«Τα χρήματα των Ρώσων πήγαν άλλου»
Η επισήμανση του Λετονού υπουργού έγινε σε συνέντευξή του που δημοσίευσε το Σαββατοκύριακο η βελγική εφημερίδα «L’ECHO».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση αναφέρει: «Κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους, προσελκύσαμε μόνο το 3% του ρώσικου χρήματος που κατατέθηκε στην Κύπρο, το 97% είναι αλλού, κατά πάσα πιθανότητα κυρίως στη Δυτική Ευρώπη. Λίγοι θα το αναφέρουν αυτό. Διερωτώμαι τι ποσότητα αυτών των χρημάτων κατέληξε στο Benelux (Λουξεμβούργο, Βέλγιο, Ολλανδία), στην Αυστρία ή στο City του Λονδίνου».
«Είμαστε μικρή χώρα, είναι εύκολο να μας δακτυλοδείχτουν», τόνισε.
Ερωτηθείς πως η χώρα του κατάφερε χωρίς υποτίμηση του νομίσματός της να ξεπεράσει την κρίση, το απέδωσε στη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίσαμε το θέμα.
«Καταλάβαμε ποια ήταν η πραγματικότητα, και εμείς έχουμε μία νοοτροπία της τάξης, εάν πρέπει να κάνουμε κάτι, το κάνουμε. Χωρίς χρονοτριβή και διορίες. Καταλαβαίναμε πολύ καλά ότι έπρεπε να διορθώσουμε τις ανισορροπίες μας. Υπεστήκαμε δύο ταυτόχρονα σοκ. Μία υπερθέρμανση της οικονομίας μας, της οικονομίας όλων των Βαλτικών χωρών, αλλά και το σοκ από τις χρηματοοικονομικές αγορές. Δεν είχαμε άλλη επιλογή: έπρεπε να αρπάξουμε αυτήν την ευκαιρία για να εντοπίσουμε τα λάθη μας, όπως έκαναν οι Σουηδοί το 1991-93, όπως έκαναν οι Φιλανδοί και οι Δανοί στη δεκαετία του 80, όπως οι Νορβηγοί το έκαναν πριν», ανέφερε.
Ο κ. Vilks προσθέτει επίσης ότι η κυβέρνηση της χώρας του έκανε την περίοδο της κρίσης ένα πολύ καλό διάλογο, με τους κοινωνικούς εταίρους, με τα συνδικάτα, ενώ εξήγησε σιγά - σιγά στον πληθυσμό, αυτό που θα έκανε. «Ξεπεράσαμε το στόχο του προγράμματος, φέραμε το έλλειμμα στο 1,2%, κάναμε περισσότερα και πιο γρήγορα, διότι είναι πιο εύκολο να τιμωρηθούν οι μικρές χώρες εάν δεν κάνουν εκείνο που τους ζητούν», επισήμανε.
Στη συνέχεια ο δημοσιογράφος ρωτάει γιατί ο λαός της Λετονίας είναι αντίθετος στην είσοδο στην Ευρωζώνη (η ένταξη της χώρας προβλέπεται την 1η Ιανουαρίου 2014) και ο Υπουργός απαντάει ότι αυτό οφείλεται στην ανησυχία έναντι στις κακές εξελίξεις της Ευρωζώνης. Διευκρινίζει ότι στις μελλοντικές συμμετοχές του στο Eurogroup, ως Υπουργός Οικονομικών, θα εισηγηθεί υπέρ των διαρθρωτικών αλλαγών, χωρίς της οποίες η λιτότητα είναι ανώφελη. Αναφέρει επίσης ότι η αγορά εργασίας της Λετονίας είναι πολύ ευέλικτη «αλλά διατηρεί τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που δεν εμποδίζουν σε τίποτα την αγορά εργασίας».
Ερωτηθείς τέλος, αν αισθάνεται πιο κοντά στη γερμανική ορθοδοξία στη συζήτηση λιτότητα / στήριξη της ανάπτυξης από ότι στη νότιο-ευρωπαϊκή κουλτούρα, απαντά ότι ως Βαλτική χώρα η νοοτροπία είναι πιο κοντά στη νοοτροπία της Γερμανίας, του Benelux και της Σκανδιναβίας. Σημειώνει ότι μόνο τέσσερεις χώρες ακολουθούν κατά γράμμα τα κριτήρια του Maastricht, η Εσθονία, η Φιλανδία, το Λουξεμβούργο και η Λετονία.
«Διερωτόμαστε πώς να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα στην Ευρωζώνη. Δεν είναι φυσιολογικό μόνο ένας μικρός αριθμός χωρών να μπορεί να το πετύχει. Δεν είναι αρκετό. Αλλά θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε την προσέγγιση μας με τρόπο λίγο πιο φιλικό στις Νότιες χώρες. Το είπαμε στους συναδέλφους μας της Κύπρου, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Ισπανίας: γνωρίσαμε τα ίδια προβλήματα. Πρέπει να είναι κανείς ενθαρρυντικός, όχι μόνο με τους πολιτικούς, αλλά και με τον ιδιωτικό τομέα», κατέληξε.