Σχέδιο Ανάν: Εννέα χρόνια από το ιστορικό «όχι» της Κύπρου
Εννέα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το ηρωικό «όχι» της Κύπρου στο σχέδιο Ανάν.
Στο δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004, το 76% των Ελληνοκυπρίων απέρριψαν το σχέδιο του τότε Γ.Γ του ΟΗΕ για επίλυση του Κυπριακού, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα πως η Κύπρος δεν πρόκειται να δεχτεί κανέναν συμβιβασμό που θα θίγει τα συμφέροντά της.
Πρόκειται για την κορυφαία στιγμή στην μακρόχρονη ιστορία της εκκρεμότητας του Κυπριακού, αφού για πρώτη φορά κλήθηκαν οι ελληνοκύπριοι και οι τουρκοκύπριοι να αποφασίσουν σε χωριστά δημοψηφίσματα για την αποδοχή ή απόρριψη ενός σχεδίου λύσης το οποίο συζητήθηκε εξαντλητικά και κατέληξε χωρίς να υπάρχει συμφωνία μεταξύ των ηγεσιών των δύο κοινοτήτων, με τα κενά να καλύπτονται από την επιδιαιτησία του ΟΗΕ.
Η «μητέρα Ελλάδα» χωρίς ξεκάθαρη θέση, ισορροπούσε μεταξύ της αλληλεγγύης στον κυπριακό λαό και στις πιέσεις που τις ασκούσαν οι «μεγάλες δυνάμεις».
Η πορεία προς το δημοψήφισμα του Απριλίου του 2004 ξεκίνησε με την επίδοση του πρώτου σχεδίου Ανάν στις 11 Νοεμβρίου του 2002, στον Πρόεδρο της Κύπρου Γλαύκο Κληρίδη και τον τουρκοκύπριο ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς. Η πρώτη αντίδραση των κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας είναι θετική.
Η κυβέρνηση Σημίτη στην Ελλάδα πριν ακόμα μελετήσει το πολυσέλιδο και πολύπλοκο έγγραφο αποφάνθηκε ότι αποτελούσε ευκαιρία και ο τότε Πρόεδρος της Κύπρου Γλάυκος Κληρίδης ζήτησε «να μη χάσουμε το δέντρο για το δάσος». Λίγες μέρες αργότερα το Εθνικό Συμβούλιο της Κύπρου αποδέχεται το σχέδιο Ανάν ως βάση για διαπραγμάτευση αναγνωρίζοντας ότι έχει πολλές αδυναμίες.
Κάτι παραπάνω από υπέρμαχος του «σχεδίου Ανάν» ήταν τότε ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Σημίτης. Δήλωνε ανήμερα της παρουσίασης του σχεδίου (11/11/2002):
«Έχουμε μια ιστορική ευκαιρία για τη λύση... Αυτή η πρόταση, αυτό το σχέδιο, είναι μια αφετηρία... Αυτό που έχει σημασία είναι η συνολική ισορροπία στην οποία αυτό το σχέδιο, με τη διαπραγμάτευση, μπορεί να οδηγήσει».
Δυο μέρες αργότερα, κατόπιν συνεδρίασης και ομόφωνης απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δήλωνε: «Είμαστε όλοι σύμφωνοι ότι το σχέδιο αυτό αποτελεί την αφετηρία της εποικοδομητικής διαπραγμάτευσης... Είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία επίλυσης του Κυπριακού».
Ουδέτερη στάση κρατούσαν τόσο η ΝΔ, όσο και το μικρό τότε κόμμα του Συνασπισμού.
Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2002, η ελληνοκυπριακή και η τουρκοκυπριακή πλευρά, υποβάλλουν τις πρώτες εισηγήσεις τους για τροποποιήσεις στο σχέδιο Ανάν και ο ΟΗΕ ξεκινάει την μεσολάβηση με εκ του σύνεγγυς διαβουλεύσεις για να καταλήξουν στο δεύτερο σχέδιο Ανάν στις 10 Δεκεμβρίου του 2002. Ο ΟΗΕ με την συμβολή του ΟΗΕ και των Βρετανών προσπαθεί να επιτύχει συμφωνία πριν από την σύνοδο κορυφής της Ε.Ε στη Κοπεγχάγη, στην οποία θα «κλείδωνε» η ένταξη της Κύπρου. Στο περιθώριο της συνόδου κορυφής στη Κοπεγχάγη ο Ντενκτάς στέλνει τον λεγόμενο «υπουργό εξωτερικών» του ψευδοκράτους καθώς ο ίδιος είναι κλινήρης λόγω εγχείρησης ανοικτής καρδιάς. Η προσπάθεια στη Κοπεγχάγη καταλήγει σε ναυάγιο με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε την 1η Μαΐου του 2004. Με τη συμφωνία η Κύπρος εντασσόταν με το σύνολο των εδαφών της στην Ε.Ε αλλά για τις κατεχόμενες περιοχές θα υπήρχε αναστολή εφαρμογής του Κοινοτικού κεκτημένου. Η εξέλιξη δημιούργησε αναταραχή στα κατεχόμενα με χιλιάδες τουρκοκύπριους να διαδηλώνουν στους δρόμους απαιτώντας την ένταξη στην Ε.Ε.
Το 2003 η Κύπρος εισέρχεται σε προεκλογική περίοδο για εκλογή νέου Προέδρου. Ο Γλαύκος Κληρίδης ζητάει επανεκλογή με τη δέσμευση να παραμείνει στη προεδρία μόνο για 16 μήνες ώστε να ολοκληρωθούν οι διαβουλεύσεις επί του σχεδίου Ανάν. Τις εκλογές κέρδισε στις 16 Φεβρουαρίου 2003, ο Τάσσος Παπαδόπουλος. Πριν ακόμα αναλάβει επισήμως τα καθήκοντα του, ο Γ.Γ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν επισκέπτεται τη Κύπρο στις 26 Φεβρουαρίου και παρουσιάζει στις δύο πλευρές το τρίτο σχέδιο Ανάν καλώντας ταυτόχρονα τον Τ. Παπαδόπουλο και τον Ραούφ Ντενκτάς για διαβουλεύσεις στην Ελβετία στις 10 Μαρτίου 2003. Η συνάντηση έγινε στη Χάγη με τον Ραούφ Ντενκτάς να απορρίπτει τις θέσεις του ΟΗΕ σε αντίθεση με τον Τάσο Παπαδόπουλο ο οποίος αποδέχθηκε το τρίτο σχέδιο Ανάν υπό προϋποθέσεις που έχουν να κάνουν με σημαντικά κενά του εγγράφου.
Στις 16 Απριλίου 2003 υπογράφεται στην Αθήνα η συνθήκη προσχώρησης της Κύπρου στην Ε.Ε, ενώ ο Γ.Γ του ΟΗΕ έχει προειδοποιήσει ότι θα τερματίσει την παρέμβαση του στο Κυπριακό εκτός αν οι δυο πλευρές (ελληνοκύπριοι – τουρκοκύπριοι) αποδεχθούν την επιδιαιτησία του ιδίου για να γεφυρωθούν οι διαφορές, ώστε να ακολουθήσουν δημοψηφίσματα.
Ο Ντενκτάς για να βγει από την δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκε ανοίγει για πρώτη φορά από το 1974 τα οδοφράγματα και επιτρέπει στις 23 Απριλίου 2003 την μετάβαση ελληνοκυπρίων στα κατεχόμενα και αντιστοίχως τουρκοκυπρίων στις ελεύθερες περιοχές.
Τον Δεκέμβριο του 2004 γίνονται εκλογές στα κατεχόμενα τις οποίες κερδίζει ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ ο οποίος γίνεται «πρωθυπουργός» με τον Ντενκτάς να παραμένει στη «Προεδρία».
Αμέσως μετά ο Τάσσος Παπαδόπουλος ζητάει από τον Γ.Γ του ΟΗΕ να ξαναζωντανέψει τις συνομιλίες για το Κυπριακό ώστε να βρεθεί λύση πριν από την 1η Μαΐου του 2004 που θα γινόταν η επίσημη ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.
Όπως αποκαλύφθηκε εκ των υστέρων, ο Τάσσος Παπαδόπουλος πίστευε ότι θα μπορούσε να εκθέσει την τουρκική πλευρά, θεωρώντας ότι και πάλι θα επεδείκνυε αρνητική στάση.
Στις 10 Φεβρουαρίου του 2004 ο Γ.Γ του ΟΗΕ καλεί τον Τάσσο Παπαδόπουλο και τον Ραούφ Ντενκτάς στη Νέα Υόρκη και αρχίζουν συνομιλίες ώστε να υιοθετηθεί η πρόταση για αναγνώριση επιδιαιτητικού ρόλου στον ΟΗΕ και παραπομπή του σχεδίου σε δημοψηφίσματα. Ο Ντενκτάς αποδέχεται την φόρμουλα και προτείνει εμπλοκή της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Ακολουθούν συνομιλίες στη Κύπρο οι οποίες ολοκληρώνονται στις 23 Μαρτίου 2004 χωρίς να υπάρξει συμφωνία μεταξύ Παπαδόπουλου και Ντενκτάς. Στις 24 Μαρτίου 2004 ο Γ. Γ του ΟΗΕ καλεί στη Λουκέρνη της Ελβετίας τις ηγεσίες ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων μαζί με τους πρωθυπουργούς Ελλάδας και Τουρκίας για διαβουλεύσεις οι οποίος καταλήγουν απογοητευτικά για την ελληνική πλευρά. Στις 29 Μαρτίου 2004 ο Κόφι Ανάν με επιδιαιτησία «γεφυρώνει» τα κενά και παρουσιάζει το τελικό σχέδιο με σαφείς τάσεις υιοθέτησης των τουρκικών θέσεων. Ακολούθησαν προσπάθειες για αλλαγές και στις 30 Μαρτίου ο Κόφι Ανάν παραδίδει στους Καραμανλή, Παπαδόπουλο, Ερντογάν και Ντενκτάς το κείμενο του 5ου σχεδίου και ορίζει ως ημερομηνία δημοψηφίσματος την 24 η Απριλίου 2004.
Το «όχι» του Καραμανλή και η στάση της Ελλάδας
Το 2004 ο Κώστας Καραμανλής δεν κρύφτηκε πίσω από το δάχτυλό του. Αντιτάχτηκε στο κατάπτυστο σχέδιο Ανάν για την Κύπρο, πετώντας το στα μούτρα της διεθνούς διαπλεκόμενης οικονομικής και πολιτικής ελίτ.
Σε συνεργασία με τον Κύπριο πρόεδρο Τάσσο Παπαδόπουλο, διαμορφώνουν κοινή γραμμή, τασσόμενοι κατά των σχεδίων του ΟΗΕ που αλλάζοντας για μια ακόμη φορά το κείμενο, βελτίωναν εμφανώς τους όρους υπέρ των Τουρκοκυπρίων.
Σε αυτό είχε συμβάλει και η παρέμβαση του Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος όχι μόνο δεν δέχτηκε το αρχικό κείμενο αλλά απαίτησε αλλαγή των όρων υπέρ της Τουρκίας.
«Το παν είναι να μην θιγούν σε καμία περίπτωση τα συμφέροντα του Κυπριακού λαού και της Ελλάδας», φέρεται να είχε δηλώσει τότε ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής, στέλνοντας σαφές μήνυμα στην Τουρκία και το ψευδοκράτος.
Ο «ύποπτος» ρόλος Παπανδρέου - Χριστόφια
Ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Δημήτρης Χριστόφιας, οι οποίοι υπήρξαν, και οι δύο, βασικοί υποστηρικτές του Σχεδίου Ανάν, αποτελούν ίσως όχι τυχαία, οι μοιραίοι άνθρωποι, υπό τις ηγεσίες των οποίων οι δύο χώρες μπήκαν στην εποπτεία της τρόικας των διεθνών τοκογλύφων.
Και οι δύο υπήρξαν πάντα οι κατ’ εξοχήν θιασώτες της ελληνοτουρκικής «προσέγγισης» και της χρεοκοπημένης πολιτικής του «κατευνασμού», παρότι η Τουρκία συστηματικά χρησιμοποίησε αυτήν την πολιτική ως εφαλτήριο για την αναβάθμιση των διεκδικήσεών της εις βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου.
Το «όχι» του Τάσου
Ο Τάσος Παπαδόπουλος από την πρώτη στιγμή τάχθηκε υπέρ της απόρριψης του σχεδίου Ανάν στο δημοψήφισμα και την θέση του την διατύπωσε σε διάγγελμα του στις 7 Απριλίου 2004.
Με δάκρυα στα μάτια ανέφερε:
«Λυπούμαι ειλικρινά, γιατί δεν μπορώ να αποδεχθώ και να υπογράψω το Σχέδιο Ανάν όπως, τελικά, διαμορφώθηκε. Παρέλαβα Κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω “κοινότητα” χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα. Και όλα αυτά έναντι κενών, παραπλανητικών, δήθεν, προσδοκιών. Έναντι της ανεδαφικής ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της.
Συμπατριώτισσες, συμπατριώτες,
Στις 24 Απριλίου θα τοποθετηθείτε με ένα ΝΑΙ ή ένα ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν. Θα αποφασίσετε για το παρόν και το μέλλον της Κύπρου. Για τη γενιά μας, αλλά και τις γενιές που θα έρθουν μετά από εμάς.
Έχω εμπιστοσύνη στην κρίση σας.
Είμαι βέβαιος ότι δεν σας αγγίζουν ψεύτικα διλήμματα.
Ότι δεν σας τρομάζουν απειλές για δήθεν διεθνή απομόνωση.
Ότι δεν σας πείθουν τα περί δήθεν τελευταίας ευκαιρίας.
Είμαι βέβαιος ότι εξακολουθούν να έχουν για σας νόημα οι ηθικές αρχές και αξίες του λαού μας, του πολιτισμού και του εθνικού ιστορικού μας βίου, τον οποίο θέλετε να συνεχίσουμε με ασφάλεια, δικαιοσύνη, ελευθερία και ειρήνη.
Ο «δούρειος ίππος» κ. Αναστασιάδης
Από το 2004 και µετά ο Νίκος Αναστασιάδης και στελέχη του ΔΗΣΥ, στις συναντήσεις τους µε Τούρκους και Αµερικάνους αξιωµατούχους δήλωναν πρόθυµοι να επαναφέρουν το σχέδιο Ανάν.
Ο κ. Αναστασιάδης μάλιστα έκανε ό,τι περνάει από το χέρι του προκειμένου να ψηφιστεί το σχέδιο Ανάν, παρά τα όσα κατάπτυστα ανέφερε.
Έγγραφα από τα... wikileaks αποκάλυψαν τις επαφές που είχε ο πρόεδρος του ∆ΗΣΥ Ν. Αναστασιάδης -από το 2004 και µετά- µε Τούρκους πολιτικούς, και όχι µόνο, και τις προσπάθειες που έγιναν για την επικράτηση του σχεδίου Ανάν. Παράλληλα, στα ίδια έγγραφα αποκαλύπτεται και η στάση που κράτησαν ορισμένοι πολιτικοί της Κύπρου, οι οποίοι έκαναν... τα πάντα, ώστε να καµφθούν οι αντιστάσεις που συναντούσε το σχέδιο Ανάν ή απλά να υπάρξει επιστροφή του µετά από χρόνια.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν πως η εκλογή του κ. Αναστασιάδη στην προεδρία της Κύπρου αποτελεί «δούρειο ίππο» για την επιστροφή του σχεδίου Ανάν.
Ο κυπριακός λαός όμως έχει αποδείξει πως δεν φοβάται να υψώσει ανάστημα και να πει «όχι» σε οποιοδήποτε κατάπτυστο σχέδιο θίγει τα συμφέροντά του.
Εννέα χρόνια μετά το δημοψήφισμα, η Κύπρος αναζητά εναγωνίως έναν ηγέτη σαν τον αείμνηστο Τάσο Παπαδόπουλο και έναν Έλληνα πρωθυπουργό σαν τον Κώστα Καραμανλή που θα στηρίξει την Μεγαλόνησο και θα βάλει τα συμφέροντα της «πατρίδας Ελλάδας», πάνω από τις απαιτήσεις της διεθνούς διαπλεκόμενης πολιτικής ελίτ.