των γυναικών (μείωση 6% σε σχέση με το 2013).
Μεταξύ των νέων κάτω των 30 ετών μόνο το 25% ψήφισε τους Χριστιανοδημοκράτες.
Το SPD παραμένει πιο δημοφιλές μεταξύ των ατόμων κάτω των 30 και στους μεταξύ 30 και 44 ετών, με ποσοστά 19% και 17% αντίστοιχα.
Την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) προτιμούν δύο φορές περισσότερο οι άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες (16% έναντι 9%), ενώ στην πρώην ανατολική Γερμανία έχει σχεδόν το ίδιο ποσοστό με το CDU στους άνδρες κάτω των 60 ετών.
Σε ολόκληρη τη Γερμανία το 16% των ψηφοφόρων μεταξύ 30 και 44 ετών ψήφισε το ακροδεξιό κόμμα, όπως και το 15% της κατηγορίας 45 με 59 ετών.
(Με πληροφορίες από Politico, Welt, ΑΠΕ-ΜΠΕ, Reuters, Bild, Russia Today, The Guardian)
ΔΕΙΤΕ ΖΩΝΤΑΝΑ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΤΟ LIVE ΤΟΥ NEWSBOMB.GR
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ