Οι φρικιαστικές αποκαλύψεις του serial killer πριν οδηγηθεί στη φυλακή: «Ήθελα να δώσω λύτρωση»
Επτά φορές ισόβια επέβαλε τη Δευτέρα το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στον Νίκο Μεταξά, τον πρώτο Κύπριο κατά συρροή δολοφόνο με το ψευδώνυμο Ορέστης.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ποινή που επιβλήθηκε ποτέ από κυπριακό Δικαστήριο σε μια πρωτοφανή δική εξπρές.
Τέσσερις ώρες ήταν αρκετές για να κατατεθούν οι κυνικές ομολογίες και οι κτηνώδεις παραδοχές του 35χρονου, που πάγωσαν Κύπρο και Ελλάδα.
Ο Νίκος Μεταξάς με αλεξίσφαιρο γιλέκο, συνοδευόμενος από πάνοπλους αστυνομικούς άκουγε με σκυμμένο κεφάλι το χρονικό της φρίκης, που εξιστορούσε η Κατηγορούσα Αρχή.
Ο ίδιος στη δήλωσή του ενώπιον του δικαστηρίου απολογήθηκε στις «ψυχές των θυμάτων», τους συγγενείς και τα αγαπημένα τους πρόσωπα για τον άδικο πόνο που προκάλεσε, στα παιδιά του, τους γονείς του και την υπόλοιπη οικογένεια για την στεναχώρια που περνούν, αλλά και προς την κυπριακή κοινωνία.
Λίβια Μπουνέα και Έλενα - Νατάλια Μπουνέα
Σε κατάθεση που έδωσε στους ανακριτές στις 25 Απριλίου 2019, είπε η κ. Παπαγαπίου, ο κατηγορούμενος «αναλώνεται σε φθηνές δικαιολογίες». Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ο κατηγορούμενος γνώρισε την Λίβια Μπουνέα 36 χρονών από το Μπαντού.
Σύμφωνα με την κατάθεσή του, ο κατηγορούμενος «δήθεν προβληματίστηκε από την συμπεριφορά της Λίβια σε σχέση με τη ανήλικη θυγατέρα της». Προς αυτό ανέφερε ότι υποψιάστηκε ότι συγκεκριμένα ότι εκμεταλλευόταν σεξουαλικά την Έλενα Ναταλία δηλαδή να την εξέδιδε.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, οι υποψίες του επαληθεύθηκαν. Όπως είπε όταν διαπίστωσε το γεγονός αυτό «την έπιασα από το λαιμό την έβαλα από κάτω μου και έσφιγγα, έσφιγγα μέχρι που πόνεσα τα δάχτυλα μου και έσφιγγα ακόμη παραπάνω. Πέρασαν λεπτά. Δεν ξέρω πόσα. Την είδα επιτέλους νεκρή και μόνο εκείνη την ώρα λειτούργησε ξανά το μυαλό μου».
Το παιδάκι, είπε στους ανακριτές ο Νικόλας Μεταξάς στην κατάθεσή του, «κοιμόταν δίπλα. Το παιδάκι που μάνα και πατέρας ήθελαν για τα λεφτά. Λεφτά που τώρα ήταν καθαρό από που πήγαζαν. Πήγα στο δωμάτιο της και το μόνο που σκέφθηκα εκείνη την ώρα ήταν να δώσω λύτρωση».
Προς αυτό, υποστήριξε ότι το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ήταν «να πιέσω τα χέρια μου στα πλάγια του λαιμού της» και ότι ήξερε ότι έτσι σταματάει το αίμα να πηγαίνει στον εγκέφαλο και θα «πήγαινε» χωρίς να υποφέρει.
Στην ανακριτική κατάθεση που λήφθηκε στις 19/6/2019, ανέφερε η κ. Παπαγαπίου, ο κατηγορούμενος εκφράζει το μίσος που ένοιωθε για την Λίβια μέρες προηγουμένως. Ότι του έγινε εμμονή. Αποζητούσε εκδίκηση γι αυτό που έκανε η Λίβια στο παιδί της.
Την νύχτα που την σκότωσε, ισχυρίστηκε ο ίδιος ότι έβγαλε όλο το μίσος και την εκδικήθηκε, γι αυτό είπε σε προηγούμενη κατάθεσή του ότι «την είδα επιτέλους νεκρή».
Ο κατηγορούμενος είπε επίσης ότι έβαλε στη θέση του συνοδηγού τη νεκρή Λίβια και οδήγησε το αυτοκίνητο από το σπίτι της στο δικό του για να παραλάβει βαλίτσα, ενώ την μικρή Έλενα τη είχε ήδη βάλει σε βαλίτσα.
Οι φόνοι διαπράχθηκαν στην κατοικία του θύματος.
Μαρικάρ Βαλτνέζ
Την Μαρικάρ, όπως ανέφερε την γνώρισε ο κατηγορούμενος μέσω του Facebook. Είχε μάθει πως είχε πεθάνει ο φίλος της και θεωρούσε ότι ήταν σε ευάλωτη θέση και ότι θα ήταν πιο εύκολο να συνευρεθεί ερωτικά μαζί της.
Όπως είπε η Εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής στην κατάθεση που έδωσε στις 25/4/2019 ο κατηγορούμενος ομολόγησε ότι σκότωσε την Μαρικάρ κατά τη διάρκεια του σεξ γιατί όπως είπε ένοιωθε τις αναμνήσεις της Λίβιας».
Αναφέρει, πρόσθεσε η κ. Παπαγαπίου, ότι την έσφιγγε με τα δύο του χέρια από τον λαιμό όσο αυτή ήταν από κάτω του.
Μάρι Ρόουζ και Σιέρρα
Ο κατηγορούμενος ανέφερε τους ανακριτές τις 19/4/2019 ότι την Μάρι Ροούζ γνώρισε μέσω της πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης Badoo. Είχε συναντήσεις μαζί της στις αρχές του 2018 και τρεις σεξουαλικές επαφές διότι, όπως τους είπε, έτρεφε κάποια συμπάθεια προς το άτομό της. Είπε επίσης στους ανακριτές ότι είχε σκεφθεί και το ενδεχόμενο να δημιουργήσει μια σοβαρή σχέση με την Μαρί και γι αυτό επιδίωξε όπως ισχυρίστηκε να γνωριστούν και τα παιδιά τους. Στις 4/5/2018 προέβηκε σε διευθετήσεις για να έρθουν στο σπίτι του.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Μάρι κατόπιν υπόδειξης του κοίμισε τη Σιέρρα στο δωμάτιο της κόρης του. Ακολούθως ο κατηγορούμενος μαζί με την Μάρι βγήκαν πάνω στο πατάρι πάνω από την οικία όπου ήλθαν σε σεξουαλική επαφή. Σύμφωνα με την κατάθεση του κατηγορούμενου σε κάποια στιγμή άκουσαν την Σιέρρα να κλαίει. Την καθησύχασε ότι κάποτε αυτό συμβαίνει σε όλα τα παιδιά και μετά από 5 λεπτά σταμάτησε το κλάμα.
Όταν λίγο αργότερα πήγαν να δουν την Σιέρρα ο κατηγορούμενος δήθεν αντιλήφθηκε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά γιατί η Σιέρρα κειτόταν ανάσκελα στο κρεβάτι, είπε η κ. Παπαγαπίου.
Στη συνέχεια, πρόσθεσε, ισχυρίζεται ότι προσπάθησε να την συνεφέρει και της έκανε μαλάξεις ενώ η Μάρι άρχισε να φωνάζει πανικόβλητη.
«Η ευφάνταστη αφήγηση του κατηγορούμενου συνεχίζει με αυτόν να αναφέρεται σε υπεράνθρωπες προσπάθειες για επαναφορά» της Σιέρρα, ανέφερε η κ. Παπαγαπίου.
Σύμφωνα με την ίδια στην κατάθεσή του ο Ν. Μεταξάς είπε ότι «εκείνη την ώρα είδα ένα νεκρό κοριτσάκι στο κρεβάτι της κόρης μου και δεν μπορώ να περιγράψω πως ένοιωσα». Μέσα σε μια στιγμή, υποστήριξε ο κατηγορούμενος, ένοιωσε πως καταρρέει όλος ο κόσμος του και πανικοβλήθηκε.
Στη συνέχεια και αφού η Μάρι συνέχιζε να φωνάζει «την πήρα από το λαιμό και της φώναζα να σταματήσει». Όταν ο ίδιος συνήλθε, σύμφωνα πάντοτε με την κατάθεσή του, αντιλήφθηκε ότι ήταν πεσμένη στο πάτωμα του υπνοδωματίου της κόρης του. Δεν είχα ξανανιώσει τόσο άδειος και χαμένος. Το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν τι να κάνω, για να κρύψω τα πτώματα, είπε στους ανακριτές.
Είπε επίσης ότι προσπάθησε να ζήσει με τις τύψεις και ότι «δεν περνά μέρα που να μην το σκεφτώ». Ο κατηγορούμενος έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση των ανακριτικών αρχών.
Στη συνέχεια στην στις 25/4/2019 και αφού είχε μεσολαβήσει η ανεύρεση της σορού της Αριάν ο κατηγορούμενος δίνει μια άλλη εκδοχή, είπε η κ. Παπαγαπίου.
Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, κατά τις συζητήσεις που είχε με την Μάρι δεν του φαίνονταν κανονικά τα λεγόμενά της. Ανέφερε ότι η ίδια του είπε πως ήταν σε διαμάχη με τον πατέρα της Σιέρα και ότι το πρόβλημα ήταν τα λεφτά. Τον προβλημάτισε το γεγονός ότι η Μάρι ήταν πρόθυμη να τον βάλει στο κρεβάτι που κοιμόταν με την κόρη της για να κάνουν σεξ.
Όπως ισχυρίστηκε στους ανακριτές «μου είχε καρφωθεί η ιδέα ότι και η Ρόουζ μπορεί να προσφέρει την κόρη της όταν της δοθεί αρκετή αμοιβή».
Όταν της πρότεινε να την πάρει σπίτι του για να γνωρίσει και η κόρη της τα παιδιά του την Παρασκευή 4 Μαΐου, είπε, «ήξερα ότι αυτό το σενάριο θα ήταν ξεκάθαρα μη λογικό», προσθέτοντας ότι κανένα παιδί δεν πάει να παίξει με άλλα παιδιά το βράδυ.
Όταν τις πήρε στο σπίτι του και φάνηκε ότι δεν ήταν εκεί τα παιδιά του και έπειτα η Μάρι έβαλε τη Ρόουζ να κοιμηθεί, ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι ήδη ξεκίνησα να θυμώνω. Της είπα θα την παντρευτώ αρκεί να συμφωνήσει σε κάτι, είπε, προσθέτοντας με ρώτησε με χαμόγελο τι ήταν αυτό και της είπα ότι θέλω να με αφήνει να κοιμάμαι με τη μικρή και να μην το κάνει θέμα. Σύμφωνα με την κατάθεση του κατηγορούμενου, η Μάρι Ρόουζ απάντησε καταφατικά και ο ίδιος ανέφερε στους ανακριτές ότι «ήξερα μέσα μου ότι θα το έλεγε».
Στη συνέχεια, ανέφερε ότι το ίδιο είχε ξαναδεί με την Λίβια και περιέγραψε πως έσφιγγε το λαιμό της Μάρι Ρόουζ «για αρκετή ώρα μετά που ξεψύχησε από οργή και μίσος». Ο κατηγορούμενος είπε ότι έβγαλε «πάνω της όλη την αηδία όλο το θυμό που ένοιωθα, τις ενοχές για το τι είχε συμβεί σε εμένα».
Για την μικρή Σιέρρα είπε ότι την κράτησε «από τα πλάγια του λαιμού όπως έκανα ξανά ξέροντας ότι θα σταματούσε το αίμα στον εγκέφαλο και θα «φύγει» χωρίς βάσανο».
Η Εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ξεκαθάρισε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι «οι εν λόγω ισχυρισμοί περί σεξουαλικής εκμετάλλευσης των ανηλίκων δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα», προσθέτοντας ότι έχει διαφανεί πως και οι δύο γυναίκες «αγαπούσαν και φρόντιζαν τα παιδιά τους».
Ασμίτα Μπίστα, γνωστή ως «Ανού»
Στην κατάθεσή του στις 25/4/2019 ο Ν. Μεταξάς ανέφερε στους ανακριτές ότι συνέχιζε να συναντά διάφορες γυναίκες περιστασιακά και ότι κράταγε μηνύματα και μερικές φορές και βίντεο μετά ή κατά την πράξη.
Η Ανού, είπε, αντιλήφθηκε το βίντεο και με έφτυσε. Μου ήρθε στο μυαλό η Λίβια, με νευρίασε τόσο πολύ που την έπιασα από τον λαιμό και την έσφιξα μέχρι που πέθανε.
Ενώ στην ανακριτική του κατάθεση, είπε η κ. Παπαγαπίου στις 19/6/2019 ο κατηγορούμενος αναφέρει ότι σκότωσε την Ασμίτα την ώρα που τέλειωνε μέσα της, την έπνιξε με τον ίδιο τρόπο που έπνιξε και τις άλλες.
Αριάν Παλάλας Ροζάνα
Στην κατάθεση 20/4/2019 ο κατηγορούμενος είπε ότι γνωρίστηκε με το θύμα μέσω του Badoo τον Ιούλιο 2018 και διευθέτησαν συνάντηση.
«Ενώ κάναμε σεξ, την ώρα που τέλειωνα, ένιωσα την ανάγκη να την σκοτώσω», είπε στους ανακριτές. «Την άρπαξα με τα δύο μου χέρια και την κρατούσα δυνατά μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται ενώ ταυτόχρονα τέλειωνα. Ήμουν που πάνω της και την έβλεπα την ώρα που την έπνιγα», πρόσθεσε, όπως ανέφερε η κ. Παπαγαπίου.
Είπε επίσης στους ανακριτές ότι «μετά που έκανα τον φόνο της Μάρι Ρόουζ περιστασιακά ερχόταν στο νου μου η στιγμή που την σκότωνα και αντί να νοιώθω άσχημα και απέχθεια ένοιωθα ωραία. Έκτοτε όποτε έκανα σεξ με γυναίκα ένοιωθα ότι ήθελα να το ξανακάνω».
Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση της υπόθεσης η Εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ανέφερε "για ό,τι μπορεί να αξίζει" πως ο κατηγορούμενος «δεν έχει προηγούμενες καταδίκες»
Η δήλωση Νικόλα Μεταξά
Ερωτηθείς από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου αν έχει να πει κάτι ο Νικόλας Μεταξάς διάβασε χειρόγραφη δήλωση την οποία είχε ο ίδιος ετοιμάσει.
«Έχω διαπράξει απεχθή εγκλήματα για τα οποία αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη και αποδέχομαι τις συνέπειες», είπε.
Αναγνωρίζω πως το γεγονός πως έχω μετανοήσει ειλικρινά για τις πράξεις μου δεν μπορεί να αντιστρέψει τις συνέπειες αυτών, ανέφερε.
Συνέχισε λέγοντας ότι όσο και να το θέλω δεν μπορώ να πάω πίσω στο χρόνο και να μην κάνω ότι έκανα. Αυτό που μπορώ να κάνω, πρόσθεσε, είναι να βοηθήσω στη διαλεύκανση των υποθέσεων παρέχοντας όποιες πληροφορίες μου ζητηθούν και παραδεχόμενος ενοχή να μην ζημιώσω και άλλο την Κυπριακή Δημοκρατία μέσω μιας χρονοβόρας δικαστικής διαδικασίας.
Εξέφρασε μεταμέλεια και απολογήθηκε «πρώτα απ’ όλα προς τις ψυχές των θυμάτων μου, τους συγγενείς και τα αγαπημένα τους πρόσωπα για τον άδικο πόνο που προκάλεσα και να ελπίζω ότι η απονομή της δικαιοσύνης θα αποτελέσει ένα ελάχιστο βάλσαμο».
Ξεσπώντας σε κλάματα απολογήθηκε και «στα παιδιά μου, τους γονείς μου και την υπόλοιπη οικογένεια για την στεναχώρια που περνούν και θα περάσουν χωρίς να έχουν φταίξει ποτέ τους σε τίποτα».
Απολογίες εξέφρασε και στην κυπριακή κοινωνία η οποία είμαι βέβαιος ότι διερωτάται γιατί και πως ένας άνθρωπος μέλος της έφτασε σε αυτό το σημείο.
Το ίδιο ερώτημα βασανίζει και εμένα, είπε ο κατηγορούμενος, όμως δεν έχω βρει ακόμα την απάντηση. Γνωρίζω ότι αυτή βρίσκεται κάπου μέσα στο μυαλό μου, κομμάτια της οποίαw αναγνωρίζω «μέσα από οδυνηρές αναμνήσεις τις οποίες προσπαθούσα εδώ και δεκαετίες να ξεχάσω», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι ο ίδιος δεν έχει καταφέρει ακόμα να βρει μια ξεκάθαρη απάντηση.
Έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση μιας ενδελεχούς μελέτης, έτσι ώστε με τη βοήθεια επιστημόνων να βρεθεί το γιατί, αλλά να βοηθήσει επίσης την εξαγωγή συμπερασμάτων.