Στην ΕΕ «τα βρήκαν» για τον κατώτατο μισθό στην Κύπρο

Οι διαπραγματεύσεις στη ΕΕ για εισαγωγή Εθνικού Κατώτατου Μισθού στην Κύπρο, αναμένεται να κορυφωθούν τις επόμενες εβδομάδες - Πληροφορίες για 1.000 ευρώ ο κατώτατος μισθός
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συλλέγουν δεδομένα σχετικά με την κάλυψη και την επάρκεια του κατώτατου μισθού
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
4'

Η πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε για προώθηση της σχετικής οδηγίας που ετοίμασε από το 2020 η Κομισιόν δεν προβλέπει την καθιέρωση ενός ενιαίου κατώτατου μισθού στην ΕΕ, αλλά θέτει το πλαίσιο προκειμένου οι κατώτατοι μισθοί που ισχύουν σε κάθε χώρα να είναι επαρκείς. Στο πλαίσιο αυτό, η οδηγία που προωθείται δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη στήριξης και προώθησης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Όπως αναφέρθηκε, η εν λόγω συμφωνία αναμένεται πως θα τεθεί ενώπιον και των κοινωνικών εταίρων στις επικείμενες διαπραγματεύσεις για την εισαγωγή Εθνικού Κατώτατου Μισθού στην Κύπρο, μετά και τις πρόσφατες ανακοινώσεις του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας ότι θα αναλάβει ο ίδιος πρωτοβουλία για το θέμα.

Οι αναφορές του Νίκου Αναστασιάδη έγιναν έναν 24ωρο πριν την είδηση για το θάνατο της Ζέτας Αιμιλιανίδου η οποία πριν την περιπέτεια της υγείας της που απέβη δυστυχώς μοιραία είχε συζητήσει ουκ ολίγες φορές το θέμα με τους κοινωνικούς εταίρους στο πλαίσιο του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος.

Στις δηλώσεις του, ο ΠτΔ επανέλαβε την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης για ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων εντός Ιουνίου ή το αργότερο αρχές Ιουλίου. Στο πλαίσιο συνέντευξης του στο ΡΙΚ, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ανέφερε επίσης πως στόχος της διαβούλευσης θα είναι να καθοριστεί ο κατώτατος μισθός αλλά και η ημερομηνία εφαρμογής του. Ερωτηθείς δε σχετικά επιβεβαίωσε πως λόγω και της τρέχουσας κρίσης ενδεχόμενα να απαιτηθεί ένα μικρό διάστημα λίγο μηνών για υλοποίηση της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης, επιβεβαιώνοντας έτσι τα όσα έγραψε ήδη ο «ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ» για περίοδο προσαρμογής των επιχειρήσεων και της αγοράς εργασίας γενικότερα για τον Εθνικό Κατώτατο Μισθό.

Το πλαίσιο της ΕΕ

Οι εξελίξεις στη χώρα εκτιμάται ότι θα προηγηθούν των όσων προωθηθεί η ΕΕ για το ζήτημα, καθώς η οδηγία για την οποία υπήρξε πολιτική συμφωνία, όταν με το καλό δημοσιευτεί, θα δίνει δύο χρόνια προθεσμία στα κράτη μέλη για εφαρμογή της. Εξάλλου, όπως αναφέρθηκε, η οδηγία θεσπίζει απλώς ένα πλαίσιο για την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών, «προωθώντας τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό των μισθών και ενισχύοντας την αποτελεσματική πρόσβαση των εργαζομένων στην προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού στην ΕΕ», σύμφωνα με ανακοίνωση της Κομισιόν.

Σύμφωνα με την ΕΕ, τα κυριότερα στοιχεία της οδηγίας είναι τα εξής:

Πλαίσιο για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών:

Τα κράτη μέλη με νόμιμους κατώτατους μισθούς θα πρέπει να θεσπίσουν πλαίσιο χρηστής διακυβέρνησης για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση των κατώτατων μισθών.

Η εν λόγω διαδικασία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τα εξής:

σαφή κριτήρια για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού (μεταξύ άλλων, την αγοραστική δύναμη, λαμβανομένου υπόψη του κόστους διαβίωσης, το επίπεδο, την κατανομή και τον ρυθμό αύξησης των μισθών, και την εθνική παραγωγικότητα) και σύσταση συμβουλευτικών οργάνων, στα οποία θα έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν οι κοινωνικοί εταίροι.

Προώθηση και διευκόλυνση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τους μισθούς:

Η οδηγία στηρίζει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις σε όλα τα κράτη μέλη. Η στήριξη αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι οι χώρες με συλλογικές διαπραγματεύσεις που καλύπτουν μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού τείνουν να έχουν χαμηλότερο ποσοστό χαμηλόμισθων εργαζομένων, μικρότερη μισθολογική ανισότητα και υψηλότερους μισθούς. Επιπλέον, η οδηγία ζητά από τα κράτη μέλη στα οποία η κάλυψη των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι μικρότερη από 80% (σ.σ. στις οποίες ανήκει και η Κύπρος ) να καταρτίσουν σχέδιο δράσης για την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Βελτίωση της παρακολούθησης και της επιβολής προστασίας με τη μορφή κατώτατου μισθού: Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συλλέγουν δεδομένα σχετικά με την κάλυψη και την επάρκεια του κατώτατου μισθού και να διασφαλίζουν ότι οι εργαζόμενοι έχουν πρόσβαση σε διαδικασίες επίλυσης διαφορών και δικαίωμα προσφυγής.